Το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων, το Ασκέρι του Διαβόλου
Ο Νικόλαος Πλαστήρας και ο Δημήτριος Ψαρρός
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
Το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων, ένα από τα πλέον ένδοξα ευζωνικά συντάγματα, συγκροτήθηκε το 1912 με έδρα τη Λαμία. Το σύνταγμα, που συνίστατο από έξι τάγματα, έλαβε μέρος σε όλες σχεδόν τις μάχες των Βαλκανικών Πολέμων των ετών 1912-1913.
Τα έτη 1918-1919 το 42ο Σύνταγμα Ευζώνων, με διοικητή το συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα, κλήθηκε να πολεμήσει στη Ρωσία, στο πλευρό του παλαιού καθεστώτος και εναντίον των υποστηρικτών της Οκτωβριανής Επανάστασης. Με το πέρας της ατυχούς εκστρατείας της Κριμαίας, το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα του στρατηγού Νίδερ, στο οποίο υπαγόταν το 5/42, συμπτύχθηκε προς τη Ρουμανία. Από το Γαλάτσι της Ρουμανίας, αφού διέπλευσε τη Μαύρη θάλασσα, τον Ελλήσποντο και το Ανατολικό Αιγαίο, αποβιβάστηκε στη Μικρά Ασία προς ενίσχυση του μικρασιατικού μετώπου.
Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας το ευζωνικό του Πλαστήρα έφθασε στο απόγειο της δόξας του, καταφέρνοντας να προελάσει έως το «καταραμένο βουνό» Καλέ Γκρότο, πέρα από τον ποταμό Σαγγάριο.
Ο ηρωισμός και η ορμητικότητα που επέδειξαν οι άνδρες του 5/42 στο πεδίο της μάχης οδήγησαν τους τούρκους αντιπάλους τους στο σημείο να τους αποκαλούν Σαϊτάν Ασκέρ, δηλαδή Ασκέρι του Διαβόλου.
Κατά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου το σύνταγμα ευζώνων του Πλαστήρα κατάφερε να υποχωρήσει συντεταγμένα και προβάλλοντας σθεναρή αντίσταση στις τουρκικές δυνάμεις που προήλαυναν, γεγονός που επέτρεψε σε σε πολλούς Έλληνες της Μικρασίας να διαφύγουν και να διασωθούν.
Οι γραμμές που ακολουθούν είναι χαρακτηριστικές του τρόπου με τον οποίον αντιμετώπιζαν τον Πλαστήρα, τον επιλεγόμενο Μαύρο Καβαλάρη, και το ευζωνικό σύνταγμά του όσοι συμμετείχαν στις επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού επί μικρασιατικού εδάφους:
«Κάποια μέρα είδαμε να κυκλοφορούν πολλοί εύζωνοι. Ήταν το 5/42 των Ευζώνων του Πλαστήρα, που ήρθε για ανάπαυση από το μέτωπο. Το ευζωνικό του Πλαστήρα από τότε το περιέβαλλε κάποιος θρύλος. Μου έκαναν εξαιρετική εντύπωση αυτοί οι νευρώδεις, ηλιοκαμένοι άντρες. Είχαν αλήθεια επάνω τους κάτι το ρωμαλέο, το αντρίκειο, το ασίκικο. Εθεωρείτο η πιο εκλεκτή πολεμική μονάδα. Το σαϊτάν ασκέρ, όπως το έλεγαν οι Τούρκοι».
