Στην ρητορική των προκλήσεων επιμένει σταθερά η Τουρκία, έναντι της Ελλάδας και μετά το πέρας των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Το πρωί του Σαββάτου ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, Χουλουσί Ακάρ σε δηλώσεις του στα ΜΜΕ ζήτησε αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, καλώντας προκλητικά την Ελλάδα να «σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες», καλώντας μάλιστα τον Ευάγγελο Αποστολάκη να λάβει τα απαραίτητα μέτρα. Ο Χ. Ακάρ κατηγόρησε την Ελλάδα ότι «παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, τις συνθήκες, εξοπλίζοντας νησιά του Αιγαίου, τα οποία υπόκεινται σε καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης», ενώ δεν παρέλειψε να προειδοποιήσει ότι η Άγκυρα είναι προσηλωμένη στην υπεράσπιση των συμφερόντων της στην ευρύτερη περιοχή.

«Εφόσον η Τουρκία δηλώνει ότι σέβεται την καλή γειτονία, ας μάθει να σέβεται και το διεθνές δίκαιο όπως αυτό ισχύει και όχι όπως εκείνη αυθαίρετα το ερμηνεύει» ήταν η απάντηση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, με τον εκπρόσωπο, Αλέξανδρο Γεννηματά να τονίζει ότι «η Τουρκία οφείλει να εργαστεί για την αποκλιμάκωση της έντασης και την οικοδόμηση εμπιστοσύνης»…

Η Τουρκία παρά τη παρέλευση των αυτοδιοικητικών εκλογών δεν δείχνει να αλλάζει στάση έναντι της Ελλάδας, ούτε να επιδιώκει αποκλιμάκωση της έντασης, το αντίθετο μάλιστα, συντηρεί μία εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση μένοντας πιστή στην πολιτική των προκλήσεων και των παραβιάσεων.

Το παιχνίδι του εκβιασμού

Η ρητορική της έντασης υπηρετείται με συνέπεια τόσο από κυβερνητικά στελέχη πρώτης γραμμής, όπως ο Χουλουσί Ακάρ και ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου (υπουργός Εξωτερικών), καθώς και ο ίδιος ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενώ συντηρείται και από «γραφικούς» εθνικιστές που περιφέρονται με δηλώσεις αμφισβήτησης της κυριαρχίας της Ελλάδας σε Αιγαίο και Κρήτη. Την ίδια στιγμή το δικό τους ρόλο αναλαμβάνουν να παίξουν και τα τουρκικά ΜΜΕ, τα οποία πολλές φορές προχωρούν και σε δημοσιεύματα τα οποία δείχνουν το δρόμο που θα ακολουθήσουν την επόμενη μέρα και τα κυβερνητικά στελέχη.

Η Ελλάδα βρίσκεται στο στόχαστρο της τουρκικής κυβέρνησης, για μία σειρά από λόγους, καθώς μπορεί να αξιοποιηθεί στο μέγιστο βαθμό για αποπροσανατολισμό, ωστόσο η κατάσταση οξύνεται ακόμα περισσότερο από τον εναγκαλισμό Αθήνας – Ουάσιγκτον και την προοπτική ενίσχυσης της αμυντικής συνεργασίας, στον απόηχο της απόφασης της Άγκυρα να προχωρήσει στην απόκτηση των ρωσικών S- 400.

Η Αθήνα εμφανίζεται να επενδύει πάρα πολλά στον «ψυχρό πόλεμο» ΗΠΑ – Τουρκίας, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα μετατρέπεται σε ενεργειακό κόμβο και πυλώνα σταθερότητας αναβαθμίζοντας τη θέση της μέσα από αυτή τη διένεξη και το ρόλο που διαδραματίζει.

Ωστόσο αυτή είναι η μισή αλήθεια. Σίγουρα οι ΗΠΑ αναζητούν νέους στρατηγικούς συμμάχους για να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην Ανατολική Μεσόγειο και Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν πρόθυμους συνεργάτες, με αποτέλεσμα τις δηλώσεις για συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, πώληση όπλων, των F-35, μνημονίων συναντίληψης, ακόμα και νομοσχέδιο που υποχρεώνει αναφορά στις ΗΠΑ για τις τουρκικές παραβιάσεις σε Αιγαίο και κυπριακή ΑΟΖ, καθώς και άρση του εμπάργκο όπλων των ΗΠΑ προς την Κυπριακή Δημοκρατία.

Η ιστορία όμως έχει και συνέχεια και εγκυμονεί κινδύνους.

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα βρίσκεται στο σημείο τριβής των αμερικανο – τουρκικών σχέσεων και οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι ο καλύτερος τρόπος εκβιασμού της Άγκυρας είναι η αξιοποίηση της ενίσχυσης της  συμμαχίας τους με Αθήνα και Λευκωσία, τόσο μέσω του ενεργειακού προγράμματος της Κύπρου, όσο και μέσω των δηλώσεων περί ενίσχυσης της αμυντικής συνεργασίας με τις δύο χώρες.

Τουρκία και ΗΠΑ βαδίζουν αυτή τη στιγμή το επικίνδυνο μονοπάτι του εκβιασμού και επιλέγουν και οι δύο πλευρές να τραβούν το σκοινί όλο και περισσότερο κάθε φορά.

