Αναδρομικά για όλο το Δημόσιο – Η κρίσιμη απόφαση του ΣτΕ
Αρχές Φεβρουαρίου αποφασίζει το ΣτΕ, ενώ κάθε υπάλληλος διεκδικεί περίπου 3.000 ευρώ από τα κομμένα δώρα
Έως 3.000 ευρώ για την τριετία 2016-2018 είναι το ποσό των αναδρομικών από τα κομμένα δώρα που διεκδικούν όχι μόνο οι εν ενεργεία υπάλληλοι της Δημόσιας Διοίκησης, αλλά και όλοι οι υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Η πλήρης κατάργηση των επιδομάτων των εορτών και του επιδόματος αδείας (500 ευρώ δώρο Χριστουγέννων + 250 δώρο Πάσχα + 250 επίδομα άδειας) που έγινε με τον νόμο 4093/12 κρίθηκε αντισυνταγματική. Οι πρώτες περικοπές που έγιναν με τον ν. 3833/10 και τον ν. 3845/10 είχαν κριθεί με παλιότερη απόφαση του 2015, του ΣτΕ, συνταγματικές. Το αν η απόφαση θα ισχύσει αναδρομικά, θα κριθεί από τη δίκη που θα γίνει στην ολομέλεια του ΣτΕ την 1η Φεβρουαρίου 2019.
Πάντως, η απόφαση επηρεάζει τόσο τους υπηρετούντες με έννομη σχέση δημοσίου δικαίου στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ και σε ΝΠΠΔ, τους υπηρετούντες ΙΔΑΧ, όσο και τους υπηρετούντες στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Η ΑΔΕΔΥ επισημαίνει ότι προς το παρόν δεν χρειάζεται καμία άλλη ενέργεια, πέραν της αίτησης μη παραγραφής, η οποία πρέπει να κατατεθεί μέχρι και σήμερα 31/12/2018 (από όσους δεν κατατέθηκε). Σημειώνεται εξάλλου ότι η απόφαση του ΣτΕ για τους δημοσίους υπαλλήλους θα αποτελέσει πρόκριμα και για τις ανάλογες διεκδικήσεις των συνταξιούχων.
Οπως τονίζει σε δήλωσή του στα «ΝΕΑ» ο αντιπρόεδρος της ΑΔΕΔΥ Δημήτρης Μπράτης, η απόφαση του ΣΤ’ τμήματος του ΣτΕ που ελήφθη με συντριπτική πλειοψηφία (6-1) κρίνει αντισυνταγματικές τις διατάξεις του ν. 4093/12 με τις οποίες περικόπηκαν εντελώς τα δώρα των δημοσίων υπαλλήλων που είχαν διαμορφωθεί, μετά τις περικοπές των ν. 3833/10 και 3845/10, στο ποσό των 1.000 ευρώ ετησίως.
Η κυβέρνηση – προσθέτει ο Δημήτρης Μπράτης – μετά και την απόφαση του ΣΤ» τμήματος του ΣτΕ, η οποία κατά την εκτίμηση των νομικών, δεν θα αλλάξει στην ολομέλεια, οφείλει να επανανομοθετήσει άμεσα τα δώρα και να χορηγήσει τα αναδρομικά σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους, όπως έκανε πρόσφατα με τους ενστόλους, τους πανεπιστημιακούς και τους γιατρούς. Η χώρα δεν πρέπει να γίνει ένα απέραντο δικαστήριο. Ηδη στο σύνολό τους σχεδόν οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν καταθέσει στην υπηρεσία τους, σύμφωνα με τις οδηγίες της ΑΔΕΔΥ, την αίτηση διακοπής της παραγραφής των αναδρομικών και αναμένουμε και την απόφαση της ολομέλειας, η οποία εκδικάζει την υπόθεση την 1η Φεβρουαρίου του 2019, για να καθορίσουμε τις περαιτέρω ενέργειές μας.
Οπως παρατηρεί σχετικά με τις αποφάσεις του ΣτΕ για τα επιδόματα εορτών και αδείας η δικηγόρος – νομική σύμβουλος της ΑΔΕΔΥ Μαργαρίτα Παναγοπούλου, κατόπιν μιας πρώτης μελέτης των εκδοθεισών αποφάσεων του ΣτΕ, παρατηρούνται τα εξής:
α) Η απόφαση (το σκεπτικό όλων είναι όμοιο) έκρινε κατά πλειοψηφία ότι η κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας για λειτουργούς και υπαλλήλους του Δημοσίου και στρατιωτικούς (όπως και για τους διαδίκους δικαστικούς υπαλλήλους) που έλαβε χώρα από 1.1.2013 με τον ν. 4093/2012 (περ. 1 της υποπ. Γ1 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου αυτού) είναι αντισυνταγματική. Μειοψήφησε ένας και μόνον σύμβουλος.
β) Η απόφαση δεν όρισε τίποτα αναφορικά με το πότε θα ισχύσει η αντισυνταγματικότητα αυτή, ήτοι αναδρομικά ή για το μέλλον (δηλαδή από τη δημοσίευσή της και εφεξής). Ως εκ τούτου, το εν λόγω ζήτημα ενδεχομένως να τεθεί στην Ολομέλεια, στην οποία η ΑΔΕΔΥ μπορεί να ασκήσει παρέμβαση υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 2479/1997 που ορίζει τα εξής: «1. α. Σε δίκη ενώπιον του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου ή της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στην οποία, ενόψει των ισχυρισμών των διαδίκων ή της τυχόν παραπεμπτικής απόφασης, τίθεται ζήτημα αν διάταξη τυπικού νόμου είναι σύμφωνη προς το Σύνταγμα ή όχι, έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν παρέμβαση φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, τα οποία δικαιολογούν έννομο συμφέρον σε σχέση με την κρίση του ζητήματος αυτού, εφόσον το αυτό ζήτημα εκκρεμεί σε δίκη ενώπιον άλλου δικαστηρίου ή δικαστικού σχηματισμού του αυτού κλάδου δικαιοσύνης στην οποία είναι διάδικοι».
γ) Από το σκεπτικό της απόφασης προκύπτει ότι τούτη δεν αφορά ασφαλώς μόνον τους δικαστικούς υπαλλήλους που ήταν διάδικοι στις οικείες υποθέσεις που κρίθηκαν από το ΣτΕ, αλλά όλους τους υπαλλήλους του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Ως εκ τούτου, η απόφαση επηρεάζει τόσο τους υπηρετούντες με έννομη σχέση δημοσίου δικαίου στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ και σε ΝΠΠΔ, τους υπηρετούντες ΙΔΑΧ, όσο και τους υπηρετούντες στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
δ) Για τα διοικητικά δικαστήρια η απόφαση είναι πλήρως δεσμευτική (επί ποινή αναιρέσεως), λόγω του ότι έχει εκδοθεί με τη διαδικασία του προδικαστικού ερωτήματος του άρθρου 1 ν. 3900/2010 με αποτέλεσμα να μην μπορούν να απόσχουν από το σκεπτικό της.
ε) Στο σκεπτικό της απόφασης, με παραπομπή στη σχετική νομολογία του ΣτΕ (ΣτΕ Ολ. 668/2012, 3404-3406/2014, 3372, 3373/2015 κ.ά.), αναφέρεται ρητώς ότι δεν τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας των διατάξεων των ν. 3833/2010, 3845/2010 και 4024/2011 λόγω των θεσπισθέντων με αυτές μισθολογικών μέτρων (περικοπές αποδοχών και επιδομάτων).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις