Έντεκα νέα γονίδια που σχετίζονται με τον κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, ανακάλυψαν ερευνητές από 145 ερευνητικά ινστιτούτα και πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης, ανεβάζοντας σε 21 συνολικά τον αριθμό των γνωστών γενετικών παραγόντων κινδύνου της νευροεκφυλιστικής νόσου.

Όπως αναφέρεται σε άρθρο του επιστημονικού εντύπου Nature Genetics, ερευνητές της επιστημονικής κοινοπραξίας I-GAP (International Genomics Alzheimer’s Project), με επικεφαλής τον Δρ Φιλίπ Αμουγιέλ του Ινστιτούτου Παστέρ του Παρισιού, ανέλυσαν δείγματα DNA από 17.000 ασθενείς και από 37.000 υγιή άτομα, από 15 χώρες, και διαπίστωσαν ότι το ανοσοποιητικό σύστημα παίζει σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της νόσου.

Ένα από τα νέα γονίδια που ανακαλύφθηκαν ως παράγοντας κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ, είναι ήδη γνωστό ότι εμπλέκεται στην απορύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος, αυξάνοντας την πιθανότητα εμφάνισης δύο άλλων νευροεκφυλιστικών παθήσεων, της νόσου του Πάρκινσον και της σκλήρυνσης κατά πλάκας.

«Είναι πραγματικά δύσκολο να θεραπεύσεις μια ασθένεια, όταν δεν καταλαβαίνεις τι την προκαλεί», εξηγεί η καθηγήτρια Τζούλι Γουίλιαμς του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ στην Ουαλία. «Διπλασιάσαμε όμως τώρα πλέον τον αριθμό των εμπλεκομένων γονιδίων και αυτό που προκύπτει, είναι ότι υπάρχει κάτι στην αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος που προκαλεί τη νόσο Αλτσχάιμερ και αυτό ακριβώς πρέπει να μελετήσουμε εφεξής», σημειώνει.

Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η πιο συνηθισμένη μορφή εγκεφαλικής άνοιας, πλήττοντας περίπου έναν άνθρωπο στους 14, άνω των 65 ετών. Η πολύπλοκη νευρολογική πάθηση προκαλεί μη αναστρέψιμη καταστροφή των εγκεφαλικών κυττάρων, με συνέπεια την απώλεια μνήμης και τελικά την αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης του ασθενούς.

Βασικός στόχος των επιστημόνων αποτελεί η ανάπτυξη ενός διαγνωστικού τεστ, το οποίο έγκαιρα θα διαγιγνώσκει τον κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, ώστε η θεραπεία να ξεκινά νωρίς, προτού η εγκεφαλική βλάβη προκαλέσει επιπλοκές.

Η ανακάλυψη των 11 νέων γονιδίων έρχεται να προστεθεί στα δέκα γονίδια που εντοπίστηκαν το 2009, και αναμένεται να συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση της νόσου Αλτσχάιμερ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διεθνή ερευνητική ομάδα συμμετείχε και η καθηγήτρια Μάγδα Τσολάκη από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

health.in.gr,ΑΠΕ-ΜΠΕ