Θλίψη στο πανελλήνιο και όχι μόνο, έχει σκορπίσει η είδηση ότι ο Μανώλης Γλέζος, ο «έφηβος» αντάρτης, η εμβληματική μορφή της Αριστεράς και σύμβολο του αντιφασιστικού αγώνα, έφυγε από τη ζωή.
«Ζω για τους συντρόφους μου που χάθηκαν….Εαν εσύ ζεις, μη με ξεχάσεις» είχε πει ο ίδιος εξηγώντας γιατί σε μεγάλη ηλικία παρέμενε έφηβος.
«Οταν χορεύεις θα χορεύεις για μένα»
«Έφηβος» αντάρτης είχε καθιερωθεί να λέγεται ο Μανώλης Γλέζος και ο ίδιος το 2017, αποκάλυψε σε διεθνές συνέδριο το μυστικό της μακροζωίας, λέγοντας πως ζούσε και για τους συντρόφους του που χάθηκαν.
«Γι’ αυτούς που δεν υπάρχουν πια. Πριν από κάθε μάχη μαζευόμαστε και κουβεντιάζαμε. Και λέγαμε: Εάν εσύ ζεις, μη με ξεχάσεις. Εάν εσένα δε σε βρει το βόλι, όταν συναντάς τους ανθρώπους στο δρόμο, θα λες καλημέρα κι από μένα. Κι όταν πίνεις κρασί θα πίνεις κρασί κι από μένα.
Κι όταν ακούς τον παφλασμό των κυμάτων, θα τον ακούς και για μένα. Κι όταν ακούς τον άνεμο, να περνάει μέσα από τα φύλλα, κι ακούς το θρόισμα του ανέμου, θα το ακούς και για μένα. Κι όταν χορεύεις, θα χορεύεις και για μένα! Μπορώ να ξεχάσω αυτόν τον κόσμο, είναι δυνατόν;»
Αλήθεια είναι η κατάργηση της λήθης
Σε συνέντευξή του στο BHΜΑgazino, την Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016 ο, ο Μανώλης Γλέζος είχε εξηγήσει τι σημαίνει αλήθεια: «Το στερητικό «α» μαζί με τη «λήθη», δηλαδή τη λησμονιά, κάνουν την «αλήθεια». Τι είναι δηλαδή η αλήθεια; Η κατάργηση της λήθης. Μπορούμε εμείς να λησμονήσουμε το παρελθόν; Αποκλείεται. Οποιος λησμονήσει το παρελθόν χάνεται και δεν έχει μέλλον».
Ορισμένες από τις απαντήσεις του θα σας κάνουν να καταλάβετε το μεγαλείο του ανδρός
Σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται 76 χρόνια από την 28η Οκτωβρίου 1940. Είστε ένας από τους τελευταίους μάρτυρες της Κατοχής, ένας θεματοφύλακας της Ιστορίας μας…
«Αμα είναι ένας ο θεματοφύλακας, χαθήκαμε! Είναι και άλλοι. Πέθανε, παραδείγματος χάριν, πριν από λίγες ημέρες ο φίλος μου, ο σεμνός αγωνιστής Φάνης Πασπαλιάρης. Μην κοιτάτε που η δημοσιότητα για διάφορους λόγους έχει ρίξει τα φώτα πάνω μου. Δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν οι αμνημόνευτοι αγωνιστές. Στην πραγματικότητα, γι’ αυτούς αγωνίζομαι μέχρι σήμερα. Για τα ανέστια όνειρά τους. (σ.σ.: Γράφει σε ένα χαρτί τη λέξη «αλήθεια»). Ξέρατε ότι το στερητικό «α» μαζί με τη «λήθη», δηλαδή τη λησμονιά, κάνουν την αλήθεια; Είναι η μοναδική γλώσσα που έχει αυτού του είδους την εξήγηση. Τι είναι δηλαδή η αλήθεια; Η κατάργηση της λήθης. Μπορούμε εμείς να λησμονήσουμε το παρελθόν; Αποκλείεται. Οποιος λησμονήσει το παρελθόν χάνεται και δεν έχει μέλλον».
Πιστεύετε ότι υφίστανται ταμπού στην ιστοριογραφία, ότι υπάρχουν ακόμη σκοτεινά κομμάτια της Ιστορίας της Κατοχής;
«Εως σήμερα αγωνίζομαι να προσκαλούμαστε να μιλάμε στα σχολεία όλοι εμείς οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Μπορεί, βέβαια, να υπάρχει έντονο το προσωπικό στοιχείο, αλλά αυτή είναι η Ιστορία. Ολες οι πτυχές της Κατοχής είναι καταγεγραμμένες, αλλά δεν είναι δημοσιοποιημένες όπως θα ‘πρεπε. Κυριαρχεί η σκόπιμη διαστρέβλωση της Ιστορίας. Το να αγνοεί, για παράδειγμα, ο υπουργός Παιδείας της σημερινής κυβέρνησης την Ιστορία και στην ουσία να βλασφημεί…».
Εχει κανείς την αίσθηση ότι σχεδόν ισοβίως επιδιώκετε να σας βάζουν στο μάτι.
«Δεν το επιδιώκω. Ο δάσκαλος αυτός ήθελε ό,τι δίδασκε να το γράφουμε στον διαγωνισμό κατά λέξη. Εγώ να γράψω κατά λέξη; Και καλό πράγμα να μου ζητήσεις, αν είναι διαταγή, δεν θα γίνει. Είχα την ευτυχία-δυστυχία να έχω τη μάνα μου δασκάλα στη Γ’ με Δ’ Δημοτικού (ήταν τριθέσιο το σχολείο μας). Και ήρθε η ώρα να μάθω την προπαίδεια. Λέω: «Μάνα, γιατί να τη μάθω, αφού είναι γραμμένη πίσω στο τετράδιο;». «Μα πρέπει να τη μάθεις». «Οχι». Η μάνα απάντησε: «Φέρε τη βέργα. Ανοιξε το χέρι σου». Πέντε ξυλιές στο ένα και πέντε στο άλλο. Φτάσανε τις 25 οι ξυλιές, την προπαίδεια δεν την έχω μάθει ακόμη. Και όμως, μπήκα με άριστα στα Μαθηματικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Δεν ήταν πείσμα. Είμαι συνεπής στις αρχές μου. Πρέπει να λάβετε υπόψη ότι είμαι από τ’ Απεράθου της Νάξου. Δεν είμαι πλάσμα ουρανοκατέβατο, δεν έχω DΝΑ, είμαι πλάσμα απεραθίτικο. Απεραθίτης είναι αυτός που δεν ορρωδεί μπροστά σε τίποτα. Αμα κάτι τον σκιάζει, τον φοβίζει, δεν είναι Απεραθίτης».
Είναι όλοι οι Απεραθίτες έτσι; «Ολοι. Εντάξει, μπορεί να ‘χουμε και καμιά εξαίρεση. Ομως έτσι πλαθόμαστε. Σκεφτείτε ότι το πρώτο πράγμα που έπρεπε να μάθουμε είναι να χτυπάμε βολιά στο κότσι του χωροφύλακα για να πονέσει και να μη μας πιάσει. Αν μας έπιανε, δεν ήμασταν Απεραθίτες».
Τον Θεό δηλαδή δεν Τον επικαλεστήκατε ποτέ, ούτε σε φυλακές ούτε σε αρρώστιες και εξορίες;
«Ποτέ. Δύναμη έπαιρνα από τ’ Απεράθου. Αφού και πριν από την ημέρα της προγραμματισμένης εκτέλεσής μου το ’49 είχα γράψει ένα ποίημα για το χωριό μου. (σ.σ.: Αρχίζει και διαβάζει το ποίημα. Η φωνή του συχνά σπάει από τη συγκίνηση) «Στη θάλασσα της μνήμης μου, φύσα μελτέμι κυκλαδίτικο…». Είδατε να λέω κουβέντα για Θεό;».
Ναι, αλλά έχετε ζητήσει από τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο να αναλάβει την κηδεία σας… «(Γελάει) Ετσι έχει φτάσει στ’ αφτιά σας; Δεν τα γράφουν σωστά, η… λογοκρισία των εφημερίδων! Λοιπόν, η ιστορία είναι η εξής. Ο μακαριστός Χριστόδουλος μου έλεγε: «Θέλω να σε τιμήσω». Του έλεγα: «Χριστόδουλε, δεν θέλω τιμές!». Και ξαφνικά, δηλώνει δημόσια ότι η Ιερά Σύνοδος με τιμά με το παράσημο του Αποστόλου Παύλου. Πάω και τον βρίσκω. «Χριστόδουλε, γιατί το ‘κανες αυτό; Αφού ξέρεις ότι δεν πιστεύω στην ύπαρξη του Θεού». Πονηρότατος αυτός, είπε το εξής καταπληκτικό: «Ο Θεός έχει παντού τους ανθρώπους Του». Λέω: «Αφού ξέρεις πολύ καλά τις απόψεις μου για την Εκκλησία». Και του τα ξανάπα. Οτι έχετε αλλοιώσει το περιεχόμενο της Εκκλησίας, ότι φοράτε τα άμφια που είναι οι τήβεννοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Του είπα και το τρίτο: «Aφήνεις και υπάρχουν τόσα σκάνδαλα στην Εκκλησία και δεν επεμβαίνεις». Λέει: «Σ’ αυτό, Μανώλη, δεν έχεις δίκιο. Ως νομικός ζητώ όποιος καταγγέλλει να φέρνει αποδείξεις και δεν μου φέρνουνε». Του λέω τότε: «Αντέχεις την αντιφώνηση, Παναγιότατε;». Λέει: «Θα πεις αυτά που λες τώρα;». Και του απαντώ: «Βεβαίως». Ετσι δεν έγινε η τελετή. Τώρα με τον Ιερώνυμο, είχα πάει για άλλο θέμα και πήγε η κουβέντα και σ’ αυτό. Του δήλωσα: «Επειδή πιστεύω ότι η θρησκεία βοηθά σημαντικά στην αναστολή της έκλυσης των ηθών και επειδή πιστεύω ακράδαντα στον ουσιαστικό ρόλο της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ύπαρξη του έθνους, όταν κηδευτώ, με τα έθιμα του χωριού μου φυσικά, μπορείς να κάνεις την τελετή της παρασημοφόρησής μου». Αυτή είναι η αληθινή ιστορία. Για να ξέρετε, πάντως, το έχω γράψει στη διαθήκη μου, το κορμί μου θα πάει για το μάθημα ανατομίας των φοιτητών. Και ό,τι περισσέψει θα καεί και θα σκορπιστεί στη θάλασσα. Δεν θέλω τάφο, δεν θέλω μνημεία».
Εχετε κοροϊδέψει ουκ λίγες φορές τον πορθμέα του Αδη. Τότε που γράψατε το ποίημα που μου διαβάσατε, πιστεύατε στ’ αλήθεια ότι θα σας εκτελούσαν;
«Αν το πίστευα λέει… Ακούστε. Εγινε μια μεγάλη παραβίαση στην περίπτωσή μας. Κανονικά, όταν καταδίκαζαν σε θάνατο, σε άφηναν τρεις ημέρες μαζί με τους άλλους συγκρατούμενούς σου για να υποβάλουν οι δικηγόροι σου την αίτηση χάριτος στον βασιλιά. Αν την έκανε δεκτή, παρέμενες εκεί, αν δεν την έκανε δεκτή, σε φωνάζανε, σε κλείνανε στον «Γολγοθά» (έτσι λέγανε οι μελλοθάνατοι το κελί που σε πάνε την παραμονή της εκτέλεσης) και την άλλη ημέρα σε στήνανε στην Καισαριανή. Σ’ εμάς το παραβιάσανε αυτό. Μόλις βγήκε η απόφαση, μας κλείσανε αμέσως στον Γολγοθά. Ημασταν τέσσερις: o δάσκαλος από τις Σέρρες και Ακροναυπλιώτης Στέλιος Δαμιανίδης, ο Λεωνίδας Κύρκος, ο φιλόλογος από τη Σάμο Μανώλης Τσερέπας και η αφεντιά μου. Κάθε κελί το ονομάζαμε ραδιοφωνικό σταθμό – broadcast number 1, broadcast number 2… Οι φύλακες ήταν τόσο αγράμματοι που μας λέγανε «Ρωσικά μιλάτε;». Τετάρτη θα μας εκτελούσαν. Μαθαίνουμε ότι ακόμη και οι φύλακες είναι χωρισμένοι στα δύο, οι μισοί λέγανε να εκτελεστούμε, οι άλλοι μισοί όχι. Λέγαμε εμείς: «Φαντάσου τι θα γίνεται έξω»».
Ηταν τότε που ο Ντε Γκωλ σάς είχε αποκαλέσει «πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης»;
«Ναι, τότε. Την Τρίτη το βράδυ μπαίνει μέσα ένας φύλακας. Εγώ ήξερα τους φύλακες όλους, γιατί είχα καταδικαστεί σε θάνατο κοντά πέντε μήνες (από τον Οκτώβρη του ’48). Υπήρχε, λοιπόν, ένας φύλακας που είχαμε μάθει ότι βασάνιζε κρατουμένους. Αυτός ήταν που μπήκε στο κελί μου. «Εσύ μού ‘τυχες;» του λέω. «Γιατί το λες αυτό;». «Περίμενα κανέναν άνθρωπο της προκοπής, και μου ‘ρθες εσύ ο βασανιστής». Γυρίζει τότε και μου λέει την εξής φοβερή κουβέντα: «Ούτε κατάρα δεν δίνω στον εχθρό μου να φυλάει μελλοθάνατους». Λέω: «Το λες αλήθεια; Να σε πιστέψω;». Λέει: «Ναι». «Aν είναι έτσι που το λες, θα πας στη μάνα μου, Παραμυθίας 40, και θα της πεις πώς πέρασα τις τελευταίες ώρες πριν από την εκτέλεσή μου». Λέει: «Θα πάω». Φτιάχνω στο μεταξύ το ποίημα στο μυαλό μου, ετοιμάζομαι και για τον λόγο που θα βγάλω μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Δεν γίνεται η εκτέλεση, δεν ξέραμε γιατί. Λίγο προτού μας βγάλουν έξω, μαθαίνω ότι ο ίδιος φύλακας βασάνισε πάλι. Πάω και τον πιάνω από τον λαιμό. «Ελα ‘δώ, ρε. Εμαθα ότι επήγες πάλι και βασάνισες». Και μου απαντά: «Αυτός δεν ήτανε σε θάνατο…». Αυτή, σημειώστε, είναι και η μεγάλη αδυναμία της Αριστεράς».
Τι εννοείτε;
«Τον ψυχολογικό παράγοντα δεν τον υπολόγισε ποτέ της η Αριστερά. Ποτέ δεν κατάλαβε ότι κάθε άνθρωπος έχει το δικό του φιλοσοφικό πιστεύω. Ακόμη και ο χειρότερος βασανιστής. Κάποτε ένας ποινικός μού είπε: «Mανώλη, εσύ θεωρητικά μιλάς, εγώ πρακτικά. Εγώ κλέβω το κεφάλαιο πρακτικά. Εσύ θεωρητικά θα το κλέψεις!». Και αυτός είχε τη δική του ιδεολογική επένδυση».
Λέτε ότι δεν υποταχθήκατε ποτέ σε τίποτα και σε κανέναν. Εκπτώσεις για το Κόμμα δεν κάνατε ποτέ;
«Πρώτον, ο Νίκος Ζαχαριάδης (σ.σ.: «τιµονιέρης» του ΚΚΕ από το 1931 έως το 1956) έλεγε: «Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου και διάβαζε». Εγώ ποτέ δεν αγάπησα το κελί μου και όλο έκανα απόπειρες δραπέτευσης. Δεν με ενδιέφερε και το φαΐ μου, άρα στο μόνο που συμφώνησα με τον Ζαχαριάδη ήταν το διάβασμα. Μες στη φυλακή έχω διαβάσει τα πάντα. Δεύτερον, το κόμμα μού έλεγε να κάθομαι να τις «τρώω», χωρίς να αντιδρώ, παρά μονάχα λεκτικά. Υπάρχει, δημοσιευμένο στον «Ριζοσπάστη», γράμμα μου του ’46, στο οποίο τονίζω ότι δεν θα ξαναδεχτώ να φάω ξύλο. Στην περίφημη σύγκρουση στη φυλακή των μελλοθανάτων της Κέρκυρας, με χτυπάγανε επτά φύλακες με αλυσίδες και ρόπαλα και εγώ «απαντούσα» με τα χέρια μου».
Εχετε ζητήσει συγγνώμη από τον ελληνικό λαό διότι συνεργήσατε «σε αυτή την ψευδαίσθηση» της πρώτης κυβέρνησης Αριστεράς. Εσείς σε ποια Αριστερά πιστεύετε σήμερα;
«Ο Ζαχαριάδης έλεγε «Το μέλος του Κόμματος είναι αφέντης στο Κόμμα». Ποτέ το μέλος του Κόμματος δεν έγινε αφέντης στο Κόμμα, πάντοτε αποφασίζει τα πάντα μια ιεραρχία. Δυστυχώς, όλα τα κόμματα της Αριστεράς μέχρι τώρα παρουσιάζονται προσωποπαγή. Και όσο κι αν λένε ότι συνέρχονται οι επιτροπές και συζητάνε, δεν γίνεται αποδεκτή η άποψη των μελών, η άποψη η συλλογική. Αυτή περιορίζεται στα απάνω κλιμάκια, τα οποία πάλι δίνουν μια εξουσία στον αρχηγό, στον πρόεδρο ή στον γραμματέα του Κόμματος. Αυτός είναι ο κανόνας. Για να γίνω πιο κατανοητός, ας αναρωτηθεί ο καθένας για ποιον λόγο τα πανίσχυρα Κομμουνιστικά Κόμματα (της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας) παραμένουν στο 4%. Γιατί δεν έχει πιστέψει ο κόσμος ότι όταν έρθουν στην εξουσία θα αποφασίζει ο λαός και όχι το Κόμμα. Εκείνο που θέλω να πω με όλα αυτά είναι πως την πίστη μου ότι πρέπει να αποφασίζει ο λαός δεν την αλλοιώνει τίποτα, μα τίποτα απολύτως! Είναι απόδειξη για μένα ότι πήγα και εφάρμοσα στο χωριό μου την άμεση δημοκρατία για 12 χρόνια».
Η Ελλάδα έχει γεμίσει διαψευσμένους αριστερούς. Σε ποια Αριστερά μπορούν πλέον να πιστέψουν;
«Το «Αριστερά» είναι ένα μορφολογικό σχήμα. Βαφτίστηκε έτσι επειδή στη γαλλική Βουλή στεκόντουσαν στ’ αριστερά αυτοί που είχανε ριζοσπαστικές ιδέες. Ποιος είναι στην ουσία ο αριστερός; Αυτός που δεν περπατάει την πεπατημένη, αλλά σκάβει έναν καινούργιο δρόμο. Πολλοί μου λένε: «Mα φέρνεις παραδείγματα από την αρχαιότητα». Απαντώ: «Θέλετε να τη διαγράψουμε την αρχαιότητα; Ωραία, τη ‘διαγράφω’. Πριν υπάρξει βάρκα υπήρχε πλεούμενο; Πριν υπάρξει υποβρύχιο, υπήρχε υποβρύχιο; Πριν υπάρξει αεροπλάνο, υπήρχε αεροπλάνο; Πριν υπάρξει δορυφόρος, υπήρχε δορυφόρος;». Φυσικά, μέχρι να πετύχει, π.χ., το αεροπλάνο, πέρασε πολύς καιρός. Ουτοπία; Ουτοπία. Το ξέρετε ότι πριν από εννέα μήνες συμμετείχα από την πλευρά της Ελλάδας σε ταινία για τον Τόμας Μορ, που γυρίζει βέλγος σκηνοθέτης (σ.σ.: το ντοκιμαντέρ «Back to Utopia» του Fabio Wuytack), με αφορμή τα 500 χρόνια από την «Ουτοπία» του; Μου είπανε: «Είσαι ο μόνος ουτοπιστής». Τους είπα: «Δεν είμαι ο μόνος, ρε παιδιά!»».
Σας προσέγγισαν, δηλαδή, για να ρωτήσουν για την αριστερή ουτοπία σας;
«Ναι. Μια ουτοπία που γίνεται πραγματικότητα. Ουτοπία δεν ήτανε η βάρκα, το υποβρύχιο, το αεροπλάνο, ο δορυφόρος;».
Η πιο έντονη ανάμνηση
«Η πιο έντονη ανάμνηση της ζωής μου, είναι η μάνα μου. Με ρωτάνε διαρκώς για τη σημαία. Εγώ όμως, ακόμα κι από την ιστορία της σημαίας, θυμάμαι τη μάνα μου» ανέφερε χαρακτηριστικά
Όταν γυρίζαμε εκείνη την ημέρα στα σπίτια μας, η ώρα ήταν περασμένη, μετά τα μεσάνυχτα. Πάω στο σπίτι και βλέπω τη μάνα μου […] Με περίμενε. Την πλησιάζω και της λέω, «Μάνα!».
Σηκώνεται απότομα, με πιάνει από τον λαιμό, με πάει στην κουζίνα για να μην ακούσουν οι άλλοι και ξυπνήσουν και μου λέει «Πού ήσουν;».
Τότε εγώ ανοίγω το σακάκι και της δείχνω το κομμάτι της σβάστικας που είχαμε κόψει. Με αγκαλιάζει, με φιλάει και μου λέει, «Πήγαινε κοιμήσου»», έλεγε ο Μανώλη Γλέζος.
Για την Αριστερά
«Το “Αριστερά” είναι ένα μορφολογικό σχήμα. Βαφτίστηκε έτσι επειδή στη γαλλική Βουλή στεκόντουσαν στ’ αριστερά αυτοί που είχανε ριζοσπαστικές ιδέες. Ποιος είναι στην ουσία ο αριστερός; Αυτός που δεν περπατάει την πεπατημένη, αλλά σκάβει έναν καινούργιο δρόμο», είχε πει ο Μανώλης Γλέζος.
Στο βίντεο που ακολουθεί θα δείτε τον εμβληματικό Μανώλη Γλέζο να εξιστορεί σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή και τη δράση του.