Οι S-400 τείχος προστασίας στο Αιγαίο

Υπενθυμίζεται ότι μόλις πριν λίγες μέρες, η τουρκική εφημερίδα Milliyet συνέδεσε άμεσα την αγορά των ρωσικών S-400 με τις υποτιθέμενες «ελληνικές παραβιάσεις» στο Αιγαίο και την ασφάλεια της Τουρκίας όσον αφορά τα συμφέροντα της στην Ανατολική Μεσόγειο, υποστηρίζοντας ότι έτσι χτίζεται ένα τείχος προστασίας που έχει ανάγκη η χώρα.

Ένα δημοσίευμα που σήκωσε επί της ουσίας το γάντι των ΗΠΑ, δίνοντας μία γεύση του τι θα επακολουθήσει.

Η μεταστροφή των ΗΠΑ θα πρέπει να ερμηνευθεί ως αποτέλεσμα της ανάγκης τους να προχωρήσουν σε αναθεώρηση της πολιτικής τους στον απόηχο και της διαδικασίας αποδόμησης των αμερικανο – τουρκικών σχέσεων και τίθεται το ερώτημα και για τους κινδύνους που εγκυμονεί η αξιοποίηση της Κύπρου αλλά και της Ελλάδας στο παζάρι με την Άγκυρα και τι θα μπορούσε να επιφέρει ένα ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο…

Πρέπει να σημειώσουμε δε ότι ο εναγκαλισμός της Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας με τις ΗΠΑ δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια επίλυσης όλων των προβλημάτων και, ειδικά, της επιθετικότητας της Τουρκίας.

Το ερώτημα είναι κατά πόσο τελικά ΗΠΑ και Τουρκία θέλουν πραγματικά να προχωρήσουν σε ένα διαζύγιο το οποίο θα κοστίσει πάρα πολύ και στις δύο πλευρές.

Οι αμερικανο – τουρκικές σχέσεις έχουν άμεση επίπτωση και στην τουρκική οικονομία, η οποία εξαρτάται από τη Δύση και αυτή τη στιγμή περνάει τη δεύτερη φάση μιας βαθιάς κρίσης που την απειλεί με κατάρρευση και εκδηλώθηκε πιο έντονα την περίοδο των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών το καλοκαίρι του 2018.

Ο Ρ. Ερντογάν θεωρεί πλέον σαφώς υπεύθυνες για το πραξικόπημα του 2016 τις ΗΠΑ και επιχειρεί να δείξει και να υποστηρίξει όσο περισσότερο μπορεί μία τάση ανεξαρτητοποίησης της Άγκυρας από την Ουάσιγκτον, με στόχο και το κοινό στο εσωτερικό της χώρας, εμφανίζοντας εαυτόν «αυτόφωτο» και «ελεύθερο» να κάνει τις επιλογές του στη διακυβέρνηση…

Δεν είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι θέλει πραγματικά να απογαλακτιστεί. Αντίστοιχα η Δύση δεν θέλει να χάσει αμαχητί την Τουρκία και να αποκτήσει ένα νέο «Ιράν» στην περιοχή…

Η γκρίζα νίκη των εκλογών

Οι αυτοδιοικητικές εκλογές που παρά την επικράτηση του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σε ψήφους, αποτέλεσαν βατερλό για τον «σουλτάνο» σε Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα, Σμύρνη και άλλους δήμους αποτύπωσαν τη λαϊκή δυσαρέσκεια για την κατάσταση της οικονομίας και την φτωχοποίηση των πολιτών, ενώ στο χορό της αμφισβήτησης παρά τις απειλές του Ερντογάν μπήκαν και θεσμοί όπως η Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή, επικυρώνοντας τα εναντίον του αποτελέσματα και αψηφώντας τις απειλές του. Τα «πήλινα πόδια» του γίγαντα τρίζουν όλο και περισσότερο και η εξουσία του Ρ. Ερντογάν θαμπώνει, οδηγώντας τον σε αναζήτηση διεξόδου.

Η ενίσχυση του εθνικισμού και η συντήρηση της ρητορικής έντασης με την Ελλάδα υπό αυτές τις συνθήκες είναι αναμενόμενη, καθώς συνδέεται άμεσα με την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία.

Η Αθήνα και ο ελληνικός Τύπος έγιναν ακόμα και μέρος της επίθεσης του Ρ. Ερντογάν στον νέο δήμαρχο Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, με δημοσιεύματα που επισημαίνουν ότι η νίκη του έδωσε χαρά στους «εχθρούς της Τουρκίας»…

Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται

Με το Ρ. Ερντογάν να βλέπει την εξουσία του θα χάνει μεγάλο μέρος της ελκυστικότητάς του για τον λαό –ιδιαίτερα ως αποτέλεσμα της προβληματικής οικονομίας της Τουρκίας και να απειλείται ακόμα περισσότερο από τις επιλογές συμμαχιών του, σε διεθνές επίπεδο, είναι φυσικό να επιλέγει την πόλωση και να επιτίθεται στην Ελλάδα που είναι σε όλα τα επίπεδα ο εύκολος στόχος.

Και ενώ η «αυτοκρατορία» του Ερντογάν αντεπιτίθεται δημιουργεί τις συνθήκες για ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, στο οποίο δεν είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα θα βρει την υποστήριξη που περιμένει από τους συμμάχους της. Το αντίθετο. Μία τέτοια εξέλιξη ίσως και να συμφέρει όσους θα ήθελαν να δουν το Αιγαίο να περνά στον πλήρη έλεγχο του ΝΑΤΟ και επισήμως, δίνοντας την κατάλληλη αφορμή…