Με τον Δημήτρη Γαλάνη είμαστε συνάδελφοι, εδώ στην εφημερίδα, και φίλοι. Μας συνδέει μάλιστα εκείνη η ιδιαίτερη, τουλάχιστον στον προσωπικό μου κώδικα, φιλία αυτών που έχουν ανταλλάξει – περισσότερες από μία φορές – τα πρώτα φιλιά της Πρωτοχρονιάς. Αν και πλέον οι ιδεολογίες έχουν γίνει μπάχαλο και οι έννοιες έχουν αραιωθεί, ο Δημήτρης είναι ένας βαθιά δημοκρατικός και προοδευτικός άνθρωπος. Πάντα, ενίοτε μάλιστα στην υπερβολή του, υπέρ των μειονοτήτων, των «διαφορετικών», αυτών που, εκούσια ή ακούσια, βρέθηκαν στο περιθώριο. Ο τρόπος δε που ανέπτυσσε και υποστήριζε τις ιδέες του έδειχνε ότι δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο πολιτικής τοποθέτησης αλλά, κυρίως, οικογενειακής αγωγής.
Το καλοκαίρι, η είδηση της δολοφονίας δι’ ασήμαντον αφορμήν ενός 25χρονου φοιτητή στου Φιλοπάππου από τρεις μετανάστες τάραξε την ψευδοανεμελιά της ραστώνης του Δεκαπενταύγουστου.
Λίγες μέρες αργότερα συνειδητοποίησα, από μία ανάρτηση στα σόσιαλ μίντια, ότι το θύμα, ο Νικόλαος Μουστάκας, ήταν ο Νικόλας, ο αγαπημένος ανιψιός του Δημήτρη, που τόσο συχνά και με τόσο καμάρι μιλούσε γι’ αυτόν. Μετά το σοκ, το πρώτο πράγμα που αναλογίστηκα ήταν η τραγική ειρωνεία της ζωής. Θυμήθηκα τον φίλο μου να τρέχει, να βοηθά, να στέκεται με την ψυχή και το μυαλό του στο πλευρό των μεταναστών.
Αν και οι συνθήκες δεν μας επέτρεψαν να το συζητήσουμε, είμαι σίγουρη ότι ο Δημήτρης ένιωσε αποτροπιασμό για τον τρόπο που κατέληξε ο Ζακ στο επεισόδιο της Γλάδστωνος. Δεν ξέρω και αν κατέβηκε στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας που έγινε στο Σύνταγμα. Αν δεν το έκανε, θα ήταν διότι δεν έχει ξεπεράσει ακόμη τη συντριβή για τον θάνατο του ανιψιού του. Αλλωστε και ο Νικόλας και ο Ζακ είναι στην ουσία θύματα μιας ξεχαρβαλωμένης κοινωνίας, όπου έχουν χαθεί ακόμη και τα προσχήματα της ευνομίας.
Ετσι λοιπόν μπορώ να καταλάβω την πίκρα του όταν είδε ότι ο Πρωθυπουργός έσπευσε, πολύ ορθώς, να απαντήσει στην επιστολή της μητέρας του Ζακ, ενώ δεν του περίσσεψε ούτε μία λέξη για την ανοιχτή επιστολή της μητέρας του Νικόλα.
Στη θέση του κι εγώ το ίδιο θα ένιωθα. Η φόρτιση δεν θα μου επέτρεπε να δω ότι η επιλεκτική ευαισθησία, κίβδηλη εξ ορισμού, προσβάλλει αποκλειστικά και μόνο αυτόν που τη χρησιμοποιεί για επικοινωνιακούς λόγους. Τον ίδιο τον Πρωθυπουργό δηλαδή. Φαντάζομαι ότι σε μια ιδανική κοινωνία η αναίσχυντη εργαλειοποίηση θυμάτων θα έπρεπε να ήταν αδίκημα αντίστοιχο με την προσβολή νεκρού.
Είναι, ακριβώς, σαν «ιδεολογική» σύληση τάφου. Μόνο σε πόλεμο – που νομίζω ότι δεν έχουμε, εκτός κι αν έχουμε – οι νεκροί χωρίζονται σε ημέτερους και αλλότριους και αυτό ακριβώς είναι η διαστροφή του πολέμου. Και πάλι, έρχεται η Ιστορία, η οποία μετρά συνολικά θύματα, και την αποκαθιστά.
Θεωρώ λοιπόν ότι είναι τιμή για το πένθος του φίλου μου ότι ο «δικός τους» νεκρός δεν βόλευε το επικοινωνιακό παιχνίδι της κυβέρνησης κι έτσι δεν τον στρίμωξε στα προεκλογικά της πλάνα. Ολο το υπόλοιπο το εκτιμώ ως εκμετάλλευση της μνήμης του Ζακ.