Ο Τραμπ στο σκαμνί αλλά το… βαθύ κράτος των ΗΠΑ μπορεί να έχει άλλη γνώμη
Ο πρόεδρος Τραμπ ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τη δίκη του ενώπιον της Γερουσίας με το βλέμμα του στραμμένο όχι τόσο στην ετυμηγορία όσο στην προεκλογική εκστρατεία που μπαίνει στην κύρια φάση της
Λίγες κατηγορίες ψηφοφόρων ψήφισαν τόσο συντριπτικά υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2016 όσο οι λευκοί ευαγγελικοί που στήριξαν τον υποψήφιο των ρεπουμπλικάνων σε ποσοστό 81% σύμφωνα με τις έρευνες. Ο ευαγγελικός προτεσταντισμός είναι παραδοσιακά συντηρητικός και επηρεάζει ιδιαίτερα τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων στην λεγόμενη «Ζώνη της Βίβλου», αποτελώντας βασική εκλογική δεξαμενή των ρεπουμπλικάνων.
Με αυτή την έννοια ήταν μάλλον πολύ δυσάρεστη έκπληξη για τον Ντόναλντ Τραμπ το γεγονός ότι η ναυαρχίδα των ευαγγελικών εντύπων, το Christianity Today δημοσίευσε κύριο άρθρο με το οποίο ζητά την αποπομπή του από το ανώτατο αξίωμα, θεωρώντας ότι ουσιαστικά οι κατηγορίες αποδεικνύουν μια έλλειψη ηθικής που τους υποχρεώνει σε στάση ανάλογη με αυτή που είχαν κρατήσει και απέναντι στον πρόεδρο Κλίντον.
Υποστηρίζει μάλιστα ότι η απομάκρυνση μπορεί να γίνει είτε από τη Γερουσία είτε από τη λαϊκή ετυμηγορία, όμως πρέπει να γίνει όχι στη βάση κομματικών προτιμήσεων αλλά στη βάση της πίστης «Δημιουργό των Δέκα Εντολών».
Είναι και αυτό το περιστατικό ενδεικτικό του αντίκτυπου που έχει η παραπομπή και που υπερβαίνει κατά πολύ το εάν και κατά πόσο θα υπάρξει απόφαση καταδικαστική, με δεδομένο ότι όλα δείχνουν ότι στη Γερουσία υπάρχει μια άνετη πλειοψηφία που θα προστατεύσει τελικά τον αμερικανό πρόεδρο.
Σύγκρουση Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων για τη διαδικασία της δίκης
Την ίδια ώρα είναι σε εξέλιξη μια σύγκρουση ανάμεσα σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους για το πώς θα διεξαχθεί η δίκη, στο έδαφος μιας απόστασης ανάμεσα στο πώς θέλει να διεξαχθεί ο ίδιος ο Τραμπ και πώς η ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Η Νάνσι Πελόζι προς το παρόν έχει επιλέξει να καθυστερήσει τη διαδικασία. Μπορεί να αποφασίστηκε η παραπομπή, όμως οι κατηγορίες δεν απεστάλησαν ακόμη στη Γερουσία, ούτε ορίστηκαν αυτοί που θα παίξουν το ρόλο εισαγγελέων στη δίκη ενώπιον της Γερουσίας.
Ο λόγος της καθυστέρησης, που επισήμως γίνεται για να πει και η Γερουσία πώς θέλει να προχωρήσει η διαδικασία, έχει να κάνει με την εκτίμηση της Πελόζι και της ηγεσίας των Δημοκρατικών ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα πιέσει την ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων η διαδικασία της δίκης να περιλαμβάνει και την πρόσκληση μαρτύρων, ώστε να μπορέσει να υπερασπιστεί καλύτερα την αθωότητά του. Όμως, το ίδιο θέλουν και οι Δημοκρατικοί, ελπίζοντας ότι έτσι θα μπορέσουν να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερη πίεση και φθορά στον Τραμπ.
Από την άλλη, η ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων θέλουν να αποφύγουν μια πολύ μεγάλη δίκη, με μάρτυρες και έντονο το στίγμα του ίδιου του Προέδρου, θεωρώντας ότι αυτό θα είχε τελικά πολιτικό κόστος για το κόμμα τους. Γι’ αυτό προτιμούν μια πιο σύντομη διαδικασία που να απλώς θα εξασφαλίσει την αθώωση.
