Ακούω τριξίματα στην πόρτα και τσεκάρω αν έχω διπλοκλειδώσει. Δεν είναι ευχάριστο να είσαι µόνος σε ολόκληρη πολυκατοικία. Πετάγομαι πάνω τα χαράματα από τον συναγερμό που ουρλιάζει και βγαίνω στο μπαλκόνι για να δω πού γίνεται διάρρηξη.

Προσπαθώ να καταλάβω αν πράγματι άκουσα ψιθύρους από το διπλανό διαμέρισμα ή αν έχω αρχίσει να παραλογίζομαι. Η Άννα μού διηγείται τον δικό της εφιάλτη: «Ήταν ένας άνδρας µε κάπα έξω από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς µου, µε κοίταζε µε παγωμένο βλέμμα».

«Με κάπα; Καλοκαιριάτικα; Μήπως προσγειώθηκε ο Σούπερµαν στο μπαλκόνι σου; Όνειρο ήταν!».

«Αρχικά κι εγώ νόμιζα πως ήταν εφιάλτης, αλλά είχα ανοίξει τα µάτια και εξακολουθούσα να τον βλέπω!».

«Μήπως πριν κοιμηθείς έβλεπες θρίλερ;».

«Τι να έβλεπα, το «Καφέ της Χαράς» σε πολλοστή επανάληψη; Αυτό κι αν θα ήταν εφιάλτης!».

«Τον Αύγουστο που μένουμε µόνοι, και εγώ και εσύ, επειδή είμαστε κάπως αλαφροΐσκιωτοι, πρέπει να αποφεύγουμε τέτοια θεάματα».

«Πάντως αυτόν µε την κάπα τον είδα και µου είπε πως θα ξανάρθει. Να μείνω απόψε μαζί σου;».

«Φυσικά!».

Διαβάστε περισσότερα εδώ