Deep Purple και Opeth τα πρώτα ονόματα του Rockwave 2020
Οι Deep Purple είναι δίχως αμφιβολία ένα συγκρότημα - θρύλος. Είναι το βαθύ μωβ με το οποίο ντύθηκαν τα όνειρα και οι πόθοι μιας ανήσυχης αλλά και ανθεκτικής γενιάς. Μιας γενιάς, που ακόμα και σήμερα διατηρεί τη ζωντάνια και το πείσμα της
- Η Αθηνά Λινού κάνει μήνυση στον Πολάκη – Καταθέτει δεκάδες κούτες με χιλιάδες έγγραφα στην εισαγγελία
- «Σκανδαλώδη» κατά τον Μπάιντεν τα εντάλματα σύλληψης για Νετανιάχου και Γκάλαντ
- Τα ζώδια σήμερα: Αστρολογία ώρα μηδέν
- Διακόπηκε για δεύτερη φορά η δίκη των Σπαρτιατών - Δεν εμφανίστηκε ξανά ο Στίγκας
Οι Deep Purple είναι δίχως αμφιβολία ένα συγκρότημα – θρύλος. Είναι το βαθύ μωβ με το οποίο ντύθηκαν τα όνειρα και οι πόθοι μιας ανήσυχης αλλά και ανθεκτικής γενιάς. Μιας γενιάς, που ακόμα και σήμερα διατηρεί τη ζωντάνια και το πείσμα της.
Οι προπάτορες της hard rock/ heavy metal μουσικής επιστρέφουν στην Ελλάδα και προσθέτουν το Rockwave Festival στις στάσεις της ευρωπαϊκής τους περιοδείας, για να γιορτάσουν μαζί με το ελληνικό κοινό τα 25α γενέθλια του μεγαλύτερου φεστιβάλ της χώρας! Το Σάββατο 6 Ιουνίου, οι Βρετανοί θρύλοι υπόσχονται μία Summer Night, που θα συζητάμε για καιρό. Είπαμε: η αγάπη και το πάθος για τη μουσική παραμένουν ασίγαστα.
Η ιστορία των Deep Purple μετρά περισσότερα από 50 χρόνια. Ξεκινά το 1968 όταν, στο Hertford της Μεγάλης Βρετανίας πρόβαρε μία παρέα μουσικών που σύντομα θα ονομαζόταν Deep Purple και ορμητικά θα εντασσόταν στην Αιρετική Αγία Τριάδα της βρετανικής hard rock/ heavy metal, μαζί με τους Led Zeppelin και Black Sabbath.
Η πρώτη περίοδος του συγκροτήματος, ή αλλιώς Mark I, είναι η εισαγωγή καθώς οι Deep Purple συστήνονται για πρώτη φορά στο κοινό εντός κι εκτός Μεγάλης Βρετανίας. Το καλοκαίρι του 1969 όμως αλλάζουν ΟΛΑ! Με την ένταξη των Ian Gillan και Roger Glover εγκαινιάζεται η Mark II περίοδος της μπάντας και μαζί της ξεκινά η αρχή του θριάμβου και της παγκόσμιας καταξίωσης.
Η έμπνευση του Jon Lord να συνθέσει το Concerto for Group and Orchestra και η απόφαση της μπάντας να ροκάρουν στο Royal Albert Hall του Λονδίνου μαζί με την Royal Philharmonic Orchestra, εξασφάλισε στους Ian Paice, Ian Gillan, Roger Glover, Ritchie Blackmore και Jon Lord μία παγκόσμια πρωτιά και την πολυπόθητη αναγνώριση στη Μεγάλη Βρετανία. Μία αναγνώριση που επισφραγίστηκε με την κυκλοφορία του Deep Purple in Rock, λίγους μήνες αργότερα, το 1970. Τότε ξεκινά και η πιο δημιουργική περίοδος των Deep Purple, μία περίοδος που χάρισε στην ανθρωπότητα εμβληματικά άλμπουμ. Άλμπουμ, στα οποία επιστρέφεις ξανά και ξανά και που κάθε φορά καταφέρνουν να επικοινωνούν διαχρονικά με το κοινό. Με άλλα λόγια, άλμπουμ κλασικά: Fireball, Machine Head, Made in Japan, Who do we think we are!
Η Mark II περίοδος καθιερώνει τους Deep Purple ως το συγκρότημα που συνθέτει τους hard rock ύμνους του 20ού αιώνα και επηρεάζει όσο λίγα τους καλλιτέχνες του «σκληρού», και όχι μόνο, ήχου. Child in Time, το 10λεπτο αντιπολεμικό έπος που καθιερώνει τον Gillan ως κορυφαίο τραγουδιστή όλων των εποχών, Strange Kind of Woman, τραγούδι-τομή στην rock ‘n’ roll ιστορία, Black Night, η εμπορική επιτυχία του συγκροτήματος και, φυσικά, Smoke on the Water, το πιο αναγνωρίσιμο riff στην ιστορία της μουσικής.
Τα επόμενα χρόνια βρήκαν τους Deep Purple να πειραματίζονται με διαφορετικές συνθέσεις στο line up και διακοπή για οκτώ χρόνια, από το 1976 ως το 1984. Η «μωβ» ατμομηχανή πήρε πάλι μπρος με την επανένωση των Blackmore, Gillan, Glover, Lord και Paice και την κυκλοφορία του Perfect Strangers. Το 1989 η σύνθεση αλλάζει εκ νέου, τον Blackmore αρχικά αντικαθιστά ο Satriani, μέχρι την άφιξη του Steve Morse. Η νέα σύνθεση του γκρουπ συνεχίζει να εργάζεται πυρετωδώς με κυκλοφορίες και ζωντανές εμφανίσεις, που αφήνουν ιστορία.
Το 2002, ο Jon Lord, ιδρυτικό μέλος των Deep Purple αποχωρεί από το συγκρότημα, αφήνοντας το Hammond του στον Don Airey κι έκτοτε το συγκρότημα περνά στην ένατη περίοδό του, Mark IX. Δημιουργούν, αναβιώνουν live όλα εκείνα τα τραγούδια που διαμόρφωσαν τα 70s και εξακολουθούν να συναρπάζουν σε κάθε τους εμφάνιση για την αστείρευτη ενέργειά τους.
Τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του Jon Lord, το 2016, οι Deep Purple εντάσσονται στο Rock & Roll Hall of Fame, γεγονός, που για να επιτευχθεί κινητοποιήθηκαν οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες παγκοσμίως, με κορυφαίο υποστηρικτή τον Lars Ulrich των Metallica, που άλλωστε έχει αναγνωρίσει τους Deep Purple ως μία από τις σημαντικότερες επιρροές του. Το 1975 οι Deep Purple εντάχθηκαν στο βιβλίο των ρεκόρ Guinness ως η πιο θορυβώδης μπάντα του κόσμου.
Το βράδυ της 6ης Ιουνίου, οι Deep Purple έρχονται στο Terra Vibe Park, για να πλημμυρίσουν την αττική νύχτα με τον πιο «λυρικό θόρυβο» της ροκ μουσικής.
Τα μέλη των Deep Purple είναι οι: Ian Gillan, Ian Paice, Roger Glover, Don Airey, Steve Morse
Οι «τιτάνες» του prog metal
Το πρώτο riff που έμαθε ο Mikael Åkerfeldt στην κιθάρα δεν είναι άλλο, φυσικά, από εκείνο του Smoke on the Water, και, όπως ο ίδιος έχει δηλώσει, η λατρεία του για τους Deep Purple είναι «αιώνια». Στις 6 Ιουνίου, λοιπόν, οι Opeth επιστρέφουν στην Ελλάδα και ετοιμάζονται να συναντήσουν τα είδωλά τους, τους θρυλικούς Deep Purple, για να γιορτάσουν μαζί τα 25α γενέθλια του Rockwave Festival!
Οι Σουηδοί Opeth είναι ένα από τα πλέον αγαπημένα συγκροτήματα του ελληνικού κοινού. Εκεί όπου ο ρομαντισμός συναντά τη μελαγχολία και η ψυχεδέλεια μπλέκεται με τις progressive φόρμες, το αποτέλεσμα που προκύπτει, είναι ένα σαγηνευτικό αμάλγαμα σκληρού αλλά προσεκτικά δουλεμένου ήχου. Ένα συγκρότημα, που δεν παύει να εξελίσσεται και να προσφέρει στους φαν του σκληρού ήχου αριστουργηματικά album και εντυπωσιακές live εμφανίσεις.
Ξεκινώντας τη μουσική τους πορεία το 1989, οι Opeth δεν έχουν σταματήσει μέχρι σήμερα να εντυπωσιάζουν. Από το ατμοσφαιρικό death metal και τα brutal φωνητικά έως τα progressive στοιχεία και τις rock επιρροές των 70s και της free τζαζ δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή να πειραματίζονται, να εξερευνούν και να διευρύνουν τους μουσικούς τους ορίζοντες. Αποκορύφωμα αυτής της ασυγκράτητης μουσικής δημιουργίας, η χρυσή δισκογραφική τετράδα των Blackwater Park (2001), Deliverance (2002), Damnation (2003) και Ghost Reveries (2005) και η επακόλουθη αναγνώριση των Opeth ως παγκόσμιο μουσικό φαινόμενο. Με πωλήσεις που ξεπερνούν τα δύο εκατομμύρια, αποδοχή και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού και 13 ξεχωριστές κυκλοφορίες, οι Opeth είναι εκρηκτικοί και ταυτόχρονα μελωδικοί και πάντα δηλώνουν με ευθύτητα το καλλιτεχνικό τους στίγμα έχοντας πλέον καθιερωθεί σε ηγετική δύναμη στην prog metal σκηνή.
Βασικός στόχος του συγκροτήματος είναι να παίζει τη μουσική που το εκφράζει, με τον καλύτερο τρόπο που μπορεί και με την ελπίδα το κοινό να ταυτιστεί μαζί του.
Ο Åkerfeldt έχει δηλώσει πως «οι Opeth φτιάχνουν μουσική που θέλουν να ακούν», motto, το οποίο αποτελεί κοινό άξονα και στις δεκατρείς κυκλοφορίες που μετρά το συγκρότημα, με την πιο «φρέσκια» το, In Cauda Venenum να θεωρείται ως η καλύτερη στιγμή τους. «Ο δίσκος αυτός γεννήθηκε καθαρά μέσα από το πάθος μας για δημιουργία» και αυτό είναι ξεκάθαρο και στις δύο εκδόσεις του, μιας και κυκλοφόρησε και στα Σουηδικά και στα Αγγλικά. «Η εκδοχή στα Σουηδικά είναι το βασικό άλμπουμ, γιατί το έναυσμα της δημιουργίας μας το έδωσε η προοπτική να ηχογραφήσουμε στη γλώσσα μας», εξηγεί ο Åkerfeldt και συνεχίζει πως «πλέον η heavy μουσική, οι χαμηλοκουρδισμένες κιθάρες και τα «βάρβαρα» φωνητικά δεν είναι αυτοσκοπός… με τη μουσική μας θέλουμε να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας, με τις συγχορδίες μας μιλάμε για όσα νιώθουμε». Η «Δηλητηριώδης Ουρά», όπως άλλωστε και κάθε κυκλοφορία των Opeth, απέσπασε αποθεωτικές κριτικές και με αυτήν στις αποσκευές τους, η μπάντα από τη Σουηδία περιοδεύει παγκοσμίως ανυπομονώντας να την παρουσιάσει και στο ελληνικό κοινό.
Πάντοτε οπλισμένοι με φοβερή τεχνική και διάθεση να συνδυάσουν τα πιο ετερόκλητα στοιχεία, οι Opeth δημιουργούν άρτια αριστουργήματα με αξιοσημείωτη αρμονία, που ελάχιστοι τολμούν να μιμηθούν.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις