Πριν από πολλά χρόνια ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε γράψει εκείνο το επικό τραγούδι με τίτλο: «Κωλοέλληνες».

Τότε, αλλά και τώρα, πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν θιγεί με τους στίχους του τραγουδιού που έλεγε σε κάποιο σημείο:

«Κράτος ασυστόλων

και πεσμένων κώλων

κωλοέλληνες.

Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη

που φτάνει στον γνωστό αγριορωμιό

στο ντάτσουν μιας φυλής που ζει φευγάτη

απ’ ό, τι Ελληνικό στον κόσμο αυτό».

Κι όμως, αν θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάτι τη φυλή των Νεοελλήνων είναι ακριβώς αυτό το τραγούδι. Όλα τα κακά που θα μπορούσε να έχει ένας λαός συγκεντρωμένα στους Έλληνες οι οποίοι τα μόνα που αναδεικνύουν πάντα είναι τα πλεονεκτήματα.

Εθελοτυφλούμε στα υπόλοιπα, τα πάντα για εμάς είναι κανονικότητα.

Ένα κοριτσάκι χαροπαλεύει από αδέσποτη σφαίρα κάποιου όπλου που ήθελε να γιορτάσει έτσι την Ανάσταση. Οι πυροβολισμοί στον αέρα είναι μαγκιά, και συνεχίζεται ως έθιμο ακόμη κι αν έχουμε θύματα. Πόσος καιρός έχει περάσει από το θάνατο ενός μικρού παιδιού στην αυλή του σχολείου από αδέσποτη σφαίρα; Οργιστήκαμε, κλάψαμε, το ξεχάσαμε και πήγαμε παρακάτω.

Τα τελευταία χρόνια στην περιοχή του Νέου Κόσμου η Ανάσταση είναι τουλάχιστον…. εκρηκτική. Εκατοντάδες μολότοφ πετάγονται στο δρόμο με κίνδυνο να υπάρξουν θύματα. Το κράτος απόν. Προσπάθησαν κάποια στιγμή οι αστυνομικοί να σταματήσουν το… έθιμο, τους πλάκωσαν οι «μαχητές» της Ανάστασης και πλέον η ζωή συνεχίζεται. Μέχρι να κλάψουμε κανένα παλικάρι.

Σαϊτοπόλεμος στην Καλαμάτα. Ενας οικογενειάρχης που πήγε να βγάλει το ψωμί του σκοτώνεται από το έθιμο που κρατά 200 χρόνια όπως μας πληροφόρησε ο δήμαρχος κ. Νίκας. Αυτός που έφερε τον «πόλεμο» στο κέντρο της πόλης για να μην κουράζεται ο κόσμος να τρέχει να δει το έθιμο μακριά.

Κι αντί να ξεσηκωθούν οι πάντες, αντί να συλληφθούν εκτός από τους φυσικούς αυτουργούς και οι ηθικοί αυτουργοί, τι κάνουμε;

Μια ωραία κηδεία στον εικονολήπτη που ήταν απλά… άτυχος και του χρόνου πάλι σαΐτες ενώ ο δήμαρχος Καλαμάτας διεκδικεί να γίνει και περιφερειάρχης. Ίσως για να επεκταθεί το έθιμο σε όλη την Πελοπόννησο.

Και η ζωή συνεχίζεται….

Σκοτώνονται δεκάδες άνθρωποι στο δρόμο επειδή οι Έλληνες δε μασάνε και δείχνουν τη μαγκιά τους με το να πίνουν και μετά να οδηγούν. Αλλά τι έγινε; Μπορεί του Έλληνας ο τράχηλος να υπομείνει τον ζυγό της απαγόρευσης;

«Εμένα θα μου πεις πως θα οδηγώ ρε», είναι η μόνιμη απάντηση, ακόμη και από τους οδηγούς που βάζουν τα παιδιά τους μπροστά στο αυτοκίνητο, χωρίς ζώνη;

«Εμένα θα μου πεις να μη ρίχνω μπαλοθιές», σου λένε οι Κρητίκαροι που αποθεώνουν τους Πολάκηδες αυτού του κόσμου γιατί είναι μάγκες και βράζει το αίμα τους;

«Εμένα θα μου πεις». Μια τόσο μικρή φράση, μια τόσο δολοφονική ατάκα από τους Κωλοέλληνες που κλαίνε πολύ εύκολα στις κηδείες αλλά ξεχνούν τόσο γρήγορα τους νεκρούς.

Μέχρι πότε; Αυτό είναι το ερώτημα για έναν λαό που ζει ακόμη με πρωτόγονους κανόνες συμπεριφοράς.