Οι παχύσαρκες γυναίκες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο απόκτησης απογόνου με διαβήτη τύπου Ι, σύμφωνα με σουηδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia.

Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Στοκχόλμης, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Ταχερέχ Μοραντί, μελέτησαν στοιχεία για πάνω από 1,2 εκατομμύρια γεννήσεις παιδιών, τα οποία είχαν τεθεί υπό ιατρική παρακολούθηση για αρκετά χρόνια μετά τη γέννηση τους.

Η μελέτη έδειξε 33% αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου Ι στο παιδί, αν η μητέρα ήταν παχύσαρκη κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της, ακόμα κι αν η ίδια δεν έπασχε από διαβήτη. Ακόμη μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος για το παιδί, αν και οι δύο γονείς έπασχαν από διαβήτη.

Ο διαβήτης τύπου Ι αποδίδεται στην αδυναμία του παγκρέατος να παράγει επαρκείς ποσότητες ινσουλίνης για την σωστή ρύθμιση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα.

Οι πάσχοντες από διαβήτη τύπου Ι, ακολουθούν εφ’ όρου ζωής θεραπεία με ημερήσια έγχυση ινσουλίνης.

Το 10% των ασθενών με διαβήτη, πάσχουν από τύπου Ι και οι υπόλοιποι από τύπου ΙΙ. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια το ποσοστό του διαβήτη τύπου Ι εμφανίζει τάση αύξησης, διεθνώς.

Η σουηδική μελέτη αποδίδει αυτή την ανοδική τάση εν μέρει στο γεγονός ότι όλο και πιο συχνά οι έγκυες είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες. Υπέρβαρος θεωρείται κάποιος με Δείκτη Μάζας Σώματος 25 έως 30 και παχύσαρκος με ΔΜΣ πάνω από 30.

Επίσης, η παχυσαρκία επίσης εμφανίζει ανοδική τάση παγκοσμίως και έχει υπερδιπλασιασθεί μετά το 1980. Εκτιμάται ότι πάνω από 1,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη είναι υπέρβαροι, από τους οποίους τα 600 εκατομμύρια παχύσαρκοι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή

health.in.gr