Όμως, αυτό φαίνεται ότι δεν αρέσει προς το παρόν στον ίδιο τον Τραμπ που όχι μόνο έχει δείξει ότι νιώθει καλύτερα μέσα σε ένα περιβάλλον αντιπαράθεσης, αλλά και πιστεύει ότι έχει να κερδίσει πολιτική στην πορεία προς τις εκλογές μέσα από αυτή τη σύγκρουση, εκτιμώντας ότι θα μπορέσει να παρουσιάσει τους Δημοκρατικούς ως εκπροσώπους του πραγματικού κατεστημένου που δεν νοιάζονται για τις ανάγκες των απλών πολιτών.
Η στρατηγική του Τραμπ για την επανεκλογή του
Φαινομενικά τα πράγματα δείχνουν ιδιαίτερα δύσκολα για τον Τραμπ ως προς την επανεκλογή του. Δεν μπόρεσε ποτέ να περάσει το 50% θετική γνώμη στις δημοσκοπήσεις και τον περισσότερο καιρό είναι γύρω στο 40%, στις mid-term εκλογές του 2018 το κόμμα του δεν πήγε ιδιαίτερα καλά (εξ ου και η Δημοκρατική πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων που αποφάσισε την παραπομπή του), και βέβαια έχει να αντιμετωπίσει την ίδια την ταπεινωτική διαδικασία της δίκης του, ακόμη και εάν πρόκειται στο τέλος να αθωωθεί.
Και όλα αυτά, την ώρα που παραμένει ένας πολιτικός απρόβλεπτος, που έβγαλε τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή, τα έβαλε με την Γκρέτα Τούνμπεργκ και έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να μιλάει προσβλητικά για τους πολιτικούς του αντιπάλους, ζώντες και νεκρούς.
Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν εξακολουθεί να έχει πραγματικές πιθανότητες να κερδίσει και αυτή την προεδρική εκλογή. Αυτό πρώτα από όλα έχει να κάνει με τις ιδιαιτερότητες του αμερικανικού πολιτικού σκηνικού και εκλογικού συστήματος.
Ούτως ή άλλως και σε αυτές τις εκλογές το εκλογικό σώμα θα είναι ιδιαίτερα διαιρεμένο. Άλλωστε και το 2016 η Χίλαρι Κλίντον είχε πάρει περισσότερες ψήφους, καθώς κατάφερε να συσπειρώσει τους Δημοκρατικούς ψηφοφόρους και τις κατηγορίες που παραδοσιακά στηρίζουν το Δημοκρατικό Κόμμα περισσότερο (γυναίκες, μειονότητες, την οργανωμένη εργατική τάξη, τμήματα της μεσαίας τάξης).
Όμως, ο Τραμπ επικέντρωσε κυρίως στο να μπορέσει να κερδίσει Πολιτείες ώστε να έχει τον αριθμό εκλεκτόρων που χρειάζονταν για την προεδρία. Και το έκανε φροντίζοντας πλάι στους κλασικούς ψηφοφόρους των Ρεπουμπλικάνων να κερδίσει και τμήματα δυσαρεστημένων κοινωνικών στρωμάτων σε αυτές ακριβώς τις πολιτείες που θα έκριναν το αποτέλεσμα, εκμεταλλευόμενος ακριβώς την λαϊκιστική απεύθυνση και την επιμονή ότι δεν εκπροσωπεί την παραδοσιακή πολιτική τάξη, σε συνδυασμό με τον επίκληση ενός αμερικανικού εθνικισμού γύρω από το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική».
Η οικονομία ισχυρό χαρτί του Τραμπ
Μέχρι τώρα η οικονομία έχει αποδειχτεί ένα από τα ισχυρά χαρτιά του Τραμπ. Οι ΗΠΑ έχουν αποφύγει τις έντονες τάσεις επιβράδυνσης που βλέπουμε στην Ευρώπη, εξακολουθούν να έχουν ρυθμούς ανάπτυξης, η ανεργία είναι σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα σε βάθος πεντηκονταετίας και ο πληθωρισμός είναι ιδιαίτερα χαμηλά. Εάν δεν υπάρξει αντιστροφή των δεδομένων αυτών μέσα στο 2020, ο Τραμπ θα μπορεί να παρουσιάσει ως θετικό επίτευγμα την κατάσταση τα οικονομίας.
Ιδιαίτερο ρόλο θα παίξει σε αυτό το εάν τελικά θα ολοκληρωθεί η εμπορική συμφωνία με την Κίνα, γύρω από την οποία έχει υπάρξει σημαντική πρόοδος. Συμφωνία με την Κίνα και αποφυγή του εμπορικού πολέμου, ακριβώς τη στιγμή που θα άρχιζε να έχει κόστος, είναι άλλο ένα στοιχείο που θα μπορούσε να ενισχύει τη θέση του Τραμπ.
