Όλα αυτά επισκιάζονται από μία διαρκή συνταγματική κρίση, καθώς η κυβέρνηση της χώρας επιχειρεί να ανατρέψει παλαιότερη νομοθεσία για την καταπολέμηση της διαφθοράς και έρχεται σε αντιπαράθεση με τον πρόεδρο Κλάους Γιοχάνις, ο οποίος άλλωστε είχε εκλεγεί με «σημαία» την καταπολέμηση της διαφθοράς. Μόλις προ ημερών, ο Γιοχάνις απέρριψε αίτημα του υπουργού Δικαιοσύνης για αντικατάσταση του γενικού εισαγγελέα Αουγκουστίν Καζάρ και επιπλέον έθεσε βέτο στον διορισμό νέου υπουργού περιφερειακής ανάπτυξης- υποψιαζόμενος προφανώς αδιαφανείς χειρισμούς για τη διασπάθιση ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Μιλώντας στη γερμανική ραδιοφωνία (DLF) ο αυστριακός πολιτικός Χάνες Σβόμποντα, πρώην ευρωβουλευτής και επικεφαλής των ευρωπαίων σοσιαλιστών, αναφέρεται στις ιδιαιτερότητες της Ρουμανίας, αλλά και στις δυνατότητες που έχει η ΕΕ να παρέμβει σε μία εσωτερική πολιτική διαμάχη. «Είναι σκληρό, αλλά μάλλον δεν είναι λάθος να επισημαίνει κανείς τη μόνιμη αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και προέδρου», λέει ο Σβόμποντα. «Ωστόσο, νομίζω ότι είναι απαραίτητο να μη γίνεται αυτό από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά από τους συναδέλφους μεταξύ των προέδρων και των πρωθυπουργών, να λένε τα πράγματα με το όνομά τους. Διότι πολλές φορές υπάρχει μία εγκράτεια, πολλοί δεν κρίνουν, για να μην κριθούν και οι ίδιοι αργότερα. Αναφέρομαι τόσο στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, τους συντηρητικούς, όσο και στους σοσιαλδημοκράτες. Πρέπει λοιπόν να διευρύνουμε τη συζήτηση για τις ευρωπαϊκούς κανόνες δικαίου, δεν μπορούμε να την αφήσουμε αποκλειστικά στην Κομισιόν, γιατί αυτό θα προκαλούσε νέα αντι-ευρωπαϊκά στερεότυπα σε πολλές από αυτές τις χώρες».

«Ανώριμοι» οι Ανατολικοευρωπαίοι;

Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη προς Ανατολάς διεύρυνση της ΕΕ, μερικές από «αυτές τις χώρες», τις ανατολικοευρωπαϊκές δηλαδή, συνεχίζουν να βρίσκονται στο στόχαστρο της ΕΕ, ιδιαίτερα για ζητήματα που αφορούν το κράτος δικαίου, τον διαχωρισμό των εξουσιών και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Αλλά και οι ίδιες εύκολα καταφεύγουν στον ρόλο του θύματος, καταγγέλοντας στις Βρυξέλλες ότι αντιμετωπίζονται ως «Ευρωπαίοι δεύτερης κατηγορίας». Τελικά, τί ακριβώς συμβαίνει; «Νομίζω ότι και τα δύο συμβαίνουν», υποστηρίζει ο Χάνες Σβόμποντα. «Από τη μία πλευρά πολλές ανατολικοευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν αντιληφθεί ότι πρέπει να επιταχύνουν την πορεία τους προς τη δημοκρατία και να καταπολεμήσουν τη διαφθορά, ότι δεν μπορούν απλώς να εισπράττουν χρήματα και την ίδια στιγμή να καθυστερούν ή και να ακυρώνουν μεταρρυθμίσεις. Από την άλλη πλευρά βέβαια υπάρχει στη Δύση- ιδιαίτερα στη Γερμανία και στη Γαλλία, αλλά όχι μόνο εκεί- η αντίληψη ότι, εντάξει, είναι λίγο ανώριμοι όλοι αυτοί και πρέπει πρώτα να τους διδάξουμε πώς συμπεριφέρονται στην Ευρώπη, στο προσφυγικό για παράδειγμα. Αντί να τους δίνουμε κίνητρα, προσπαθούμε να τους επιβάλουμε ποσοστώσεις. Υπάρχει λοιπόν κάποια παρανόηση και από τις δύο πλευρές…»

Ιδιαίτερα στο προσφυγικό, επισημαίνει ο αυστριακός πολιτικός, οι Βρυξέλλες φαίνεται να αγνοούν μία σημαντική πτυχή του προβλήματος στην ανατολική Ευρώπη: «Πολλές από αυτές τις χώρες χάνουν πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό. Στη Δύση μιλάμε συνήθως για εκείνους που έρχονται, αλλά εκείνοι που φεύγουν είναι ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα αν σκεφτούμε τη Βουλγαρία για παράδειγμα, εν μέρει και τη Ρουμανία ή ακόμη και τις χώρες της Βαλτικής. Όταν συζητούμε το προσφυγικό, πρέπει να εντάξουμε στη συζήτηση και αυτή την πτυχή: τί πρέπει να κάνουμε, ώστε μεμονωμένες πόλεις ή περιφέρειες να δηλώσουν διατεθειμένες να δεχθούν πρόσφυγες; Μπορούμε να προσφέρουμε κίνητρα ή πόρους; Καλύτερα να γίνει αυτό, παρά να τους καθυβρίζουμε γιατί δεν δέχονται ποσοστώσεις που λίγο πολύ η Δύση τους έχει επιβάλει, χωρίς καν να τις τηρεί και η ίδια…»

Κέρδη για ακραίες πολιτικές δυνάμεις

Το ερώτημα είναι αν οι προσεχείς ευρωεκλογές δίνουν το έναυσμα ώστε να γίνει μία ουσιαστική συζήτηση για όλα αυτά- ή αν, αντιθέτως, αποτελούν αφορμή για ακόμη πιο έντονες αντιπαραθέσεις. Ο Χάνες Σβόμποντα δεν φαίνεται ιδιαίτερα αισιόδοξος: «Το πρόβλημα είναι ότι από όλη αυτή την κατάσταση αντλούν κέρδη ακραίες ή ακόμη και εξτρεμιστικές ομάδες- ιδιαίτερα στο πολιτικό στρατόπεδο της Δεξιάς- δηλαδή εκείνοι ακριβώς που θέλουν μία εντελώς διαφορετική Ευρώπη. Την ίδια στιγμή οι σοσιαλδημοκράτες, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, εν μέρει και οι Φιλελεύθεροι ή οι Πράσινοι, βλέπουν τη δύναμή τους να συρρικνώνεται και αυτό τους ωθεί στο να κάνουν τα πάντα ώστε να μην φυλορροούν κι άλλο. Οπότε νομίζω ότι γίνεται πιο δύσκολο και όχι πιο εύκολο. Αλλά μία συζήτηση επί της αρχής για την Ευρώπη, για τη μοναδικότητά της, δεν μπορούμε να την αποφύγουμε. Πρέπει να την κάνουμε πριν, αλλά κυρίως μετά από τις ευρωεκλογές…»

Γιούργκεν Τσουρχάιντε, Γιάννης Παπαδημητρίου