Δολοφονία Φλόιντ : Πώς φτάσαμε στην εξέγερση, τι συμβαίνει στην Αμερική
Τραμπ : Θα καλέσει τον στρατό στους δρόμους; Θα κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης; Εκείνοι που τον γνωρίζουν, θεωρούν πως θα φτάσει στα άκρα. Πέντε μήνες μέχρι τις εκλογές είναι πολύς χρόνος
Οι διαδηλώσεις και η βία εξαπλώνονται στις ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Τραμπ και η ομάδα του βρίσκονται σε πλήρη δράση. Οχι όμως για να ενώσουν τη χώρα ή να ανακοινώσουν απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις. Ο Τραμπ κινείται έντονα προκειμένου να κεφαλαιοποιήσει τον διχασμό για πολιτικό του όφελος.
Οταν ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού, ο αμερικανός πρόεδρος αντέδρασε με μεγάλη καθυστέρηση. Πέρα από τις αντιεπιστημονικές τοποθετήσεις του, η βασική του σκέψη ήταν να μη βλάψει την οικονομία, καθώς ανησυχούσε ιδιαίτερα για τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Στην περίπτωση της δολοφονίας του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ από λευκό αστυνομικό που τον πατούσε με το γόνατό του στον λαιμό επί 8 λεπτά, όμως, κινήθηκε γρήγορα καθώς είδε στις αντιδράσεις που προκλήθηκαν, την ευκαιρία να συσπειρώσει την εκλογική του βάση η οποία είχε αρχίσει να διαλύεται έπειτα από την ολιγωρία του απέναντι στην πανδημία και τους θανάτους από Covid-19 που ξεπέρασαν τους 100.000 στις ΗΠΑ.
Ετσι, λοιπόν, έριξε και συνεχίζει να ρίχνει λάδι στη φωτιά. Σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα έχει ανάγκη από ενωτικό λόγο προκειμένου να επέλθει ηρεμία και να προωθηθούν μεταρρυθμίσεις, εκείνος απειλεί με τη χρήση όπλων και βίας, λέει ότι θα κατεβάσει στρατό στους δρόμους, αποκαλεί τους διαδηλωτές «αναρχικούς» και «αλήτες» και φωτογραφίζεται μπροστά σε εκκλησία κρατώντας τη Βίβλο ως τρόπαιο. Η εκλογική του βάση – όλοι εκείνοι οι κυρίως συντηρητικοί, λευκοί, ευαγγελιστές του νότου (όπου ο ρατσισμός υπάρχει ακόμα εμφανώς σε πολλές εκφάνσεις της κοινωνίας) – συσπειρώνονται και πάλι γύρω του. Εκείνος μιλά με ένα λεξιλόγιο 100 λέξεων, με πολλά επίθετα (καλός, κακός, υπέροχος, διαβολικός) και μιλά για «νόμο και τάξη».
Η στόχευσή του είναι συγκεκριμένη. Και, όσο κι οι αντιδράσεις είναι πολλές τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και στο εξωτερικό, αυτή η στόχευση έχει αποτέλεσμα. Λίγο μετά την εμφάνιση μπροστά στην «Εκκλησία των Προέδρων», απέναντι από τον Λευκό Οίκο, μια εμφάνιση που καταδίκασαν ακόμα και οι ιερείς του ναού, δημοσιογράφος του περιοδικού Atlantic μίλησε στο τηλέφωνο με τον Ρόμπερτ Τζέφρες, πάστορα σε μια μεγάλη ενορία του Ντάλας. Ακουγόταν σχεδόν ευτυχής. «Πιστεύω ότι ήταν εντελώς σωστό, να σταθεί ο πρόεδρος μπροστά από αυτή την εκκλησία», είπε ο Τζέφρες. «Κρατώντας ψηλά τη Βίβλο, μας έδειξε ότι, ναι, ο Θεός μισεί τον ρατσισμό – αλλά και ότι ο Θεός μισεί την ανομία. Οπότε ειμαι ευτυχής».
Η θρησκευτική Δεξιά
Μόνο ψηφοφόροι σαν τον Τζέφρες απασχολούν αυτή τη στιγμή τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι δημοσιογράφοι των μεγάλων εφημερίδων κάνουν έκκληση στη σιωπηλή πλειοψηφία να συνταχθεί με τους διαδηλωτές που κατεβαίνουν στους δρόμους των αμερικανικών πόλεων. Σε αυτούς απευθύνεται και ο αμερικανός πρόεδρος. Και κυρίως στο κομμάτι τους που ανήκει στη θρησκευτική Δεξιά. Οι περισσότεροι λευκοί συντηρητικοί Χριστιανοί στις ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται να δείχνει ευλάβεια ο πρόεδρος της χώρας. Θέλουν να επιδεικνύει δύναμη. Στον Τραμπ βλέπουν εκείνον που θα τους αποκαταστήσει στο επίκεντρο της αμερικανικής ζωής, χρησιμοποιώντας το σπαθί του για να τιμωρήσει τους εχθρούς τους.
Και έτσι ενώ τις νύχτες οι αμερικανικές πόλεις φλέγονται μέσα σε μια χαώδη κατάσταση και ο πρόεδρος απειλεί όλο και πιο συχνά με τη χρήση στρατού, επιφανείς συντηρητικοί Ευαγγελικοί τον αποθεώνουν στα social media. «Δεν ξέρω για εσάς αλλά εγώ προτιμώ έναν πρόεδρο που κρατά τη Βίβλο μπροστά σε μια εκκλησία από ακροαριστερούς βίαιους διαδηλωτές που βάζουν φωτιές», έγραψε ο Ντέιβιντ Μπρόντι, παρουσιαστής στο Christian Broadcasting Network. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το αργό, κυριαρχικό περπάτημα του ηγέτη μας… που διέσχισε τον δρόμο και πήγε στην πλατεία Λαφαγιέτ στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, αψηφώντας εκείνους που θέλουν να εκτροχιάσουν την εθνική μας ίαση, σκορπώντας φόβο, μίσος και αναρχία», έγραψε ο Τζόνι Μουρ, πρόεδρος του Συμβουλίου Χριστιανών Ηγετών. Ο κατάλογος παρόμοιων δηλώσεων είναι μακρύς.
Ισως δεν μας είναι εύκολο να κατανοήσουμε την αμερικανική πραγματικότητα – όχι εκείνη που εκφράζεται στις κοσμοπολίτικες ακτές της χώρας αλλά στα βάθη της. Η οργή μαίνεται εδώ και χρόνια. Πυροδοτήθηκε για πρώτη φορά το 2008 όταν εκατομμύρια Αμερικανοί βυθίστηκαν σε οικονομική κρίση, παρότι οι ίδιοι δεν έφεραν καμία ευθύνη και για την οποία δεν λογοδότησε ποτέ κανείς από τους υπεύθυνους τραπεζίτες και πολιτικούς, παρατηρεί αναλυτής της γερμανικής εφημερίδας Süddeutsche Zeitung. «Πολιτικά εκδηλώθηκε τότε κυρίως υπό τη μορφή του υπερσυντηρητικού κινήματος Tea Party, το οποίο απορροφήθηκε αργότερα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Υποκίνηση της οργής
Οταν το 2016 έθεσε υποψηφιότητα ο Τραμπ, δεν χρειάστηκε καν να ξυπνήσει αυτή την οργή, αλλά απλά να την υποκινήσει. Από αυτή την οργή άντλησε το πολιτικό του κεφάλαιο. Ηταν η κινητήρια δύναμη της νίκης του. Αυτή την οργή συνεχίζει να πυροδοτεί ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου – την οργή των αντιπάλων του και την οργή των υποστηρικτών του που αισθάνονταν μέχρι τώρα παραμελημένοι από την πολιτική ελίτ». Η οργή είναι το μεγάλο όπλο του Ντόναλντ Τραμπ. Γι’ αυτό ρίχνει λάδι στη φωτιά. Η κλιμάκωση από πλευράς του είναι συνειδητή και ηθελημένη.
Και γι’ αυτό μετατρέπει σε όπλο την κρίση. Γι’ αυτό απειλεί με στρατιωτική καταστολή, αποκαλεί τους κυβερνήτες «αδύναμους ηλίθιους» και προτρέπει τους αστυνομικούς να «κυριαρχήσουν» πάνω στους διαδηλωτές με κάθε μέσο. Γι’ αυτό δανείστηκε τη φράση «όταν ξεκινούν οι λεηλασίες, ξεκινά το πιστολίδι» από τον Τζορτζ Ουάλας, έναν πολιτικό της δεκαετίας του ’60 που στήριζε τις φυλετικές διακρίσεις και τη βίαιη αστυνομική καταστολή. «Ο Τραμπ κήρυξε πόλεμο στις ΗΠΑ για να σώσει το τομάρι του;» αναρωτιέται η αρθρογράφος της Guardian Αρβα Μαντάουι.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν πως η εξέγερση στις πόλεις θα βοηθήσει τον Τραμπ. Οι συγκρίσεις γίνονται με το 1968, όταν ο Ρίτσαρντ Νίξον εκμεταλλεύθηκε την αντίδραση της πλειοψηφίας σε παρόμοια επεισόδια και με το σύνθημα «νόμος και τάξη», το ίδιο που χρησιμοποιεί τώρα ο Τραμπ, κέρδισε τις εκλογές. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι, που θεωρούν πως η ζημιά για τον σημερινό πρόεδρο είναι μεγαλύτερη από τα οφέλη. Το 2020 δεν είναι 1968. Ο Τραμπ προσπαθεί να ρίξει την ευθύνη στους Δημοκρατικούς για την αναταραχή, όμως εκείνος είναι πρόεδρος και έχει την τελική ευθύνη: αυτή τη στιγμή, λόγω του κορωνοϊού 1 στους 4 Αμερικανούς είναι άνεργος, τα ποσοστά ανεργία είναι μεγάλα στις κρίσιμες πολιτείες και ο Τζο Μπάιντεν, ο Δημοκρατικός αντίπαλός του φαίνεται να ενισχύεται στις δημοσκοπήσεις.
Μένει να δούμε πόσο θα το τραβήξει. Θα καλέσει τον στρατό στους δρόμους; Θα κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης; Εκείνοι που τον γνωρίζουν, θεωρούν πως θα φτάσει στα άκρα. Πέντε μήνες μέχρι τις εκλογές είναι πολύς χρόνος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις