Ο ΣΥΡΙΖΑ, το παρακράτος, ο Παππάς και οι «βρόμικες» πλευρές της εξουσίας
Παρότι κόμμα της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ επέδειξε εξαιρετική ικανότητα να αντιγράφει τις χειρότερες πρακτικές των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας
- «Mr Everyman»: Οι 51 άνδρες που καταδικάστηκαν για τους βιασμούς της Ζιζέλ - Γιατί τους ονόμασαν έτσι;
- Νέα επιδείνωση του καιρού με καταιγίδες, θυελλώδεις ανέμους και χιόνια
- Στους 94 έχουν φτάσει οι νεκροί στη Μοζαμβίκη μετά το πέρασμα του κυκλώνα Σίντο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
Ακούγεται κοινότοπο, αλλά όντως υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που περίμεναν ότι ένα κόμμα προερχόμενο από τον ιστορικό κορμό της Αριστεράς στην Ελλάδα, έναν πολιτικό χώρο που κατά κύριο λόγο υπήρξε διωκόμενος και υπό επιτήρηση στην ιστορική του διαδρομή, θα κουβαλούσε στην εξουσία αν όχι μια διαφορετική πολιτική, τουλάχιστον ένα διαφορετικό ήθος της εξουσίας.
Ας μην ξεχνάμε ότι αυτός ήταν ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στην εξουσία. Δεν ήταν τόσο ότι έπεισε ότι όντως είχε ένα πρόγραμμα «απαλλαγής από τα μνημόνια», ήταν κυρίως η οργή και η αγανάκτηση μιας ολόκληρης κοινωνίας που είδε να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της εξαιτίας της διαχρονικής απρονοησίας των κομμάτων που διαχειρίστηκαν για δεκαετίες τις τύχες του τόπου.
Ακόμη και η υπόσχεση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έφερνε κάποια κάθαρση ή θα έφερνε αντιμέτωπους με τις ευθύνες τους όλους εκείνους που ευθύνονταν για οικονομική κρίση και την υπερχρέωση της χώρας, έπαιξε ρόλο στο να στραφούν προς το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα ψηφοφόροι που μέχρι τότε δεν είχαν ποτέ εξετάσει το ενδεχόμενο να ψηφίσουν αριστερά.
Κι όμως έρχονται ολοένα και περισσότερα στοιχεία ότι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία επέλεξε να υιοθετήσει τις χειρότερες πρακτικές των κομμάτων εξουσίας, συνδυάζοντας τον κυνισμό με τον ζήλο του νεοφώτιστου.
Ένα κόμμα που πήρε τη διακυβέρνηση και αναζητούσε τρόπο να κερδίσει και την εξουσία
Η φράση «κερδίσαμε τη διακυβέρνηση, αλλά όχι και την εξουσία» χρησιμοποιήθηκε με ποικίλους τρόπους τα χρόνια που κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν απλώς μια υπογράμμιση της μαρξιστικής θέσης ότι ο κρατικός μηχανισμός δεν περιορίζεται απλώς στις κορυφές της εκτελεστικής εξουσίας, την κυβέρνηση και τα υπουργεία, αλλά περιλαμβάνει και ένα σύνολο από δομές και κέντρα λήψης αποφάσεων, συχνά αφανών και συχνά σχετικά αυτονομημένων.
Σε άλλες περιπτώσεις ήταν απλώς ένα άλλοθι που προσπαθούσε να δικαιολογήσει το γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προχωρούσε στις τομές που είχε εξαγγείλει και αντίθετα έκανε οδυνηρούς συμβιβασμούς με τους δανειστές.
Και σε κάποιες άλλες, απλώς ερμηνεύτηκε ως ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ να προσεγγίσει τους κατάλληλους «τεχνικούς της εξουσίας», αυτούς που υποτίθεται θα του εξασφάλιζαν τον χειρισμό του κρατικού μηχανισμού.
Ειδικά μάλιστα γύρω από το τελευταίο ερώτημα υπήρχε (και συχνά και καλλιεργείτο και από την ηγεσία) και ένας φόβος ότι ο κρατικός μηχανισμός, ιδίως αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως «βαθύ κράτος» θα έσπευδε να υπονομεύσει την «κυβέρνηση της Αριστεράς».
Ο ρόλος του Νίκου Παππά
Ο Νίκος Παππάς δεν είχε ποτέ κάποιο ιδιαίτερο κύρος ή απήχηση μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, στη διαδρομή του στη Νεολαία μάλλον είχε δημιουργήσει περισσότερες αντιπάθειες, παρά είχε κερδίσει σεβασμό. Όμως, από τη θέση που είχε πολύ κοντά στον Αλέξη Τσίπρα υπήρξε κατεξοχήν άνθρωπος που διεκδίκησε να παίξει το ρόλο του ανθρώπου που θα μιλούσε με διάφορα κέντρα οικονομικής και πολιτικής εξουσίας στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία.
Και μάλιστα τα δείγματα γραφής που έδωσε ήταν εξαρχής χαρακτηριστικά. Μιλάμε συχνά για την τάση των 53 (από ένα σημείο και μετά 53+), όμως, σπανίως θυμόμαστε ότι αφετηρία ήταν ένα κείμενο 53 μελών της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που το καλοκαίρι του 2014, αμέσως μετά τις ευρωεκλογές, είχαν καταγγείλει διάφορα παραδείγματα ενός νέου «ήθους της εξουσίας», στοχοποιώντας στην πραγματικότητα τον Νίκο Παππά, τον τρόπο που είχε διαχειριστεί την προεκλογική εκστρατεία, τον τρόπο που το «γραφείο προέδρου» μετατρεπόταν σε αυτοτελές «κέντρο εξουσίας», όπως και τις σχέσεις με διάφορες φιγούρες που δεν είχαν ακριβώς σχέσεις με τις παραδόσεις της Αριστεράς.
Παρ’ όλα αυτά, απτόητος ο Νίκος Παππάς θα γίνει πόλος εξουσίας, θα διεκδικήσει να είναι σε μεγάλο βαθμό το «Μαξίμου» και ως υπουργός θα χειριστεί κατεξοχήν θέματα που αφορούσαν την αναζήτηση του ΣΥΡΙΖΑ για πρόσβαση σε συστήματα οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. Αρκεί να σκεφτούμε την υπόθεση με τις τηλεοπτικής άδειες και τη σχεδόν κωμικοτραγική προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει φίλια ΜΜΕ σε μια διαδρομή που τον οδήγησε από τα… βοσκοτόπια του Καλογρίτσα, στον Ιβάν Σαββίδη.
Την ίδια στιγμή η υπόθεση Πετσίτη, έδειξε που μπορούσε να οδηγήσει μια σχεδόν ερασιτεχνική προσπάθεια διαμόρφωσης μιας νέου τύπου «διαπλοκής».
Η τοξική σχέση με τον Πάνο Καμμένο
Η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τον Πάνο Καμμένο και τους Ανεξάρτητους Έλληνες δεν ήταν αυτονόητη. Μπορεί να είχαν συμπορευτεί αντικειμενικά σε στιγμές του «αντιμνημονιακού κινήματος», όμως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες δεν έπαυαν να είναι ένα κόμμα που είχε σκληρές δεξιές θέσεις, εθνικιστικές τοποθετήσεις και μια αντίληψη της κρίσης που έφερνε περισσότερο προς συνωμοσιολογικές απόψεις.
Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ χρειαζόταν έναν πολιτικό σύμμαχο για να έχει τη δυνατότητα να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας και τον βρήκε στο πρόσωπο του Πάνου Καμμένου. Άλλωστε, μπορούσε να επικαλείται την «πατριωτική» πλευρά του αντιμνημονιακού αγώνα ως κοινό πολιτικό ίχνος.
Όμως, στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσωπο του Πάνου Καμμένου δεν βρήκε μόνο τον αναγκαίο συγκυβερνήτη. Βρήκε και κάποιον που έφερνε μαζί του και μια ορισμένη αντίληψη για την πρόσβαση στην εξουσία και τους μηχανισμούς της.
Για την ακρίβεια βρήκε κάποιον που προσέφερε την υπόσχεση ότι θα μπορούσε να βάλει πλάτη στην προσπάθεια να «μπουν και κάποιοι φυλακή».
Ο ίδιος ο Πάνος Καμμένος μάλιστα φάνηκε ιδιαίτερα ενεργός στην ανάμειξή του σε διάφορες υποθέσεις. Αυτό φάνηκε για παράδειγμα στην όλη προσπάθεια να εξασφαλιστεί ότι ο ισοβίτης Γιαννουσάκης θα έδινε τη «σωστή κατάθεση» για την υπόθεση Noor – 1, με τον τότε ΥΠΕΘΑ να είναι στο κέντρο μιας συντονισμένης προσπάθειας που περιλάμβανε και τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή, τον δημοσιογράφο Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, την τότε προϊσταμένης της εισαγγελίας Πειραιά, αλλά και έναν αξιωματικό ανακριτικό υπάλληλο του Λιμενικού Σώματος.
Αυτό φαίνεται και στις τωρινές αποκαλύψεις από τις οποίες προκύπτει ότι εμφανώς υπήρχαν παρεμβάσεις από τη μεριά του και από τη μεριά της συζύγου προς αξιωματικούς της αστυνομίας και δη για να κινηθούν εναντίον δημοσιογραφικών μέσων που ήταν ενοχλητικά για τον τότε ΥΠΕΘΑ.
Όμως, θα ήταν λάθος να πούμε ότι όλα αυτά τα έκανε ο Πάνος Καμμένος σε σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ακριβώς αντίθετο: είχε την πλήρη κάλυψη της κυβέρνησης, τα φίλια ΜΜΕ τον στήριζαν, τα στελέχη αιχμής της πάλης κατά του «παλαιού κομματικού συστήματος» όπως ο Παύλος Πολάκης δεν είχαν πρόβλημα να συντονίζονται μαζί του. Ούτε είχε πρόβλημα ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας να του προσφέρουν κάλυψη σε υποθέσεις όπως αυτή με την παρ’ ολίγο πώληση όπλων στη Σαουδική Αραβία.
Οι διαδρομές του κυρίου Μίμη
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος δεν ήταν επίσης ένας «φυσικός σύμμαχος» της αριστεράς. Άλλωστε, είχε δεχτεί κριτική για τον τρόπο που ως Εισαγγελέας χειρίστηκε υποθέσεις κρίσιμες, ενώ είχε διατελέσει και επικεφαλής της ΕΥΠ επί της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή,
Όμως, ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ήρθε να απαντήσει στη διπλή αγωνία του ΣΥΡΙΖΑ. Πώς θα αποκτούσε πρόσβαση στο δικαστικό σώμα και κυρίως πώς θα προωθούσε τη μεγάλη επιχείρηση «κάθαρσης» και «αποκάλυψης σκανδάλων».
Μικρή σημασία είχε για το κόμμα της «ριζοσπαστικής αριστεράς» ότι η φήμη που τον ακολουθούσε ήταν αυτή του εισαγγελέα με το… ρεκόρ υποθέσεων στο αρχείο. Ούτε φάνηκε να πτοεί τον ΣΥΡΙΖΑ η λογική ότι είναι προτιμότερο να ξεκινά μια δικογραφία και μια δίωξη και μετά ας πάει ο κάθε εμπλεκόμενος να ξεμπλέξει. Για την ακρίβεια, ο ΣΥΡΙΖΑ, που κυρίως επεδίωκε την εντυπωσιακή είδηση για το ότι ξεκινά η ποινική διερεύνηση ενός σκανδάλου, βολευόταν σε αυτή την κατεύθυνση.
Ενδεικτικός και ο χειρισμός της υπόθεσης Novartis όπου η ποινική διερεύνηση των πραγματικών ζητημάτων που αφορούσαν πρακτικές χειραγώγησης της συνταγογράφησης και αύξησης του κόστους για το σύστημα υγείας και των πραγματικών ερωτημάτων για τυχόν πολιτικές ευθύνες, μετατράπηκε σε προσπάθεια να διωχθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι αντίπαλοι πολιτικοί.
Ο Νίκος Παππάς ξανά σε ρόλο «τεχνικού της εξουσίας»
Οι αποκαλύψεις που έγιναν για τη συνομιλία του Νίκου Παππά και του επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή είναι ενδεικτικές για όλο αυτό το κλίμα. Το ίδιο το γεγονός ότι ένας υπουργός πάει να δει έναν επιχειρηματία, ο οποίος με τη σειρά του καταγράφει τη συνομιλία, στην οποία εμφανώς περιγράφεται ότι υπάρχει η επίσημη κυβερνητική γραμμή αλλά κι ότι υπάρχουν και ιδιαίτερες «ατζέντες» στελεχών, που περιγράφονται ως ‘outsourcing’, το οποίο μάλιστα είναι και προσοδοφόρο, απέχει πολύ από την εικόνα του «ήθους της αριστεράς».
Προφανώς και η καταγραφή μιας συνομιλίας, πέραν των όποιων νομικών ζητημάτων υπάρχουν σε σχέση με τη χρήση της, από μόνη της δεν συνιστά απόδειξη. Όμως, σίγουρα αποπνέει ένα ορισμένο κλίμα και μια αντίληψη για το πώς έβλεπαν κάποιοι την εξουσία.
Γιατί όπως και να το δει κανείς η αντίληψη που λέει ότι οι υπουργοί παρεμβαίνουν για τις υποθέσεις που έχουν επιχειρηματίες σπεύδοντας να τους συναντήσουν, η πεποίθηση ότι είναι ανεκτό να λειτουργούν «παράλληλοι μηχανισμοί» αρκεί να μην υπονομεύουν την κεντρική κυβερνητική γραμμή, η κυνική παραδοχή ότι εντός ορίων τέτοιοι «παράλληλοι μηχανισμοί» μπορεί να είναι ακόμη και προσοδοφόροι καμιά σχέση με αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «αριστερή διακυβέρνηση».
Όταν η αριστερά αντιγράφει τα χειρότερα των άλλων παρατάξεων
Στο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ με διάφορες αφορμές επανέρχεται μια τοποθέτηση που λέει ότι «ακόμη και εάν υπήρξαν προβλήματα, δεν μπορούμε να υποτιμάμε πόσο διαπλεκόμενα ήταν τα κόμματα εξουσίας μέχρι τώρα».
Μόνο που αυτή η παραδοχή δεν έχει σχέση με το πρόβλημα, εκτός και εάν πάμε σε μια λογική γενικευμένου συμψηφισμού. Προφανώς και στην Ελλάδα υπήρξαν πλήθος παραδείγματα διαπλοκής και διαφθοράς σε σχέση με κόμματα που διακυβέρνησαν. Όμως υποτίθεται ότι αυτό ακριβώς ήταν ένα σοβαρό πρόβλημα με το οποίο θα συγκρουόταν ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι ένα άλλοθι για να είναι ανεκτική η ηγεσία του απέναντι σε τέτοιες πρακτικές.
Ακόμη χειρότερα, φαίνεται ότι στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη δεν έχουν καταλάβει ποιο είναι το χνάρι όταν ένα κόμμα της αριστεράς μετέρχεται τέτοιων πρακτικών και δη με αυτόν τον σχεδόν άγαρμπα ερασιτεχνικό ζήλο. Και αυτό είναι η εμπέδωση της λογικής του «όλοι ίδιοι είναι». Μόνο που αυτή απλώς υπονομεύει τη δημοκρατία, βαθαίνει την πολιτική κρίση και ενέχει τον κίνδυνο να την εκμεταλλευτεί η ακροδεξιά.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις