Η συζήτηση για το άσυλο και τα όρια των «ταχύτερων επιστροφών»
Η κυβέρνηση στο θέμα του ασύλου επικεντρώνει στην εξασφάλιση ταχύτερων επιστροφών, την ώρα που ανθρωπιστικές οργανώσεις ασκούν κριτική και παραμένει ανοιχτό το ερώτημα για τη συνολική πολιτική για την ανθρωπιστική παρουσία στην Ελλάδα και την Ευρώπη
- Δολοφονία σε ξενοδοχείο στην Καλαμάτα - Συνελήφθη ύποπτος
- Σε 20 χρόνια φυλάκισης καταδικάστηκε ο σύζυγος της Ζιζέλ Πελικό για βιασμούς - Ένοχοι οι 51 κατηγορούμενοι
- Αποκάλυψη in: Μία πολυμήχανη 86χρονη παγίδευσε μέλη συμμορίας «εικονικών ατυχημάτων» στα Χανιά
- Δημήτρης Ήμελλος: Το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο ηθοποιό -Τραγική φιγούρα η μητέρα του
Η κυβέρνηση επέλεξε να επιταχύνει τις αλλαγές στο καθεστώς χορήγησης διεθνούς ανθρωπιστικής προστασίας, δηλαδή το καθεστώς χορήγησης ασύλου, ύστερα από την αύξηση των ροών αφίξεων αιτούντων άσυλο στα ελληνικά νησιά το τελευταίο διάστημα που οδήγησε σε πρωτοφανής συνθήκες υπερσυνωστισμού και απαιτούσε τη λήψη έκτακτων μέτρων.
Παρότι, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και θέσεις που υπήρχαν στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, εντούτοις η επιτάχυνση της κατάθεσής του δεν είναι άσχετη με την παραπάνω έκτακτη συνθήκη. Αυτό αποτυπώθηκε και στην επιχειρηματολογία γύρω από τις προτεινόμενες αλλαγές που συνοψίζεται στη φράση «ταχύτερες επιστροφές».
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η χώρα έχει φτάσει σε ένα όριο ως τον αριθμό των αιτούντων άσυλο που βρίσκονται στη χώρα και άρα ότι χρειάζεται ταχύτερη διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών ώστε να υπάρχει διαχωρισμός αυτών στους οποίους θα χορηγηθεί καθεστώς ανθρωπιστικής προστασίας και όσους θα θεωρηθούν παρανόμως εισελθόντες μετανάστες οι οποίοι θα έχουν να αντιμετωπίσουν μετά την επιστροφή.
Όμως, ήδη το νομοσχέδιο έχει δεχτεί σημαντικές επικρίσεις από οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στο μέτωπο του προσφυγικού και οι οποίες θεωρούν ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδεινώνουν το καθεστώς χορήγησης ασύλου.
Σημειώνουμε εδώ ότι υπήρξαν και πολλές διαμαρτυρίες για τον τρόπο που το νομοσχέδιο τέθηκε σε υπερβολικά σύντομη διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης παρότι είναι ένα μεγάλο νομοσχέδιο με πλήθος διατάξεων που προσπαθεί να αποτυπώσει ένα συνολικό πλαίσιο για το καθεστώς χορήγησης ανθρωπιστικής προστασίας.
Η επιμονή στις «ταχύτερες επιστροφές» και οι κίνδυνοι για τα δικαιώματα
Η βασική κριτική που έχει ασκηθεί στο νέο νομοσχέδιο, από οργανώσεις όπως το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες ή η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο είναι ότι στην προσπάθεια για να υπάρξουν ταχύτερες επιστροφές και να διεκπεραιώνονται γρήγορα τα αιτήματα ουσιαστικά φαλκιδεύονται κρίσιμα δικαιώματα που πρέπει να έχουν οι αιτούντες άσυλο.
Ειδικότερα έχουν επισημανθεί τα ακόλουθα σημεία. Προσφέρεται για πρώτη φορά η δυνατότητα γενικευμένης και παρατεταμένης κράτησης σε βάρος όσων αιτούνται άσυλο και μάλιστα με όρους που να μπορεί να υπερβαίνει το ανώτερο όριο των 18 μηνών.
Περιορίζεται η πρόσβαση στην αγορά εργασίας εφόσον αυτή μπορεί να γίνει μόνο μετά από έξι μήνες από την κατάθεση της σχετικής αίτησης, άρα υπονομεύεται η δυνατότητα ένταξης. Αφαιρείται από τους λόγους που εντάσσουν κάποιον στις κατηγορίες των ευάλωτων ομάδων το μετατραυματικό σύνδρομο διαταραχής, ενώ οι ευάλωτες ομάδες επίσης υπάγονται σε ταχύτερες διαδικασίες που δεν τους επιτρέπουν να μπορούν να τεκμηριώσουν την αίτησή τους.
Σοβαρά προβλήματα αναμένεται να δημιουργήσει η υποχρέωση αυτοπρόσωπης παράστασης ενώπιον των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών, που είναι αναγκαίος όρος για να μην κριθεί «προδήλως αβάσιμη» η προσφυγή του και να απορριφθεί.
Η υποχρέωση αυτή μαζί με τις βεβαιώσεις που καλούνται να προσφέρουν από τους προϊσταμένους των δομών γεννά επιπλέον προβλήματα στην παρουσία τους. Πρόβλημα μπορεί να δημιουργήσει ακόμη και η χορήγηση γραπτού πληρεξουσίου προς το δικηγόρο, καθώς σε περίπτωση πρωτοβάθμιας απορριπτικής απόφασης, αφαιρείται το Δελτίο Αιτήσαντος Ανθρωπιστικής Προστασία που όμως είναι το μόνο έγγραφο που θα επέτρεπε βεβαίωση γνησίου υπογραφής!
Ως φαλκίδευση δικαιωμάτων θεωρούνται και οι διατάξεις που περιορίζουν το δικαίωμα παραμονής ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο βαθμό εξέτασης ενός αιτήματος και ακυρώνουν τον αυτόματο ανασταλτικό χαρακτήρα που είχε ως προς την επιστροφή η προσφυγή σε δεύτερο βαθμό. Κριτική ασκείται και στον τρόπο που περιορίζεται το δικαίωμα προσφυγής μέσα από την απαίτηση για συγκεκριμένους λόγους, που στην πραγματικότητα απαιτεί τη βοήθεια δικηγόρου, κάτι που δεν είναι πάντα εφικτό για τους αιτούντες άσυλο.
Παράλληλα, κριτική ασκείται και για τη μεταφορά της δικαστικής προσφυγής στα Διοικητική Πρωτοδικεία και τη συντόμευση των σχετικών προθεσμιών. Εκτιμάται επίσης ότι υπάρχουν νομικά ζητήματα με την σύνθεση των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών αποκλειστικά από δικαστικούς λειτουργούς και τη δυνατότητα μονομελούς σύνθεσής τους.
Ανάλογη κριτική γίνεται για τον τρόπο που το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει απόρριψη μιας αίτησης διεθνούς προστασίας χωρίς να έχει υπάρξει συνέντευξη με τον αιτούντα με βάση την υποτιθέμενη σιωπηρή παραίτησή του από το αίτημα. Προβλήματα αναμένονται να δημιουργήσουν και οι διατάξεις περί ασφαλών τρίτων χωρών, μια που το ποια είναι ασφαλής χώρα για επιστροφή θα πρέπει να κρίνεται εξατομικευμένα, ενώ κριτική έχει ασκηθεί και στο ότι διατηρούνται επιπλέον προϋποθέσεις για το δικαίωμα οικογενειακής ενότητας όσων δικαιούνται ανθρωπιστική προστασία, ενώ περιορίζεται η άδεια διαμονής όσων δικαιούνται επικουρική προστασία από τα τρία έτη στο ένα.
Σοβαρό θέμα έχει προκύψει με το θέμα της πιστοποίησης εάν πρόκειται για θύματα βασανιστηρίων από δημόσιους φορεία αποκλειστικά, καθώς θεωρείται ότι έτσι αποκλείονται φορείς που είναι σε θέση να πιστοποιούν.
Και βέβαια κριτική έχει ασκηθεί στην διαμόρφωση κλειστών δομών προσωρινής υποδοχής, που θεωρούνται μια ακόμη μορφή κράτησης και στέρησης ελευθερίας.
Τα όρια της λογικής των «ταχύτερων επιστροφών»
Το νομοσχέδιο προσπαθεί να συνταιριάξει δύο ανάγκες: την προσπάθεια να μην παραβιάζονται οι σχετικές διεθνείς οδηγίες για τα δικαιώματα των αιτούντων ασύλου και την προσπάθεια να υπάρξουν ταχύτερες επιστροφές.
Αυτό αποτυπώνουν όλες οι ρυθμίσεις που προσπαθούν να κάνουν πολύ πιο γρήγορη την διαδικασία εξέτασης των αιτήσεων και που θα επιτρέπουν την ταχύτερη επιστροφή όσων αιτούντων δουν την αίτησή τους να απορρίπτεται, κατά προτίμηση μέσα από μια διαδικασία που θα έχει ολοκληρωθεί με τον αιτούντα να είναι σε κάποιο κλειστό κέντρο. Και παρότι δεν καταργήθηκε τελικά, σε αντίθεση με τις αρχικές εξαγγελίες, ο δεύτερος βαθμός, εντούτοις γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί ή να καταργηθεί στην πράξη.
Αντίστοιχα, η κυβέρνηση επιδιώκει επιταχύνοντας συνολικά τη διαδικασία να μπορέσει να πετύχει την επιστροφή ενός σημαντικού αριθμού από όσους βρίσκονται ήδη αλλά και από όσους έρθουν. Στην ίδια κατεύθυνση και η προσπάθεια να εντοπίζονται και συλλαμβάνονται όσοι έχουν ήδη αιτήσεις που έχουν απορριφθεί.
Όμως, δεν είναι βέβαιο ότι αυτός ο σχεδιασμός μπορεί να υλοποιηθεί. Πέραν των προβλημάτων παραβίασης δικαιωμάτων που προκύπτουν σε σχέση με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, υπάρχει ερώτημα σε σχέση με τον αριθμό των επιστροφών. Δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα μπορέσουν να γίνουν με τέτοιους ρυθμούς, ενώ υπάρχει και κίνδυνος να υπάρξουν νέες μορφές υπερσυνωστισμού τόσο στα κλειστά κέντρα υποδοχής όσο και στα κλειστά προαναχωρησιακά κέντρα.
Επιπλέον υπάρχει ο κίνδυνος για να υπάρξουν περιπτώσεις αυθαιρεσίας και τελικά οι επιδιωκόμενες αθρόες απελάσεις να σημαίνουν καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τα προβλήματα της προηγούμενης κατάστασης
Βέβαια μέχρι τώρα αυτό που είχαμε ήταν επίσης μια διαχείριση του προβλήματος. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε αποδεχτεί το πλαίσιο της Κοινής Δήλωσης ΕΕ και Τουρκίας και άρα στην πραγματικότητα τον εγκλωβισμό αιτούντων άσυλο στον ελλαδικό χώρο. Πάνω σε αυτή τη συνθήκη απλώς δοκίμαζε μια πιο «χαλαρή» εφαρμογή του ισχύοντος καθεστώτος, χωρίς ωστόσο να τολμά να αλλάξει ριζικά τα πράγματα.
Αυτό οδήγησε στον υπερσυνωστισμό στα νησιά στις καταστάσεις τύπου Μόριας και δεν απαντούσε στο ερώτημα ποια είναι μια συνολική πολιτική για το προσφυγικό και για τη μετανάστευση που να μπορεί να εγγυάται δικαιώματα και να δρομολογεί διαδικασίες ενσωμάτωσης.
Επιπλέον, κυρίως η προηγούμενη κυβέρνηση προσπάθησε να κινηθεί εντός του πλαισίου της Κοινής Δήλωσης ΕΕ και Τουρκίας, χωρίς να προσπαθεί να διεκδικήσει μια αλλαγή των προβληματικών πλευρών της Κοινής Δήλωσης που ήθελε την Ελλάδα να λειτουργεί ως φραγμός.
Η ανάγκη συνολικής επανεξέτασης
Είναι σαφές ότι μέχρι τώρα η συζήτηση έχει κινηθεί εντός ενός πλαισίου, που σε μεγάλο βαθμό καθορίστηκε από επιλογές των βασικών ευρωπαϊκών χωρών που με τη σειρά τους κυρίως καθορίστηκαν από εσωτερικές πολιτικές προτεραιότητες και ιδίως την πολιτική πίεση από την άνοδο της Ακροδεξιάς.
Αυτό έχει οδηγήσει σε μια υπονόμευση του δικαιώματος στο άσυλο πανευρωπαϊκά και σε ένα κλίμα που αντιμετωπίζει τη μετανάστευση ως πρόβλημα. Παραβλέπονται έτσι και τα ζητήματα των δικαιωμάτων και πλευρές όπως η συμβολή των μεταναστών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Προσπερνιούνται επίσης οι λόγοι που οδηγούν και ανθρώπους να φτάνουν στην Ευρώπη ως αιτούντες άσυλο, δηλαδή τον πόλεμο, τη βία, τη φτώχεια, την ανισότητα.
Η συζήτηση για το καθεστώς ανθρωπιστικής προστασίας δεν μπορεί να περιοριστεί στο ζήτημα των «ταχύτερων επιστροφών».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις