Μέσα σε ένα ιδιαίτερα φορτισμένο πολιτικά κλίμα, με αντιπαλότητες που είχαμε χρόνια να δούμε, θα διεξαχθεί η τρίτη και τελευταία συνεδρίαση στη Βουλή, πριν την ψηφοφορία για την παροχή στήριξης στην κυβέρνηση, που αναμένεται να ξεκινήσει στις 8 το βράδυ.

Η σφοδρή σύγκρουση της Τετάρτης προοιωνίζεται νέα κόντρα Τσίπρα – Μητσοτάκη καθώς στις πολιτικές διαφορές ήρθαν να προστεθούν πατεράδες, θείοι, μητέρες και γυναίκες, η περίοδος της Χούντας και ό,τι άλλο θα μπορούσε να πλήξει τον πολιτικό αντίπαλο. Η απόφαση του προέδρου της ΝΔ να απαντά πλέον όταν του ρίχνουν λάσπη και χτυπούν την οικογένειά του είναι δεδομένο ότι θα μετατρέψει σε αρένα την προεκλογική περίοδο.

Αλλωστε το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός στην αρχή και μετά ο ξάδερφός του, Γιώργος, και η αδερφή του, Ζανέτ, κλήθηκαν να υπερασπιστούν τον Παύλο και τον Ηρακλή Τσίπρα, δείχνει αν μη τι άλλο έναν εκνευρισμό.

Ο Αλέξης Τσίπρας για πάρα πολύ καιρό υπήρξε ένας ιδιαίτερα ψύχραιμος πολιτικός. Εάν κανείς δει διαχρονικά τη δημόσια παρουσία, θα διαπιστώσει ότι ήταν εξαρχής ένας πολιτικός που ποτέ δεν ήθελε να δείξει ότι χάθηκε ο έλεγχος. Αντίθετα, μπορούσε ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, για παράδειγμα τις ημέρες μετά το δημοψήφισμα, να διατηρεί μια εντυπωσιακή αυτοκυριαρχία.

Αυτό αποτυπωνόταν και στη στάση του μέσα στο κοινοβούλιο και συνολικά στη δημόσια παρουσία του. Προσεκτικός ομιλητής, με χαρακτηριστική σαφήνεια, σπάνια παρασυρόταν από την όποια διάθεση της στιγμής και συνήθως μπορούσε να σταθεί αποτελεσματικά ακόμη και μέσα σε έντονες συζητήσεις.

Άλλωστε, από νωρίς είχε δείξει ότι χωρίς να είναι χαρισματικός ρήτορας (αυτό φαίνεται πιο έντονα στις συνεντεύξεις παρά στις ομιλίες) μπορεί να σταθεί σε οποιαδήποτε συζήτηση, όντα ταυτόχρονα και πού συνεργάσιμος με τους λογογράφους του (πιο πρόσφατος, σύμφωνα με πληροφορίες ο έμπειρος Θανάσης Καρτερός).

Αυτό του επέτρεψε σταδιακά να αποβάλλει την εικόνα του  «νέου ριζοσπάστη πολιτικού» και να μπορεί να αποπνέει τη βαρύτητα ενός πραγματικού statesman.

Ένας ηγέτης στο απυρόβλητο

Όμως η βασική επιτυχία του Αλέξη δεν αφορούσε τις δεξιότητές του στην πολιτική επικοινωνία.

Η βασική του επιτυχία ήταν ότι μπόρεσε να τεθεί στο απυρόβλητο. Αυτή ήταν μια τέχνη στην οποία είχε αποδειχτεί εξίσου ικανός με τον Αντρέα Παπανδρέου. Θυμίζουμε ότι ο Αντρέας Παπανδρέου είχε μια ιδιαίτερη ικανότητα να κερδίζει τα εύσημα για όλα τα θετικά επιτεύγματα των κυβερνήσεών του αλλά να διασφαλίζει ότι η κριτική για τα επιμέρους προβλήματα καταλήγει πάντα  να αφορά κάποιους άλλους, συνήθως τους υπουργούς του.

Ακόμη περισσότερο: ο Αλέξης Τσίπρας είχε καταφέρει να είναι το βασικό πολιτικό asset της κυβέρνησής του. Ο κόσμος μπορεί να κορόιδευε τη χρήση της ελληνικής γλώσσας από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, ιδίως όταν προσπαθούσε να εξηγήσει γιατί η λιτότητα δεν είναι αυτό που φαίνεται, μπορεί να εξέφραζε διαμαρτυρίες κατά του Γιώργου Κατρούγκαλου, μπορεί να είχε οργή για τους χειρισμούς του Νίκου Κοτζιά στο Μακεδονικό, μπορεί να εκνευριζόταν με τον Παύλο Πολάκη ή να οργιζόταν με τις επιλογές του Κώστα Γαβρόγλου, όμως όλα αυτά δεν μεταφέρονταν στο πρόσωπο του πρωθυπουργού.

Έτσι, μπορεί η δημοφιλία του πρωθυπουργού μετά το 2015 να μην έφτανε ποτέ σε πολύ μεγάλα ύψη, όμως απέφευγε να χρεώνεται ο ίδιος άμεσα τις κομβικές κυβερνητικές επιλογές.

Αυτό, με τη σειρά του, επέτρεπε στον Αλέξη Τσίπρα να μπορεί να σηκώνει το βάρος συνολικά της εκπροσώπησης της κυβέρνησης και να «καθαρίζει» το παιχνίδι όποτε χρειαζόταν.

Προφανώς και εισέπραττε μέρους του συνολικού κόστους, ιδίως για κεντρικές επιλογές που αποξένωσαν ένα τμήμα του ακροατηρίου της κυβέρνησης όπως η Συμφωνία των Πρεσπών, όμως κανείς δεν αμφισβητούσε την κυρίαρχη θέση του στην πολιτική αντιπαράθεση.

Σε αυτό στηριζόταν ότι μπορούσε επίσης να έχει ένα πολύ μεγάλο έλεγχο των τακτικών ελιγμών. Από το παράδειγμα του δημοψηφίσματος, που κατεξοχήν το επέλεξε για λόγους τακτικής, μέχρι το πώς μπόρεσε να διαχειριστεί την κρίση στη σχέση με τους ΑΝΕΛ και την αλλαγή ουσιαστικά της σύνθεσης της κυβέρνησής τους (σε μια διαδικασία στην οποία απέδειξε ότι έχει πραγματικά μεγάλες δεξιότητες πολιτικής επιβίωσης).

Αντίστοιχα, κατάφερε να δείξει ότι μπορούσε να έχει αφήγημα για την πορεία στις εκλογές, με κομβικούς άξονες την – τυπική – έξοδο από τα μνημόνια, την ελεγχόμενη «σύγκρουση» με τους θεσμούς (στη βάση των υπερπλεονασμάτων) και τις «φιλολαϊκές» εξαγγελίες.

Ο Τσίπρας χάνει την ψυχραιμία του

Όμως, το τελευταίο διάστημα αυτό έχει αλλάξει. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν επιδεικνύει πια την ίδια αυτοσυγκράτηση.  Αντιδρά με μεγαλύτερο εκνευρισμό σε σχέση με παλαιότερα.

Αυτό φάνηκε πολύ έντονα στη συζήτηση στη Βουλή γύρω από την ψήφο εμπιστοσύνης. Ο πρωθυπουργός ανέβασε τόνους, χρησιμοποίησε ανοίκειο ύφος και εκφράσεις σε ορισμένες στιγμές, κατέφυγε σε προσωπικής επιθέσεις.

Η δικαιολογία ότι έπρεπε να το κάνει επειδή και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης διάλεξε πολύ επιθετικούς τόνους, φτάνοντας μέχρι του σημείου να αναφερθεί στην οικογένεια του Αλέξη Τσίπρα, δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει αυτή την εικόνα «απώλειας της ψυχραιμίας».

Για πρώτη φορά ο πρωθυπουργός έδειξε τόσο πιεσμένος και εκνευρισμένος.

Και το φαινομενικό παράδοξο ήταν ότι το έδειξε αυτό, σε μια στιγμή που κανονικά θα έπρεπε να έβγαινε με τόνο «ηγεμονικό», εάν αναλογιστούμε ότι μία μέρα πριν είχε ανακοινώσει ένα πολύ μεγάλο πακέτο «φιλολαϊκών» μέτρων, που μπορεί να μην αντισταθμίζουν τις συσσωρευμένες απώλειες, όμως σίγουρα δίνουν ανάσα σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας.

Οι πολλαπλοί λόγοι του εκνευρισμού του Τσίπρα

Γιατί όμως ο πρωθυπουργός βγάζει αυτόν τον εκνευρισμό ειδικά τώρα, σε μια περίοδο που δείχνει να ξεδιπλώνει έναν σχεδιασμό που με τυπικούς όρους τουλάχιστον τον φέρνουν ένα βήμα πιο μπροστά από το σχεδιασμό της αντιπολίτευσης.

Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με το ότι ο σχεδιασμός δεν έχει προχωρήσει ακριβώς με τον τρόπο θα ήθελε ο πρωθυπουργός.  Το Μακεδονικό μπορεί να έχει υποχωρήσει από το προσκήνιο, ενδεικτικό ότι δεν πολυσυζητήθηκε στο άνοιγμα μιας εφ’ όλης της ύλης συζήτησης για ψήφο εμπιστοσύνης, όμως έχει αφήσει μια αρκετά βαριά δημοσκοπική σκιά σε κρίσιμες περιοχές.

Έπειτα, υπάρχει πάντα το πρόβλημα με την ανοιχτή πληγή που λέγεται τραγωδία στο Μάτι. Η διαρκής επαναφορά στο προσκήνιο μιας τραγωδίας που ήταν ταυτόχρονα και το ναδίρ της κυβέρνησης Τσίπρα και ως προς την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα και ως προς την επικοινωνιακή διαχείριση, είναι σημαντικό πρόβλημα για την κυβέρνηση, ιδίως από τη στιγμή που πλήττει άμεσα και την εικόνα του ίδιου του πρωθυπουργού.

Σε αυτά προστίθεται η υπόθεση Πολάκη. Ο πρωθυπουργός έχει επενδύσει στη δυνατότητα του Παύλου Πολάκη να μπορεί να απευθύνεται σε ένα κομματικό ακροατήριο και να «δίνει γραμμή» για το πώς πρέπει να οριστεί η πολιτική αντιπαράθεση. Αυτό αποκτά ξεχωριστή σημασία εάν αναλογιστούμε ότι σήμερα η πολιτική σκανδαλοθηρία και η εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης εναντίον πολιτικών αντιπάλων αποτελούν κεντρικές αιχμές της κυβέρνησης. Γι’ αυτό το λόγο και υπάρχει πραγματικό πολιτικό κόστος από την τρέχουσα συμπεριφορά του αναπληρωτή Υγείας και την όλη του πολιτική αισθητική, όπως βέβαια και από την ανάγκη να καλείται ο ίδιος ο πρωθυπουργός να του δώσει πολιτική κάλυψη.

Και το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο όταν η υπόθεση Πολάκη ήρθε λίγο καιρό μετά την υπόθεση Πετσίτη. Όπως και να το δει κανείς δεν είναι μικρό πράγμα να είναι στο επίκεντρο κατηγοριών για διαπλοκή ένας τόσο στενός συνεργάτης ενός υπουργού, του Νίκου Παππά, που είναι συνάμα και εξ απορρήτων του πρωθυπουργού.

Αποκορύφωμα όλων αυτών η υπόθεση με το κότερο. Ο πρωθυπουργός προσπάθησε να το παρουσιάσει ως κάτι το απόλυτα θεμιτό και φυσιολογικό και κατηγόρησε την αντιπολίτευση για πολιτική εκμετάλλευση. Κομβικό σημείο η τοποθέτηση ότι εφόσον δεν διαψεύστηκε η πληροφορία,  η κυβέρνηση το είχε επιβεβαιώσει, την ώρα που στην πραγματικότητα ήταν απόλυτα σαφές ότι η κυβέρνηση δεν ήθελε να βγει στη δημοσιότητα οτιδήποτε είχε να κάνει με τις διακοπές του πρωθυπουργού. Κι αυτό ακριβώς γιατί γνώριζε πολύ καλά ότι η εικόνα του Αλέξη Τσίπρα σε κότερο εφοπλιστή λίγο καιρό μετά την τραγωδία στο Μάτι θα αποτελούσε πλήγμα συνολικά στο κυβερνητικό αφήγημα.

Σε όλα αυτά προστίθεται και ο παράγοντας δημοσκοπήσεις: ο αρχικός σχεδιασμός υπολόγιζε ότι κάπου τώρα οι κυβερνητικοί χειρισμοί θα απέδιδαν και εκλογικά. Όμως όλα δείχνουν ότι παρά την αναμενόμενη σχετική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ όσο πλησιάζουμε στις εκλογές, ο στόχος για εκλογές-ντέρμπι ή για ήττα με μικρή διαφορά όλο και απομακρύνεται.

Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα

Στην πραγματικότητα ο Αλέξης Τσίπρας δείχνει να συνειδητοποιεί ότι τώρα μπαίνει σε μια δύσκολη πολιτική φάση, με δύο εκλογικές μάχες μέσα στους επόμενους μήνες στις οποίες το πιο πιθανό είναι το κυβερνών κόμμα να ηττηθεί και άρα ο ίδιος να βρεθεί στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Προφανώς και έχει αρκετό πολιτικό μέλλον, ιδίως εάν αναλογιστούμε ότι η εσωκομματική του θέση στον ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον ακλόνητη, όμως, όπως και να το δει κανείς, μετά από μια επταετία ουσιαστικά που ο ίδιος παρέμεινε η ανερχόμενη και από ένα σημείο και μετά κυρίαρχη πολιτική προσωπικότητα αυτή η επιστροφή στην αντιπολίτευση δεν είναι και το πιο ευχάριστο πράγμα.

Όμως, ο πολιτικός χρόνος έχει τους δικούς του ρυθμούς. Και τη δική του αυστηρότητα.