«Ένα άχρωμο και άτονο ηλιοβασίλεμα ξεψυχάει στον κάμπο του Αφιόν Καραχισάρ. Στο βάθος του κάμπου δυο καβαλάρηδες καλπάζουν προς το μέρος μας μέσα σε δυο σύννεφα σκόνης. Όλο και πλησιάζουν. Ο πρώτος φαίνεται αξιωματικός, ο δεύτερος εύζωνας. Μόλις έφτασαν στην είσοδο, ο αξιωματικός αφήνει απότομα τα ηνία του αλόγου, πιάνει με τα δυο του χέρια τη σέλα και με μια σβέλτη ακροβατική κίνηση πηδάει ολόρθος στη γη. Ένας συνταγματάρχης, ψηλός, ξερακιανός, σχεδόν μαύρος, μ’ ένα τσιγκελωτό μουστάκι, με μάγουλα ρουφηγμένα. Πολύχρωμα τετραγωνάκια φιγουράρουν στο στήθος του αμπέχονου. Τα διάσημα. Στο αριστερό μανίκι τα εξάμηνα του μετώπου. Στο δεξί τα τεθλασμένα σήματα των τραυμάτων. Με δέος σταθήκαμε κλαρίνο. Έτσι ψηλός κι αγριωπός, καθώς στάθηκε μπροστά μας, μας έμπηξε το φοβερό του βλέμμα. Για να μη μας κουράζει στη στάση προσοχής και στη στάση του χαιρετισμού, μας άδραξε με τα στιβαρά του χέρια τα δεξιά μας χέρια και μας τα κατέβασε. Μας ρωτούσε αρκετή ώρα για την εργασία του σταδίου. Ύστερα έκανε μια βόλτα στο στάδιο. Με το συνάδελφό μου υπολογίσαμε ότι αυτός έπρεπε να ήταν ο Πλαστήρας. Πλησίασα τον τσολιά που κρατούσε τ’ άλογα και τον ρώτησα για να βεβαιωθώ: Ποιος είναι συνάδελφε αυτός ο συνταγματάρχης; Ο τσολιάς φάνηκε σαν να παραξενεύτηκε για την ανόητη ερώτησή μου, για κάτι που έπρεπε να ξέρω. Δεν τουν ξέρ’τε; Ου Πλαστήρας.
Ο Πλαστήρας σε λίγο πέρασε πάλι μπροστά μας. Με την ίδια σβέλτη κίνηση ανέβηκε στο άλογό του. Το ψαρί του άλογο χοροπήδησε για λίγο. Έτσι λεβέντης, σαν Άη Γιώργης καβαλάρης, χάθηκε προς την ίδια κατεύθυνση, προς το βάθος του μικρασιατικού κάμπου».
Το 42ο Σύνταγμα Ευζώνων έλαβε μέρος και στον ελληνοϊταλικό πόλεμο των ετών 1940-1941 και βρέθηκε ευθύς εξαρχής στην πρώτη γραμμή. Οι ηρωικοί αγώνες και οι νεκροί ρουμελιώτες εύζωνοι του αλβανικού έπους τραγουδήθηκαν με το εξής δημοτικό τραγούδι:
«Τ’ έχεις, καημένε κόρακα, που σκούζεις και φωνάζεις.
Μήνα διψάς για γαίματα, μήνα πεινάς για κρέας;
Πέτα ψηλά στο Λάμποβο, ψηλά στο Τεπελένι,
Που πολεμούν τ’ αδέρφια μας μ’ ασκέρια Ιταλιάνων.
Εκεί θα βρεις τα αίματα, εκεί θα βρεις το κρέας,
εκεί κορμάκια κείτονται ηρωικών τσολιάδων,
τσολιάδων του Τριανταεννιά και του Σαρανταδύο.
Δεν έχουν μάνα να τους δει, γυναίκα να τους κλάψει.
Έχουν τους όλμους συντροφιά, προσκέφαλο μια πέτρα
Και για πανωσκεπάσματα τους πάγους και τα χιόνια»
Δυστυχώς, η λαμπρή ιστορική διαδρομή, η δόξα και η μνήμη του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων έμελλε να αμαυρωθούν από το τραγικό τέλος του συνταγματάρχη Δημητρίου Ψαρρού και των ανδρών του στο Κλήμα Δωρίδος, στην ορεινή Ναυπακτία, στις 17 Απριλίου 1944.
Ο Ψαρρός, ο οποίος είχε αναδιοργανώσει το ιστορικό 5/42 και έδινε μάχες εναντίον του κατακτητή στα εδάφη της Ρούμελης, βρήκε φρικτό θάνατο, κι αυτό είναι το πλέον τραγικό, εξαιτίας του αδελφοκτόνου μίσους που είχε αρχίσει να κυριαρχεί στην πατρίδα μας και επέπρωτο να οδηγήσει λίγο αργότερα στον Εμφύλιο των ετών 1946-1949.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις