Καθώς ο ιός του Έμπολα δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης, η 13χρονη Μπίντου Σανόχ από τη Σιέρα Λεόνε περιγράφει την καταστροφική επίδραση του ιού στην κοινότητά της.

«Η λέξη Έμπολα δεν είναι ευχάριστη για μένα. Στην πραγματικότητα, μισώ ακόμα και να ακούω αυτή τη λέξη: κατέστρεψε την οικογένειά μου και την εκπαίδευσή μου. Η ζωή ήταν δύσκολη, αλλά εντάξει: Ζω με τη θεία μου και πολλά μέλη της οικογένειάς μου σε έναν μεγάλο χώρο. Ήμασταν πάντοτε φτωχοί αλλά ήμασταν ευτυχισμένοι. Αλλά τώρα είμαστε τρομοκρατημένοι. Πολλοί άνθρωποι, φίλοι και οικογένειες έχουν πεθάνει και συνεχίζουν να πεθαίνουν. Και ο αριθμός των ορφανών αυξάνεται μέρα με την ημέρα» γράφει η 13χρονη στο κείμενό της, το οποίο δημοσιεύει ο Guardian.

Η Μπίντου αναφέρεται στην καχυποψία με την οποία οι κάτοικοι της χώρας της αντιμετώπισαν τις πρώτες πληροφορίες για τον ιό. Κάποιοι θεωρούσαν ότι δεν υπάρχει, άλλοι ότι η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται, καθώς ο Έμπολα είχε εξαπλωθεί στο Νότο όπου κυριαρχεί η αντιπολίτευση.

«Τα πράγματα έγιναν χειρότερα όταν ο Έμπολα ήρθε στην κοινότητά μας. Ένας φαρμακοποιός αρρώστησε, αλλά είπε ότι υπέφερε από έλκος και έτσι δεν πήγε ποτέ στο νοσοκομείο. Τον πιστέψαμε γιατί ήταν άνθρωπος της ιατρικής και ίσως επειδή δεν ξέραμε καλύτερα. Στη διάρκεια της ασθένειάς του ήρθε σε επαφή με πολλούς ανθρώπους. Όταν πέθανε, η σορός του πλύθηκε και ετοιμάστηκε για ταφή από μέλη της κοινότητας, όπως είναι το έθιμό μας» γράφει η 13χρονη.

«Μετά από δύο εβδομάδες, αρκετοί από τους ανθρώπους που είχαν έρθει σε επαφή μαζί του και αυτοί που έπλυναν τη σορό του, αρρώστησαν» θυμάται η Μπίντου.

Αρχικά αρρώστησαν τρία άτομα. «Στη συνέχεια, άλλα 16 άτομα, ανάμεσά τους και η αγαπημένη μου θεία, αρρώστησαν και όταν υποβλήθηκαν σε εξετάσεις βγήκαν θετικοί στον Έμπολα. Από αυτό τον αριθμό, μόνο η Μαρί, μία 14χρονη κοπέλα που μένει μαζί μας και η θεία μου ευτυχώς επιβίωσαν -αλλιώς θα ήμουν και εγώ ένα από τα ορφανά του Έμπολα. Φαντάζομαι ότι είμαι τυχερή, αλλά είναι δύσκολο να το δω έτσι» είπε.

Η κοινότητά της τέθηκε σε καραντίνα και κανείς δεν μπορούσε να πουλήσει ή να αγοράσει προϊόντα. Όποιοι προσπάθησαν να το σκάσουν, αναγκάστηκαν από τον στρατό και την αστυνομία που είχε περικύκλωσε την κοινότητα να γυρίσουν πίσω.

«Τις δύο πρώτες εβδομάδες της απομόνωσης κανείς δεν μας έφερε τροφή ή νερό. Την τρίτη εβδομάδα, μια φιλανθρωπική οργάνωση έφερε πλιγούρι, λάδι και φασόλια» θυμάται η 13χρονη.

«Πάνω από 100 παιδιά έχουν μείνει ορφανά μόνο στη δική μου κοινότητα. Ποιος θα τα φροντίσει; Πώς θα επιβιώσουν ή πώς θα πάνε στο σχολείο; Ο φόβος με καταλαμβάνει όταν φίλοι που δεν γνωρίζω και δεν πλένουν συχνά τα χέρια τους με χλωριωμένο νερό, θέλουν να παίξουν μαζί μου» προσθέτει.

«Εάν ο Έμπολα δεν μας σκοτώσει, ίσως οι κακουχίες και η πείνα μάς καταβάλλουν, εάν δεν μας βοηθήσει κανείς μέχρι τα Χριστούγεννα» γράφει το κορίτσι και αναρωτιέται πώς η θεία της θα καταφέρει να βρει τα χρήματα για την επιβίωση της οικογένειάς της.

«Ήδη, τρεις από τις φίλες μου που επρόκειτο να δώσουν εξετάσεις, βρίσκονται ήδη σε κατάσταση εγκυμοσύνης και δέχομαι και εγώ πίεση να αναζητήσω άνδρες, προκειμένου να επιβιώσω και να αγοράσω ένα φόρεμα για τα Χριστούγεννα. Αυτό κάνουν τα κορίτσια στη Σιέρα Λεόνε όταν δεν έχουν χρήματα. Δεν είναι σωστό, αλλά είναι φυσιολογικό. Εάν ο Έμπολα δεν τελειώσει σύντομα, πολλά κορίτσια ακόμα θα βρεθούν σε κατάσταση εγκυμοσύνης πριν ξανανοίξουν τα σχολεία και αυτό θα είναι πολύ κακό για το μέλλον των παιδιών σε αυτή τη χώρα» λέει.

Εκτός από τον Έμπολα, υπάρχουν και άλλα προβλήματα, λέει η 13χρονη. «Δεν υπάρχουν δουλειές, δεν υπάρχουν χρήματα, δεν υπάρχει φαγητό, δεν υπάρχουν σχολεία. Ποιος θα μας βοηθήσει;» αναρωτιέται.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