Η πολιτική αντεπίθεση
Όλα δείχνουν ότι η καμπάνια του Ντόναλντ Τραμπ θα προσπαθήσει να συνδυάσει την αφήγηση που είχε μέχρι τώρα, σε συνδυασμό με την επικέντρωση σε συγκεκριμένους στόχους.
Καταρχάς θα αξιοποιήσει τις τεράστιες οικονομικές δυνατότητες. Έχει ήδη 83 εκατομμύρια δολάρια στα ταμεία της εκστρατείας του και 61 εκατομμύρια δολάρια στα ταμεία της Εθνικής Επιτροπής των Ρεπουμπλικάνων. Αυτό του δίνει μια ισχυρή αφετηρία για τις επιθέσεις ενάντια στους αντιπάλους του.
Έπειτα η καμπάνια του πέραν του να αναδεικνύει τα οικονομικά επιτεύγματα, θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει την ίδια την ανεξέλεγκτη παρουσία του, επιμένοντας ότι μόνο ένας τέτοιος πρόεδρος θα μπορούσε να ταράξει το κατεστημένο.
Μεγάλη έμφαση ήδη δίνεται στην οργανωτική συγκρότηση της καμπάνιας. Σίγουρα ο Τραμπ είναι μια φιγούρα που διαιρεί την Αμερική και οι Δημοκρατικοί θα το εκμεταλλευτούν αυτό ελπίζοντας σε μια συγκρουσιακή εκλογή που θα αυξήσει ακόμη περισσότερο την εκλογική συμμετοχή προς όφελός τους. Όμως, ο Τραμπ, που ενδιαφέρεται κυρίως για τις κρίσιμες Πολιτείες που θα κρίνουν το συσχετισμό στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων μπορεί να το χρησιμοποιήσει υπέρ του: με καλύτερους οργανωτικούς όρους θα διεκδικήσει να πετύχει μέσα σε συνθήκες πόλωσης εκείνη την κινητοποίηση Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων που θα του δώσει στην πρωτιά στις κρίσιμες Πολιτείες.
Με ανάλογο τρόπο, επιμένοντας στις μετακινήσεις ψηφοφόρων που θα του δώσουν την πρωτιά στις κρίσιμες Πολιτείες, ο Τραμπ αναμένεται να επιμείνει ακόμη περισσότερο στην απεύθυνση και στις μειονότητες συμπεριλαμβανομένων των Αφροαμερικανών (που είχαν ψηφίσει συντριπτικά υπέρ της Κλίντον το 2016), με στόχο έστω και μικρές αλλά εκλογικά σημαντικές μετατοπίσεις στη βάση της καλής κατάστασης της οικονομίας.
To twitter ως εκλογικό όπλο
Και βέβαια ο Τραμπ θα χρησιμοποιήσει τον ίδιο τον Τραμπ ως προεκλογικό εργαλείο. Ας μην ξεχνάμε ότι όσο χαοτικός ή αλλοπρόσαλλος και εάν φαίνεται ο αμερικανός πρόεδρος, δεν παύει να είναι ιδιαίτερα ικανός στο να χρησιμοποιεί το μέσο επικοινωνίας που του ταιριάζει. Οι ΗΠΑ έχουν μια παράδοση στο να εκλέγουν προέδρους που αποδείχτηκαν ικανοί να αξιοποιήσουν νέα μέσα επικοινωνίας. Ο Ρούζβελτ ήταν ιδιαίτερα ικανός στο να χρησιμοποιεί το ραδιόφωνο για να φτάνει σε κάθε αμερικανικό σπίτι, ενώ με τον ίδιο τρόπο εκμεταλλεύτηκαν την τηλεόραση τόσο ο Τζον Κένεντι όσο και ο Ρόναλντ Ρήγκαν. Με ανάλογο τρόπο ο Τραμπ θα εκμεταλλευτεί την ικανότητα του να επικοινωνεί μέσω twitter.
- Χρήστος Μάστορας: «Έχω διαγνωσθεί με διάσπαση προσοχής, πήγα σε δύο ψυχίατρους
- Ληξιπρόθεσμα χρέη: Αυξήθηκαν οι οφειλές προς τον ΕΦΚΑ [πίνακες]
- Στημένος ο «αγώνας της χρονιάς» ανάμεσα στον Μάικ Τάισον και τον Τζέικ Πολ; Κάποιοι λένε ότι έχουν αποδείξεις
- Ρόμπερτσον εναντίον Τσιμίκα στα playoffs του Nations League
- Η Google πιέζεται να πουλήσει το Chrome, η OpenAI αναπτύσσει δικό της browser
- Μπαρτσελόνα: Εξαετές συμβόλαιο και ρήτρα 1 δισ. ευρώ για τον Γιαμάλ