Βρόγχος και βρόχος
Η αναπνοή και η ασφυξία
- Μπαίνουν περιορισμοί στη δόμηση κατοικιών και τουριστικών καταλυμάτων στη Σαντορίνη
- 25χρονη στο Ιράν παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από οδηγό - Συνελήφθη επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ
- Νέοι βομβαρδισμοί του Ισραήλ στην Νταχίγια, στα νότια προάστια της Βηρυτού
- Ένοχος 43χρονος για ενδοοικογενειακή βία - Η σύντροφός του πήδηξε από το μπαλκόνι για να γλιτώσει
Σε ενημερωτική εκπομπή που είχε μεταδοθεί προ μηνών από ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό, σημαίνον στέλεχος πολιτικού κόμματος, επιχειρώντας να προβεί στη μεταφορική χρήση μιας λέξης που κατά τα φαινόμενα δε γνωρίζει, υπέπεσε σε ένα από τα πλέον κλασικά γλωσσικά ολισθήματα.
Ειδικότερα, ο εν λόγω πολιτικός, αναμασώντας τα χιλιοειπωμένα κλισέ περί πιέσεων που ασκούν στην Ελλάδα οι δανειστές της, έκανε λόγο για βρόγχο που οδηγεί τη χώρα μας σε οικονομική ασφυξία και κοινωνική αποσύνθεση. Είναι φανερό από τα συμφραζόμενα ότι δεν είχε κατά νουν κάποιο τμήμα του αναπνευστικού συστήματος του ανθρώπου, αλλά κάποια «θηλιά», δηλαδή βρόχο, που πνίγει βαθμηδόν την ελληνική κοινωνία.
Οι δύο αυτές λέξεις, βρόγχος και βρόχος, αν και έχουν εντελώς διαφορετικό σημασιολογικό περιεχόμενο αλλά και ετυμολογική προέλευση, πολύ συχνά συγχέονται, προφανώς λόγω του ότι συγγενεύουν από ηχητικής απόψεως, αποτελούν δηλαδή φωνολογικά παρώνυμα.
Από τη μια πλευρά, ο βρόγχος, λέξη που απαντά και στην αρχαία ελληνική γλώσσα με την έννοια του λάρυγγα ή της τραχείας αρτηρίας, είναι καθεμιά από τις πολυάριθμες διακλαδώσεις της τραχείας στο εσωτερικό των πνευμόνων, που συγκροτούν το λεγόμενο βρογχικό δέντρο και συμβάλλουν στη λειτουργία του αναπνευστικού συστήματος.
Για τη λέξη βρόγχος δεν υπάρχει μια απόλυτα πειστική ετυμολογική προσέγγιση, αλλά είναι πιθανή η παραγωγή της από δύο άλλες λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, το ουσιαστικό βρόχθος (λαιμός, φάρυγγας) και το ρήμα βρόχω (τύπος υποθετικός, που σημαίνει καταπίνω ή ρουφώ).
Γνωστοί ιατρικοί όροι όπως βρογχίτιδα, βρογχοπνευμονία, βρογχικό άσθμα, βρογχοσκόπιο και βρογχοσκόπηση, βρογχοτομία και βρογχογραφία σχετίζονται με τους βρόγχους και το βρογχικό δέντρο.
Από την άλλη πλευρά, ο βρόχος δηλώνει, όπως ακριβώς και στην αρχαία ελληνική γλώσσα, τη θηλιά, το σχοινί που δένεται με συγκεκριμένο τρόπο, χρησιμοποιείται στον απαγχονισμό ή το στραγγαλισμό και οδηγεί τον άνθρωπο στο θάνατο σφίγγοντας ολοένα και περισσότερο το λαιμό του:
«Η σκηνή του απαγχονισμού, με το δήμιο να περνά το βρόχο στο λαιμό του ήρωα, προκάλεσε έντονη συγκινησιακή φόρτιση στους θεατές», «Ο κρατούμενος έφτιαξε βρόχο με το σεντόνι του και έδωσε βίαιο τέλος στη ζωή του».
Εξάλλου, η λέξη βρόχος σημαίνει, τόσο στην αρχαία όσο και στη νέα ελληνική γλώσσα, την παγίδα (βρόχι) που χρησιμοποιείται για τη σύλληψη πτηνών ή μικρών θηραμάτων.
Ευρέως διαδεδομένη είναι η μεταφορική χρήση της λέξης βρόχος, με την έννοια της ασφυκτικής πίεσης που ασκείται σε κάποιον και δεν του επιτρέπει να σκεφτεί, να ενεργήσει ή να εκφραστεί ελεύθερα:
«Θα ήθελα να καταλήξω σε μια απόφαση ψύχραιμα και νηφάλια, χωρίς να νιώθω ότι έχω ένα βρόχο στο λαιμό μου», «Τα περιθώρια κινήσεων και ελιγμών της ελληνικής κυβέρνησης στενεύουν διαρκώς λόγω του δανειακού βρόχου των τελευταίων ετών», «Βρόχος για τις ελληνικές τράπεζες την τελευταία πενταετία τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια επιχειρήσεων και νοικοκυριών».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις