Φωτιά στο Μάτι : Η τραγωδία «καίει» την κυβέρνηση και τους υπεύθυνους
Μπορεί η υπόθεση του Μακεδονικού ή τα οικονομικά ζητήματα να «καίνε» την ελληνική κοινωνία, ωστόσο, όπως δείχνουν οι σφυγμομετρήσεις τα κόμματα θα βρεθούν πάνω από την κάλπη στο… Μάτι του κυκλώνα
Μια σιωπηρή πλειοψηφία του ελληνικού λαού που παραμένει σοκαρισμένη και εξοργισμένη από την εθνική τραγωδία στο Μάτι με τους 99 νεκρούς και τις ανυπολόγιστες καταστροφές, θα κρίνει το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών.
Μπορεί η υπόθεση του Μακεδονικού ή τα οικονομικά ζητήματα να «καίνε» την ελληνική κοινωνία, ωστόσο, όπως δείχνουν οι σφυγμομετρήσεις τα κόμματα θα βρεθούν πάνω από την κάλπη στο… Μάτι του κυκλώνα. Ειδικά η κυβέρνηση θα ζυγιστεί, θα μετρηθεί κι αν κριθεί ελλιπής θα αποδοκιμαστεί και εμπράκτως.
Ως τώρα πάνω από 7 στους 10 πολίτες κρίνουν αρνητικά τις κυβερνητικές ενέργειες και αποδοκιμάζουν τη γενικότερη στάση του πρωθυπουργού και των υπουργών του. Αλλωστε, δύο μήνες μετά το σοκ της τραγωδίας οι 99 νεκροί παραμένουν αδικαίωτοι, απαντήσεις γιατί φτάσαμε στο μαζικό έγκλημα δεν έχουν δοθεί, η περιοχή συνεχίζει να θυμίζει κρανίου τόπο, οι επικοινωνιακοί χειρισμοί της κυβέρνησης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, η συγγνώμη που όλοι περιμένουν δεν έχει δοθεί.
Ο κ. Τσίπρας παίζει παιχνίδια πάνω από τις στάχτες και τους νεκρούς, περιμένοντας τον καθηγητή Γκόλνταμερ πότε θα βγάλει ένα πόρισμα που έχει ήδη προαναγγελθεί και απαξιώνει οποιαδήποτε φωνή ουρλιάζει ότι στο Μάτι έγινε ένα έγκλημα και κανείς δεν θα τιμωρηθεί.
Όμως, μπορεί το Μαξίμου και οι… Πολάκηδες να συκοφαντούν τον Συνολάκη ή να υβρίζουν και να απειλούν όσους τους θυμίζουν τι έκαναν αυτοί όταν η φωτιά σκότωνε τους 99 συμπολίτες μας.
Μπορεί να αφήνει απλά να περάσει ο χρόνος και να πιστεύει ότι το Μάτι θα ξεχαστεί όταν θα σταματήσουν τα ΜΜΕ να μιλούν γι’ αυτό.
Αυτοί μόνο μιλάνε
Αυτούς που δεν μπορούν να φιμώσουν, αυτούς που δεν μπορούν να σταματήσουν αλλά και ούτε να συκοφαντήσουν είναι τους συγγενείς των θυμάτων κι αυτούς που έζησαν λεπτό προς λεπτό την τραγωδία. Οσους ξέρουν τι έγινε και μετά από το σοκ που πέρασαν έχουν αρχίσει να μιλάνε.
Οι μηνύσεις που κατατίθενται, με τελευταία εκείνη του Ι. Χαρδαλούπα ο οποίος έχασε μητέρα και αδερφή, είναι αποκαλυπτικές των όσων συνέβησαν τη μοιραία ημέρα της 23ης Ιουλίου.
Και «φωτογραφίζουν» τους ηθικούς αυτουργούς. Τους υπεύθυνους της Πολιτικής Προστασίας, την Περιφέρεια Αττικής και την κ. Δούρου, η οποία θα είναι ξανά υποψήφια για να… ολοκληρώσει το έργο της, τον δήμαρχος Μαραθώνα, Ηλία Ψινάκη, που ήταν εξαφανισμένος, στελέχη της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας για τα εγκληματικά λάθη που έκαναν.
Οι αυτόπτες μάρτυρες είναι κόλαφος για όλους όσοι έπρεπε να ενεργήσουν ώστε να σωθούν αν όχι όλοι οι νεκροί τουλάχιστον οι περισσότεροι. Οι δύο μηνύσεις που έγιναν, από την Βαρβάρα Φύτρου η οποία έχασε σύζυγο και δύο παιδιά και από τον Χαρδαλούπα που έχασε μάνα και αδερφή, είναι απόλυτα «δεμένες» και θα αποτελέσουν «χτύπημα» για τους καταγγελλόμενους.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες που περιγράφονται στις μηνύσεις αυτές:
Δεν καταρτίστηκε το επιχειρησιακό πρόγραμμα από τον δήμο Μαραθώνα.
Δεν υπήρχαν λειτουργικοί κρουνοί. Δεν υπήρχαν εγκατεστημένες περιπολίες πυροσβεστικών οχημάτων. Δεν υπήρχαν καν αντιπυρικές ζώνες. Δεν υπήρχαν άνθρωποι σχετικοί να ενημερώσουν τον κόσμο για την πυρκαγιά. Δεν υπήρχαν ούτε κανόνια εκτόξευσης νερού στον Δήμο. Δεν υπήρχε πρόνοια προσπέλασης στη θάλασσα. Δεν υπήρχαν οι αρμόδιοι άνθρωποι να εκκενώσουν και να λάβουν μέτρα για το χώρο. Δεν υπήρχε τίποτα από τα όσα απαιτεί ο νόμος για την πολιτική προστασία.
Ο δήμος Μαραθώνα ήταν παντελώς απροετοίμαστος, όπως προκύπτει και από το πρακτικό της συνεδρίασης του δημοτικού συμβουλίου όπου γίνεται η παραδοχή πως «ο τομέας πολιτικής προστασίας στο Δήμο δεν λειτουργεί ικανοποιητικά από πλευράς οργάνωσης δυνατοτήτων, προσβασιμότητας στην επέμβαση και διαχειριστικής αποτελεσματικότητας στο Δήμο».
Αντίθετα, ο δήμος Αθηναίων έβαλε μπροστά, όπως αναφέρει, το σχέδιο «Θεμιστοκλής» μόλις ξέσπασε η πυρκαγιά στο Νταού Πεντέλης, σώζοντας και τα παιδιά και τις κατασκηνώσεις.
Ευθύνες όμως επιρρίπτονται και στην Περιφέρεια Αττικής, η οποία, σύμφωνα με τη μηνύτρια, δεν εφάρμοσε κανένα ειδικό σχέδιο αντιμετώπισης της πυρκαγιάς, αλλά και στην Πυροσβεστική, ενώ αναφέρεται και στο αλαλούμ που επικράτησε με τα αυτοκίνητα και τον κυκλοφοριακό αποσυντονισμό:
«Μετά το ξέσπασμα της πυρκαγιάς και ενώ πλήθος κόσμου είχε βγει με τα αυτοκίνητά του για να κατευθυνθεί άγνωστο προς ποια κατεύθυνση, αφού δεν υπήρχαν εντολές και οδηγίες, αποκλείστηκε η κυκλοφορία της Λεωφόρου Μαραθώνος. Λόγω της απόλυτης ασυνεννοησίας και σύγχυσης μεταξύ των αρμοδίων δημοσιών λειτουργών και υπηρεσιών, δεν αποκλείστηκε ο παραλιακός δρόμος που οδηγούσε από τη Ραφήνα στο Κόκκινο Λιμανάκι και το Μάτι. Σε αυτόν τον δρόμο κατευθύνθηκαν πολλά οχήματα, από την αποκλεισμένη Λ. Μαραθώνος, μεταξύ των οποίων και η οικογένειά μου. Στον δρόμο αυτό υπήρξε κυκλοφοριακή συμφόρηση, ενώ η φωτιά μαίνονταν πολύ κοντά στο δρόμο. Οι επιβάτες ενστικτωδώς εγκατέλειψαν τα οχήματά τους για να συνεχίσουν πεζοί προς τη θάλασσα για την προστασία τους. Εκεί η φωτιά πέρασε κυριολεκτικά από πάνω τους και τους κατέκαψε. Στη συγκεκριμένη τοποθεσία βρέθηκαν απανθρακωμένοι ο σύζυγος μου και ο υιός μου», λέει η Β. Φύτρου.
Ο Ιωάννης Χαρδαλούπας περιέγραψε το χάος
« Δεν είδαμε πουθενά πυροσβεστικά οχήματα και ούτε εναέρια πυροσβεστικά μέσα.
Μετά την 17.30 ώρα πέρασε τυχαία ένα περιπολικό όχημα της Αστυνομίας με δύο αστυνομικούς μέσα σ΄ αυτό. Τους ρωτήσαμε τι συμβαίνει και μας δήλωσαν, τελείως αορίστως, πλήρη άγνοια, αλλά στη συνέχεια μας είπαν «για καλό και κακό φύγετε», αλλά αυτό μας το είπαν τελείως ανεύθυνα και αόριστα, χωρίς να μας πουν, πού να πάμε και τι να κάνουμε για να σωθούμε.
Το αυτοκίνητο είχε τελείως καεί, ενώ και αυτές είχαν φανερά και πολύ σοβαρά εγκαύματα. Πονούσαν πολύ και τις επιβίβασα στο αυτοκίνητό μου και ειδικότερα η μητέρα μου μπροστά και η αδελφή μου πίσω, και φύγαμε με κατεύθυνση το Κέντρο Υγείας Νέας Μάκρης.
Οι εκεί αστυνομικοί μου είπαν να πάω στο Μάτι, παρά το γεγονός ότι τους έδειξα τις καμένες μητέρα και αδελφή μου. Πάλι, όμως, κομφούζιο επικρατούσε και ήμουν σίγουρος ότι στο σημείο εκείνο θα καιγόμασταν. Αποφάσισα να πάω στην Αθήνα και το έκανα τρέχοντας με 150 χιλιόμετρα την ώρα και πήγαινα και στο αντίθετο ρεύμα, για να σωθούν η μητέρα μου και η αδελφή μου, διότι έβλεπα ότι κινδυνεύουν από τα πολλά εγκαύματα που έφεραν στα σώματά τους.
Και βεβαίως στις μαρτυρίες και στις κατηγορίες θα προστεθούν κι άλλες που θα ζητούν απαντήσεις στα ερωτήματα:
Γιατί δεν υπήρχε καν επιχειρησιακό σχέδιο για την περιοχή;
Γιατί απουσίαζαν παντελώς δήμος και Περιφέρεια;
Γιατί έλειπαν πυροσβεστικές δυνάμεις;
Γιατί η αστυνομία οδηγούμε τον κόσμο στο Μάτι, τους οδηγούσε στο θάνατο;
Γιατί δεν υπήρχαν άνθρωποι που θα τους έλεγαν τι να κάνουν;
Γιατί το σχέδιο εκκένωσης δεν εφαρμόστηκε ποτέ;
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις