Και αν δεν αρκεί η κρίση της κάλπης και της Ιστορίας;
Δεν έχει κανέναν λόγο ένας Πρωθυπουργός να σχολιάζει το παραμικρό σε σχέση με μία δικαστική υπόθεση. Και εν προκειμένω υπάρχει μία λεπτομέρεια
Είναι ορθό και θεμιτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην θέλει σε αυτήν την συγκυρία να υποδαυλίσει τα πολιτικά πάθη. Για οποιονδήποτε λόγο.
Είτε επειδή από αυτό το πολιτικό πνεύμα διακατέχεται, είτε επειδή δεν θέλει να δώσει αφορμές στους πολιτικούς του αντιπάλους να πιάσουν το γνωστό τροπάρι της καταδιωκώμενης Αριστεράς.
Είναι όμως οριακά αθέμιτο και πολιτικά περιττό να εμφανίζεται ο Πρωθυπουργός, με αφορμή την διαβίβαση του συμπληρωματικού υλικού της υπόθεσης Novartis στην Βουλή και να δηλώνει: «Εγώ τους πολιτικούς μου αντιπάλους δεν τους στέλνω στα δικαστήρια. Οι Πρωθυπουργοί κρίνονται στις κάλπες, στις συνειδήσεις των πολιτών και στις σελίδες της Ιστορίας».
Δεν έχει κανέναν λόγο ένας Πρωθυπουργός να σχολιάζει το παραμικρό σε σχέση με μία δικαστική υπόθεση. Και εν προκειμένω υπάρχει μία λεπτομέρεια.
Αν υποτεθεί ένας κάποιος πρώην Πρωθυπουργός έχει διαπραξει αξιόποινες πράξεις, θα πρέπει προφανώς και να κριθεί. Και ενδέχεται να μην αρκούν οι κάλπες, οι συνειδήσεις των πολιτών και οι σελίδες της Ιστορίας.
Αυτά δεν σημαίνουν ότι πρέπει να στηθούν διώξεις, να αρχίσει το κυνήγι και να μπούμε σε έναν νέο κύκλο εμφυλιοπολεμικού κλίματος.
Δεν σημαίνει όμως και ότι υπό τον φόβο της ικανότητας της Αριστεράς να κάνει εργαλείο την (αυτο)θυματοποίησή της, θα περνούν όλα δίχως συνέπειες.
Το ότι «δεν είμαστε σαν τους άλλους» δεν χρειάζεται να ανακοινώνεται. Είναι αισθητό και αντιληπτό.
Και εν πάση περιπτώσει, δεν χρειάζεται πρωθυπουργική ανάμειξη. Θα μπορούσε το αποτέλεσμα να έχει επιτευχθεί με ερμηνείες και άλλου τύπου κοινοποίηση της κυβερνητικής αντίληψης.
Όπως έχει ήδη επισημανθεί, ό,τι γίνει θα πρέπει να είναι με τον ενδεδειγμένο τρόπο.
Αλλωστε, η άλλη όψη του νομίσματος φάνηκε ήδη. Οι πρώτες αντιδράσεις από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, εμμέσως ή και πιο ξεκάθαρα ήταν ότι ο Μητσοτάκης δείλιασε μπροστά στον Τσίπρα. Δεν βγαίνει έτσι άκρη, συνεπώς.
Το ζήτημα είναι η ουσία της υπόθεσης.
Είναι κατά πόσον θα μπορέσει να διερευνηθεί εις βάθος το πώς ξεχαρβαλώθηκαν θεσμοί και διαδικασίες, πώς κουρελιάστηκε η διάκριση των εξουσιών, πώς και αν υπήρξε χειραγώγηση της Δικαιοσύνης, πώς κάποιοι πίστεψαν ότι με το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους» ο ΣΥΡΙΖΑ θα κονιορτοποιούσε τους πολιτικούς του αντπάλους και θα παρέμενε στην εξουσία επί δεκαετίες. Περί αυτού επρόκειτο.
Ότι κι αν έχει δηλώσει ή ό,τι κι αν επιθυμεί ο Πρωθυπουργός, ακολουθεί η προκαταρκτική εξέταση. Από αυτήν ενδεχομένως να προκύψουν πολλά και νέα στοιχεία, για πρόσωπα και μεθοδεύσεις, για τα οποία ακόμη δεν έχουμε ακούσει τίποτε.
Μέχρις ότου όμως φανεί τι είναι βάσιμο και ποια θα είναι η εξέλιξη της υπόθεσης, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ένα πολύ σημαντικό στοιχείο. Η περίφημη δήλωση για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο», έγινε έπειτα από σύσκεψη με τον Αλέξη Τσίπρα και κατά την έξοδο του πρώην υπουργού αναπληρωτή Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλου από το Μέγαρο Μαξίμου. Όχι από την αυλή του σπιτιού του…
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις