Βρετανία : Τα μισά νοικοκυριά μειονοτικής καταγωγής ζουν σε συνθήκες φτώχειας
Οι οικογένειες μαύρων και ατόμων μειονοτικής καταγωγής στη Βρετανία έχουν διπλάσιες πιθανότητες να ζουν σε συνθήκες φτώχειας σε σχέση με εκείνα των λευκών, με την οικονομική τους κατάσταση να δέχεται και το σφοδρότερο πλήγμα από την ύφεση που επέφερε η πανδημία
Τα νοικοκυριά μαύρων και ατόμων μειονοτικής καταγωγής στη Βρετανία έχουν διπλάσιες πιθανότητες να ζουν σε συνθήκες φτώχειας σε σχέση με εκείνα των λευκών. Έτσι, καταλήγουν δυσανάλογα εκτεθειμένα στις απώλειες θέσεων εργασίας και τις μισθολογικές περικοπές που προέκυψαν από την πανδημία του κοροναϊού, όπως αποκαλύπτει ανεξάρτητη έρευνα.
Η τελευταία ετήσια έκθεση της Επιτροπής Κοινωνικών Μετρήσεων ανακάλυψε ότι σχεδόν τα μισά νοικοκυριά μαύρων από την Καραϊβική ζουν σε συνθήκες φτώχειας, σε σύγκριση με μία στις πέντε οικογένειες λευκών, ενώ συνολικά οι οικογένειες μαύρων και ατόμων μειονοτικής καταγωγής έχουν δύο με τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να βρίσκονται σε επίμονη φτώχεια σε σχέση με εκείνες των λευκών.
Τι αναφέρει η επιτροπή
Η επιτροπή αναφέρει ότι όλοι οι άνθρωποι που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, και ιδιαιτέρως εκείνοι που αξιολογείται πως βρίσκονται σε «βαθιά φτώχεια» – δηλαδή τουλάχιστον 50% κάτω από το όριο της φτώχειας – ήταν πολύ πιθανότερο να είχαν βιώσει μείωση των εισοδημάτων τους από την έναρξη του lockdown. Συνεπώς, αυξάνεται ορατά ο κίνδυνος η πανδημία να οδηγήσει σε «σημαντική» αύξηση της έκτασης και της σφοδρότητας της φτώχειας, ιδιαίτερα από τη στιγμή που όλα δείχνουν ότι η χώρα οδεύει στη χειρότερη ύφεση της σύγχρονης ιστορίας της.
Συνολικά, 14,4 εκατομμύρια άνθρωποι στη Βρετανία ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας κατά το 2018-2019, δηλαδή 100,000 περισσότεροι σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Εξ αυτών, τα 4,5 εκατομμύρια ήταν παιδιά. Περίπου 4,5 εκατομμύρια άνθρωποι – το 7% του πληθυσμού – βρίσκονταν σε βαθιά φτώχεια, ενώ 7,1 εκατομμύρια σε επίμονη φτώχεια, δηλαδή ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας τουλάχιστον για δύο από τα τρία τελευταία έτη.
«Με τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του κοροναϊού να είναι πιθανό να διαρκέσουν πολύ καιρό μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης, αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν πόσο πολλά πρέπει να κάνουμε προκειμένου να βελτιώσουμε τις ζωές των πλέον μειονεκτούντων της κοινωνίας μας», σημειώνει η επικεφαλής της επιτροπής, Φιλίππα Στράουντ.
Η Στράουντ τονίζει ότι είναι επιτακτικό να γίνουν περισσότερα για την κατανόηση των αιτιών που οι μειονοτικές οικογένειες είναι πιο πιθανό να ζουν σε συνθήκες φτώχειας, αλλά και για να βρεθούν οι λύσεις που θα οδηγήσουν σε βελτιώσεις, είτε αφορούν δεξιότητες και εργασιακές ευκαιρίες, είτε ζητήματα όπως η στέγαση.
Αυξημένα ποσοστά ανεργίας
Σύμφωνα με τα ευρήματα της επιτροπής, περίπου ένας στους 10 ενήλικες από που προέρχονται από οικογένειες μαύρων Βρετανών, Πακιστανών, Μπαγκλαντεσιανών ή από μεικτές οικογένειες είναι άνεργοι, σε σύγκριση με έναν στους 25 λευκούς Βρετανούς. Επομένως, διατρέχουν αυξημένο οικονομικό κίνδυνο εξαιτίας της πανδημίας.
Επιπλέον, η έρευνα ανακάλυψε ότι το 19% των ανθρώπων που ανήκαν σε οικογένειες οι «κεφαλές» των οποίων ήταν λευκά άτομα ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας το 2018-2019. Συγκριτικά, το αντίστοιχο ποσοστό κυμαίνεται στο 32% για τις εθνοτικά μεικτές οικογένειες, στο 39% για τις οικογένειες Ασιατών ή Βρετανών ασιατικής καταγωγής, στο 42% για τις οικογένειες που ταξινομούνται ως «άλλης εθνικότητας» και στο 46% για τις οικογένειες μαύρων, Αφρικανών, μαύρων Βρετανών και καταγωγής από την Καραϊβική.
Κίνδυνος περαιτέρω αύξησης της φτώχειας
Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε με δείγμα 80,000 ενηλίκων μεταξύ της 25ης Μαρτίου και της 18ης Μαΐου ανακάλυψε ότι το 65% των ατόμων που ζούσαν σε συνθήκες βαθιάς φτώχειας πριν την κρίση, έχουν δει τα εισοδήματά τους να μειώνονται, τις θέσεις εργασίας τους να χάνονται ή τέθηκαν σε άδεια άνευ αποδοχών. Συγκριτικά, το ποσοστό ανέρχεται στο 35% για εκείνους που ανήκουν σε οικογένειες το εισόδημα των οποίων ξεπερνά τουλάχιστον κατά 20% το όριο της φτώχειας.
«Αυτά τα πλήγματα σε εκείνους που ήδη ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας ή λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας, απειλούν να αυξήσουν τον αριθμό των ανθρώπων σε ένδεια και να βαθύνουν τη φτώχεια για εκείνους που τη βιώνουν ήδη», προειδοποιεί η επιτροπή.
Οι μισοί εξ αυτών που ζουν σε καθεστώς φτώχειας, είναι μέλη οικογένειας με τουλάχιστον ένα άτομο με αναπηρία, σύμφωνα με την επιτροπή. Η αύξηση της φτώχειας μεταξύ των εργαζόμενων συνεπάγεται ότι το 68% των ενηλίκων σε παραγωγική ηλικία (5,6 εκατομμύρια άτομα) ζουν σε οικογένειες τουλάχιστον ένα μέλος της οποίας εργάζεται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης. Περισσότεροι από έναν στους δέκα συνταξιούχους ζουν σε συνθήκες φτώχειας.
Διαφοροποίηση της εικόνας ανά περιοχή
Οι δείκτες παιδικής φτώχειας διαφέρουν σημαντικά βάσει της περιοχής, με το Λονδίνο (40%) και τη βορειοανατολική Αγγλία (39%) να βρίσκονται στη χειρότερη κατάσταση και την νοτιοανατολική Αγγλία και τη Σκωτία (27% και στις δύο περιπτώσεις) να παρουσιάζουν την καλύτερη εικόνα. Ο δείκτης παιδικής φτώχειας κυμαίνεται στο 33% για την Αγγλία, στο 31% για την Ουαλία και στο 29% για τη Βόρεια Ιρλανδία.
Εκπρόσωπος του υπουργείου Απασχόλησης και Συντάξεων δήλωσε ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να υποστηρίζει τα πλέον ευάλωτα μέλη της κοινωνίας: «Γνωρίζουμε ότι ορισμένοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες σε αυτούς τους πρωτόγνωρους καιρούς και έχουμε διαθέσει περισσότερες από 6,5 δισεκατομμύρια λίρες Αγγλίας στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της καθολικής πίστωσης και της πίστωσης φόρου στους εργαζόμενους έως και κατά 1.040 λίρες Αγγλίας ανά έτος, ενώ έχουμε αυξήσει το επίδομα στέγασης, έχουμε συντάξει σχέδια προστασίας εισοδήματος, αναστολές δόσεων δανείων και επιπλέον υποστήριξη για τους ενοικιαστές».
Πηγή: www.theguardian.com
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις