Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο γιορτάζει φέτος τα 150 χρόνια από τη θεμελίωσή του, εγκαινιάζοντας ένα πανόραμα δράσεων, που φωτίζουν την ιστορία και την προσφορά του σε ποικίλους τομείς της ζωής της χώρας και της αφήγησης του αεικίνητου χρόνου.

Με αφορμή τη νέα περιοδική έκθεση «Ένα όνειρο ανάμεσα σε υπέροχα ερείπια… Περίπατος στην Αθήνα των περιηγητών, 17ος- 19ος αιώνας» οργανώνει μια σειρά δράσεων και εκδηλώσεων που φωτίζουν διαφορετικές πτυχές των όψεων της Αθήνας. Στο φιλόξενο Καφέ του Μουσείου, ένα χώρο που τα τελευταία χρόνια δίνει βήμα διαλόγου σε καλλιτέχνες και εικαστικές ομάδες της Ελλάδας και του εξωτερικού, φιλοξενείται η πρώτη από αυτές τις δράσεις του νέου έτους.

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο σε συνεργασία με το Μουσείο Ηρακλειδών παρουσιάζει σε μια πλούσια έκθεση την εξέλιξη της φωτογραφικής απεικόνισης της ανθρώπινης παρουσίας στα υπέροχα ερείπια των Αθηνών, από το 19ο ως τα μέσα του 20ού αιώνα. Με αφετηρία την πρώτη φωτογραφική λήψη που έγινε στην Ελλάδα το 1839, ξεδιπλώνεται ένα πανόραμα φωτογραφικών και τρισδιάστατων παρουσιάσεων με εκτυπώσεις και στερεοσκόπια του 1900. Τα επιλεγμένα έργα προβάλλουν όψεις του πρώιμου αστικού τοπίου, της καθημερινότητας των κατοίκων της πόλης και τις μαγικές εκείνες στιγμές, που η ταχύτητα του φωτογραφικής λήψης ήταν βραδύτερη από την κίνηση της ζωής, μετατρέποντας τις ζωντανές φιγούρες σε σκιές του χρόνου.

Η έκθεση αυτή, που αποτελεί το τρίτο σκέλος των εκθέσεων Μεταμορφώσεις των Αθηνών/Πρόσωπα των Αθηνών, οι οποίες παρουσιάστηκαν με μεγάλη επιτυχία στο Μουσείο Ηρακλειδών (Οκτώβριος 2014-Ιούλιος 2015).
Η επιμέλεια της έκθεσης έγινε από τον ιστορικό τέχνης, Χάρη Γιακουμή, που ζει στο Παρίσι και είναι υπεύθυνος του εκδοτικού οίκου Kallimages, αναδεικνύοντας πλούσιο και άγνωστο εποπτικό υλικό σε ποικίλες εκδόσεις.

«Στα πρώτα χρόνια της φωτογραφίας, στα μέσα του 19ου αιώνα», σημειώνει ο Χάρης Γιακουμής, «λόγω της περιορισμένης ευαισθησίας των φωτογραφικών πλακών, η διάρκεια λήψης ήταν αρκετά μεγάλη. Γύρω στα 1865 το αθηναϊκό φως υποχρέωνε το φωτογράφο να αφήσει ανοικτό το διάφραγμα της μηχανής του επί δέκα περίπου δευτερόλεπτα, προκειμένου να μπορέσει να καταγράψει σωστά το θέμα του σε εξωτερικό χώρο. Όταν οι φωτογράφοι φωτογράφιζαν τα μνημεία χωρίς ανθρώπους, ο χρόνος της φωτογραφικής λήψης δεν είχε καμιά σημασία. Η ανθρώπινη όμως παρουσία ήταν απαραίτητη στις φωτογραφίσεις των μνημείων, καθώς προσέφερε μια οπτική απεικόνιση της κλίμακας, αλλά και γιατί η φωτογραφία αποκτούσε ξεχωριστή ζωντάνια.

Σε όλο το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι φωτογράφοι της Αθήνας συνήθως διάλεγαν ένα γενικό πλάνο, όπου οι άνθρωποι χάνονταν μες στα ερείπια, καθισμένοι ή στηριγμένοι σε κάποιο μέρος, ώστε να μπορούν να παραμείνουν σχετικά ακίνητοι κι έτσι να περάσουν ευκρινείς στην αιωνιότητα της εικονογραφικής ιστορίας. Όσοι όμως περπατούσαν τη στιγμή της λήψης, μοιραία γίνονταν «καπνός» είτε εμφανίζονταν στη φωτογραφία σαν μια μαύρη κηλίδα. Γι’ αυτό κοιτάζοντας τις περισσότερες φωτογραφίες της πρώτης αυτής περιόδου, έχουμε την αίσθηση ότι η πόλη είναι άδεια από κατοίκους.

Ο φωτογραφικός χρόνος συναντά τον ιστορικό χρόνο για να μεταφέρει με ζωντάνια το παρελθόν στο παρόν και να μας θυμίσει ότι η αλήθεια κρύβει την αιώνια πάλη του ανθρώπου ενάντια στη λήθη. Καμιά άλλη τέχνη δεν έχει την αληθοφάνεια της φωτογραφίας: Μας επιτρέπει να ταξιδέψουμε νοερά μέσα στο χρόνο για να αναπολήσουμε την πόλη των Αθηνών και τους ανθρώπους της μ’ έναν τρόπο που σίγουρα θα μας συγκινήσει».

Στο Πωλητήριο του μουσείου διατίθενται (ελληνικά-γαλλικά) τα βιβλία:
Μεταμορφώσεις των Αθηνών. Φωτογραφικό οδοιπορικό από τον 19ο στον 20ό αιώνα (Χ. Γιακουμής-Τάσος Α. Ανδρέου, Εκδόσεις Kallimages, Παρίσι 2014)
Πρόσωπα των Αθηνών από τον 19ο στον 20ό αιώνα, 1855-1960 (Β. Μαυροειδάκου-Χ. Γιακουμής, Εκδόσεις Kallimages, Παρίσι 2015)

entertainment.in.gr