Δήμαρχος Πιτ
Ο κύριος Μπούτιτζιετζ ή Πιτ ή Δήμαρχος Πιτ όπως χάριν ευκολίας τον αποκαλούν, έχει γεννηθεί το 1982 στην Ινδιάνα, μια μεσοδυτική πολιτεία μικρομεσαία από κάθε άποψη
Εάν στις πιο κρίσιμες εκλογές εμφανιζόταν από το πουθενά ένας υποψήφιος που το προφίλ του απέχει παρασάγγας από του μέσου πολίτη, που ο πατέρας του προέρχεται από την άλλη άκρη της γης, που το επίθετό του ακόμη-ακόμη είναι γλωσσοδέτης και οι περισσότεροι εγκαταλείπουν την προσπάθεια να το προφέρουν στη δεύτερη συλλαβή, αυτός ο υποψήφιος θα είχε την παραμικρή ελπίδα; Το πολύ να απολάμβανε τη στιγμιαία δημοσιότητα ενός παράξενου πουλιού. Μιας γραφικότητας, η οποία διασκεδάζει την ένταση της αναμέτρησης…
Και όμως, στους πρώτους προκριματικούς για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος, που διεξήχθησαν στις 3 Φεβρουαρίου στην Αϊοβα, ο Πιτ Μπούτιτζιετζ κέρδισε – βραχεία έστω κεφαλή – τον Μπέρνι Σάντερς. Και από εκκεντρικός, προήχθη μέσα σε μια νύχτα σε υπολογίσιμο παίκτη. Σε εν δυνάμει απειλή για τους αντιπάλους του.
Ο κύριος Μπούτιτζιετζ ή Πιτ ή Δήμαρχος Πιτ όπως χάριν ευκολίας τον αποκαλούν, έχει γεννηθεί το 1982 στην Ινδιάνα, μια μεσοδυτική πολιτεία μικρομεσαία από κάθε άποψη. Ο πατέρας του, Μαλτέζος με αραβικές μάλλον ρίζες, πανεπιστημιακός, διανοούμενος με σημαντικό μεταφραστικό έργο το οποίο περιλαμβάνει τα περίφημα «Τετράδια Φυλακής» του Γκράμσι, είχε μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1976.
Ο Πιτ αρίστευσε στα πανεπιστήμια του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης. Επέλεξε ως αφετηρία της διατριβής του το μυθιστόρημα «Ο ήσυχος Αμερικανός» του σπουδαίου Γκράχαμ Γκριν – ό,τι πρέπει για κάποιον που στοχεύει στην ακαδημαϊκή καρριέρα συνδυάζοντας τη Λογοτεχνία με την Ιστορία. Είχε όμως άλλα σχέδια…
Πήρε το βάπτισμα του πυρός στην πολιτική συμμετέχοντας σε εκστρατείες τοπικών υποψηφίων. Το 2004 εντάχθηκε στην ομάδα του τότε εκλεκτού των Δημοκρατικών Κέρι, απορρίπτοντας πρόταση του Ομπάμα να τον συνδράμει για να εκλεγεί γερουσιαστής. Το 2011 κέρδισε το πρώτο του δημόσιο αξίωμα, δήμαρχος της γενέτειράς του Σάουθ Μπεντ, με ποσοστό 74%. Ο νεότερος σε ολόκληρη τη χώρα.
Από εδώ ξεκινούν τα ανορθόδοξα. Το 2014 λαμβάνει άδεια και υπηρετεί για επτά μήνες στον αμερικανικό στρατό στο Αφγανιστάν. Εκεί συνειδητοποιεί, κατά τα λεγόμενά του, ότι «κάθε μέρα αποτελεί ένα δώρο και θα ήταν κρίμα να πεθάνει δίχως να έχει ζήσει τον έρωτα». Επαναπατριζόμενος δηλώνει ανοιχτά την ομοφυλοφιλία του, διακινδυνεύοντας να απορριφθεί από τους συμπολίτες του. Εκείνοι ανανεώνουν τη δημαρχιακή θητεία του – οκτώ στους δέκα τον ξαναψηφίζουν. Το 2015 αρχίζει να φλερτάρει με τον νεαρό δάσκαλο Τσάστεν Γκλέζμαν σε μια διαδικτυακή πλατφόρμα γνωριμιών. Το 2018 ενώνονται ενώπιον Θεού και ανθρώπων στον καθεδρικό ναό του Σάουθ Μπεντ. Ο Τσάστεν παίρνει το επίθετο του Πιτ.
Η αμερικανική κοινωνία μετά τη λαίλαπα του Ντόναλντ Τραμπ έχει διχαστεί κατά πρωτοφανή τρόπο. Ο πρόεδρος στοιχίζει πίσω του τους «κανονικούς». Οι αντίπαλοί του συσπειρώνουν τους «διαφορετικούς». Ο χαμηλών εισοδημάτων και μόρφωσης λευκός χριστιανός θαυμάζει τον θρασύ, ανερμάτιστο μεγιστάνα που κατοικεί στον Λευκό Οίκο. Ουδόλως τον συγκινεί η δικαιωματική ατζέντα, οι διεκδικήσεις των μειονοτήτων – φυλετικών και ερωτικών -, ο νεοφεμινισμός, η πολιτική ορθότητα. Οι θιασώτες των παραπάνω συνιστούν θύλακες χωρίς ουσιαστική επιρροή έξω από τα προοδευτικά πανεπιστήμια, τις εναλλακτικές κοινότητες και κάποιες κοσμοπολίτικες περιοχές στην Ανατολική και στη Δυτική Ακτή.
Θορυβημένο το Δημοκρατικό Κόμμα μπροστά στο ενδεχόμενο μιας θριαμβευτικής επανεκλογής του Τραμπ τον Νοέμβριο του 2020, προέκρινε δύο διεκδικητές του χρίσματος, με εχέγγυα σοβαρότητας και στιβαρότητας. Τον κατεστημένο, πρώην αντιπρόεδρο, Τζο Μπάιντεν και τον σοσιαλιστή – για τα αμερικανικά τουλάχιστον μέτρα – Μπέρνι Σάντερς. Και ξαφνικά τους βγήκε σφήνα ο Πιτ.
Μα ο Πιτ είναι παιδαρέλι, τριάντα οκτώ μόλις χρόνων! Οι άλλοι δύο είναι ανεπίτρεπτα ηλικιωμένοι, κοντεύουν τα ογδόντα – το τιμόνι της υπερδύναμης απαιτεί αστείρευτες σχεδόν ψυχικές και σωματικές αντοχές…
Μπορεί να στείλουν οι εκλογείς στο Οβάλ Γραφείο έναν άντρα παντρεμένο με άντρα που αντί για παιδιά φροντίζει δυο σκύλους; Στο παρελθόν οι Αμερικανοί έχουν κάνει επαναστατικές υπερβάσεις. Το 1960, εξέλεξαν έναν ρωμαιοκαθολικό – αδιανόητο για ένα έθνος που τη μαγιά του αποτελούσαν οι διωγμένοι από την Ευρώπη Διαμαρτυρόμενοι -, γιο μάλιστα ενός εξαιρετικά αμφιλεγόμενου τύπου. Τον Κένεντι. Το 2008, τον καρπό ενός Κενυάτη, που το μεσαίο όνομά του ήταν Χουσεΐν. Τον Ομπάμα. Η Αμερική έχει κίνηση εκκρεμούς. Πηγαίνει από το συμβατικότερο στο πιο ρηξικέλευθο.
Ο Πιτ μοιάζει ένα σπάνιο χαρμάνι αντιφατικών χαρακτηριστικών που ωστόσο δεν τον καθιστούν περιθωριακό. Ο πολιτικός του λόγος επίσης. Συνδυάζει στοιχεία κι από την Αριστερά κι από το Κέντρο κι από τη φωτισμένη Δεξιά ακόμα. Σπάει ταμπού και στεγανά χωρίς να πολώνει. Θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, τον Μακρόν. Ούτε κι εκείνος φαινόταν αρχικά εκλέξιμος.
«Και γιατί να μην κατεβάσουν μια γυναίκα;» ρώτησα την αμερικάνα φίλη μου. «Πιο εύκολα θα εκλεγόταν πρόεδρος των ΗΠΑ ένας γκέι άνδρας παρά μια γυναίκα…» χαμογέλασε μελαγχολικά.
- Ισραήλ: Συνεχίζεται ο πόλεμος Νετανιάχου και Γκαντζ – «Είσαι ενδοτικός», «Μην είσαι κατά συρροή δειλός»
- Μπρέντα Λι: «Ο Τζον Λένον ήταν ο αγαπημένος μου Beatle»
- Θεσσαλονίκη: Άγιοι Βασίληδες με κανό και σανίδες SUP «πλημμύρισαν» τον Θερμαϊκό
- Κοντά στο γκολ ο Βαλμπουενά, τον σταμάτησε ο Ντραγκόφσκι (vid)
- Υπουργικό συμβούλιο: Συνεδριάζει τη Δευτέρα υπό τον Μητσοτάκη – Τα επτά θέματα
- LIVE: Βόλφσμπουργκ – Ντόρτμουντ