Ο κοροναϊός φέρνει ανεξέλεγκτες αλλαγές: «Η Δημοκρατία κινδυνεύει και χρειάζεται πραγματικούς πολίτες»
Η πανδημία του κοροναϊού θα μπορούσε να μεταμορφώσει τις δυτικές κοινωνίες. Αλλά χωρίς μια σταθερή μεσαία τάξη, το κράτος κινδυνεύει να αντικαταστήσει η πλουτοκρατία.
- Γιατί η Βραζιλία έχει μεγάλη οικονομία αλλά απαίσιες αγορές
- «Είναι άρρωστος και διεστραμμένος, όσα μου έκανε δεν τα είχα διανοηθεί» - Σοκάρει η 35χρονη για τον αστυνομικό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Διαρρήκτες «άδειαζαν» το εργαστήριο του γλύπτη Γεώργιου Λάππα στη Νέα Ιωνία
Συγκλονιστικό είναι το άρθρο του Martin Wolf στους Financial Times, όπου καλεί τους πολίτες να ενεργοποιηθούν και να πάρουν στα χέρια τους τη διαμόρφωση του κόσμου μετά την πανδημία του κοροναϊού.
Ο έμπειρος δημοσιογράφος προειδοποιεί ότι ο κοροναϊός έχει φέρει μια έντονη παρεμβατικότητα του κράτους σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής (οικονομία, κοινωνία, πολιτισμό κτλ.). Παράλληλα, η επερχόμενη οικονομική κρίση και οι αλλαγές στην αγορά εργασίας μπορεί να οδηγήσουν σε μία νέα αναβίωση του λαϊκισμού.
Σε αυτήν την επικίνδυνη κατάσταση για τη δημοκρατία παγκοσμίως, οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τις βάσεις για ένα καλύτερο μέλλον είναι οι πολίτες, με την ενεργή τους συμμετοχή στα κοινά, ενώ οι κυβερνήσεις θα πρέπει να θέσουν ως προτεραιότητα την ευημερία των πολιτών.
Ο Wolf ξεκινάει με μια φράση του Αριστοτέλη:
«Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η πολιτική κοινωνία που αποτελείται από μεσαίους είναι άριστη και πως οι πόλεις που κυβερνούνται σωστά είναι εκείνες όπου η μεσαία τάξη είναι πιο πολυάριθμη και ισχυρή από τις άλλες δύο ή έστω και από μία από εκείνες» – Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1295b34
H πανδημία του Covid-19 αποτέλεσε ένα παγκόσμιο σοκ. Αλλά θα οδηγήσει και σε μακροχρόνιες αλλαγές; Η απάντηση είναι ότι μπορεί να αποδειχθεί ένα μετασχηματιστικό συμβάν για διάφορες δυτικές κοινωνίες, ιδίως τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Για τις δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες, η εποχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μπορεί να διαιρεθεί σε δύο υποπεριόδους. Η πρώτη, η οποία διαρκεί περίπου από το 1945 έως το 1970, ήταν η εποχή μιας «σοσιαλδημοκρατικής» συναίνεσης ή του «New Deal» όπως θα έλεγαν οι Αμερικανοί. Η δεύτερη, η οποία ξεκινάει περίπου το 1980, ήταν η συναίνεση της «παγκόσμιας ελεύθερης αγοράς» ή του μοντέλου της Θάτσερ και του Ρίγκαν.
Μεταξύ των δύο αυτών περιόδων μεσολάβησε μια μεταβατική περίοδος -αυτή του υψηλού πληθωρισμού της δεκαετίας του 1970. Φαίνεται πως βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή σε μια νέα μεταβατική περίοδο, η οποία ξεκίνησε με την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση. Η κρίση αυτή επέφερε πλήγμα στην ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς. Αλλά σε όλο τον δυτικό κόσμο έγιναν γενναίες προσπάθειες ανοικοδόμησης του «ancient regime» μέσω της διάσωσης του χρηματοοικονομικού συστήματος, της υιοθέτησης πιο αυστηρών χρηματοοικονομικών ρυθμίσεων και της λιτότητας.
Στο τέλος, την απόπειρα αυτή ακολούθησε η άνοδος του λαϊκιστικού εθνικισμού. Ο Ντόναλντ Τραμπ, με την πολιτική του προστατευτισμού και των διμερών συμφωνιών, την υπόσχεσή του να διατηρήσει την κοινωνική προστασία και την αρχική (και έκτοτε ξεχασμένη) έμφαση στις επενδύσεις σε υποδομές, έγινε αρχηγός του κόμματός του επειδή δεν ήταν ο παραδοσιακός Ρεπουμπλικάνος που υπερασπίζεται την ελεύθερη αγορά.
Με τη δέσμευσή του να ενισχύσει τις πιο φτωχές περιοχές και τις ευμενείς αναφορές στο New Deal του Ρούσβελτ, ο Μπόρις Τζόνσον έχει δείξει και αυτός μια νέα πιθανή πορεία για το κόμμα του. Οι ηγέτες αυτοί έχουν θάψει τον Ρόναλντ Ρίγκαν και τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
O κοροναϊός έχει επίσης προκαλέσει μια ακόμα πιο δραματική επιστροφή των κρατικών παρεμβάσεων στην οικονομία σε σχέση με τη χρηματοπιστωτική κρίση. Τούτο μπορεί να σηματοδοτεί το τέλος της δεύτερης μεταπολεμικής μεταβατικής περιόδου.
Σε ποια ιδέα πρέπει να στηριχτούν τώρα η πολιτική, η κοινωνία και η οικονομία; Η απάντηση θα έπρεπε να είναι η ιδέα του πολίτη, η οποία έχει τις καταβολές της στις πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης. Είναι κάτι παραπάνω από πολιτική ιδέα. Όπως είχε πει ο Αριστοτέλης, «ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό». Είμαστε ολοκληρωμένοι άνθρωποι, υποστήριξε, μόνο όταν συμμετέχουμε ενεργά στην πολιτική κοινότητα.
Σε μια δημοκρατία, οι άνθρωποι δεν είναι απλώς καταναλωτές, εργαζόμενοι, επιχειρηματίες, αποταμιευτές ή επενδυτές. Είμαστε πολίτες. Αυτός είναι ο δεσμός που ενώνει τους ανθρώπους σε ένα κοινό εγχείρημα.
Στον σημερινό κόσμο, η ιδιότητα του πολίτη πρέπει να έχει τρεις πτυχές: αφοσίωση στους δημοκρατικούς και νομικούς θεσμούς και τις αξίες του ανοιχτού διαλόγου και της αμοιβαίας ανεκτικότητας που τους στηρίζουν. Ενδιαφέρον για την ικανότητα των συμπολιτών να έχουν μια πλήρη ζωή και επιθυμία να δημιουργηθεί μια οικονομία που επιτρέπει στους πολίτες και τους θεσμούς τους να ευημερήσουν.
Απόγνωση και οργή εναντίον του συστήματος
Ο σημαντικότερος λόγος για την υπογράμμιση της σημασίας της ιδιότητας του πολίτη στις ημέρες μας είχε διατυπωθεί από τον Αριστοτέλη πριν από 2.500 χρόνια. Μια απαραίτητη προϋπόθεση για τη σταθερότητα οποιασδήποτε συνταγματικής δημοκρατίας είναι μια ευημερούσα μεσαία τάξη (όσοι βρίσκονται στο μέσο της εισοδηματικής διανομής). Χωρίς αυτήν, το κράτος κινδυνεύει να μετατραπεί σε πλουτοκρατία, δημαγωγία ή τυραννία.
Με τη συρρίκνωση της μεσαίας τάξης, ακόμα και ώριμες δυτικές δημοκρατίες βρίσκονται σήμερα σε κίνδυνο. Όπως υποστηρίζουν οι Έρικ Λόνεργκαν και Μαρκ Μπλιθ στο Angrynomics, ο συνδυασμός δυσμενών οικονομικών εξελίξεων με τις προφανείς αδικίες έχει καταστήσει πολλούς ανθρώπους οργισμένους.
Στο Deaths of Despair and the Future of Capitalism, η Αν Κέις και ο Άνγκους Ντίτον υποστηρίζουν ότι οι εξελίξεις αυτές έχουν προκαλέσει σε πολλούς σοβαρά προβλήματα υγείας. Επισημαίνουν ότι τα ποσοστά θνησιμότητας των λευκών μεσήλικων Αμερικανών έχουν αυξηθεί μετά το 2000. Κάτι παρόμοιο φαίνεται να συμβαίνει τελευταία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Οι θάνατοι της απόγνωσης», υποστηρίζουν, «είναι φαινόμενο που εμφανίζεται μεταξύ όσων έχουν μείνει πίσω, εκείνων των οποίων οι ζωές δεν εξελίχτηκαν όπως ανέμεναν».
Πώς φτάσαμε ως εδώ; Πώς συνδέεται με όλα αυτά η Covid-19; Kαι προς ποια κατεύθυνση πρέπει να αλλάξουν οι ιδέες και οι πολιτικές μας;
Η μεταπολεμική συναίνεση είχε καλά αποτελέσματα για ένα διάστημα. Συνδύαζε τον οικονομικό δυναμισμό με πολιτικές εξισωτικές, ειδικά σε χώρες οι οποίες είχαν καταστραφεί από τον πόλεμο. Οι δυτικές χώρες ανέλαβαν ενεργό ρόλο στη διαχείριση της εγχώριας οικονομίας, απελευθερώνοντας ταυτόχρονα και επεκτείνοντας το διεθνές εμπόριο.
Σε επίπεδο ιδεών, θα έπρεπε να ονομάζεται η Εποχή του Κέυνς. Αλλά πέθανε με την άνοδο του πληθωρισμού, η οποία λειτούργησε ως καταλύτης για τις κινητοποιήσεις των εργατών και την οικονομική επιβράδυνση της δεκαετίας του 1970. Την κεϋνσιανή εποχή ακολούθησε εκείνη του Μίλτον Φρίντμαν, η οποία χαρακτηριζόταν από την παγκοσμιοποίηση, τις απελευθερωμένες αγορές, τους χαμηλούς φόρους και την εστίαση στον πληθωρισμό.
Αυτή η νέα παγκόσμια εποχή γνώρισε εντυπωσιακές επιτυχίες, κυρίως στη μείωση της παγκόσμιας ανισότητας και της μαζικής φτώχειας. Ήταν επίσης μια εποχή σημαντικών καινοτομιών, ιδίως στην τεχνολογία της πληροφορίας. Το κυριότερο, ήταν μια εποχή κατά την οποία κατέρρευσε ο σοβιετικός κομμουνισμός και το ιδεώδες της δημοκρατίας εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο.
Εμφανίστηκαν ωστόσο και μια σειρά από μεγάλες αδυναμίες. Η οικονομική ανάπτυξη στις χώρες υψηλού εισοδήματος ήταν χαμηλότερη σε σχέση με εκείνη που είχε επιτευχθεί στη μεταπολεμική εποχή. Η διανομή εισοδήματος και πλούτου έγινε πιο άνιση. Η οικονομική αξία του χαμηλότερης μόρφωσης εργατικού δυναμικού υποχώρησε σε σχέση με εκείνη των αποφοίτων πανεπιστημίου. Οι αγορές εργασίας έγιναν πιο «ευέλικτες», αλλά τα κέρδη ήταν πιο επισφαλή. Όσο πιο άνιση μια κοινωνία τόσο μικρότερη η κοινωνική κινητικότητα.
Σε πολιτισμούς που δίνουν έμφαση στην υποχρέωση να φροντίζει κανείς για τον εαυτό του, η ανισότητα αυτή καθεαυτή μπορεί να μην είναι κοινωνικά ή πολιτικά αποσταθεροποιητική. Αλλά το αίσθημα των μειωμένων προοπτικών που νιώθει κάποιος για τον ίδιο και για τα παιδιά του έχει σίγουρα σημασία. Το ίδιο, επίσης, έχει και ένα ισχυρό αίσθημα αδικίας.
Στο σημείο αυτό είναι που εισέρχεται η ιδέα του «στημένου καπιταλισμού». Μία πτυχή της είναι η δυσανάλογη ανάπτυξη του χρηματοοικονομικού τομέα. Μία άλλη είναι η στροφή προς τη μεγιστοποίηση της αξίας για τους μετόχους ως μοναδικού στόχου για τις επιχειρήσεις και τη συνακόλουθη τάση να επιβραβεύεται η διοίκηση με βάση την τιμή της μετοχής.
Μία άλλη πτυχή είναι η εξασθένηση του ανταγωνισμού, όπως καταγράφεται για την περίπτωση των ΗΠΑ από τον Τομάς Φιλιπόν στο βιβλίο του. Σημαντική είναι επίσης και η φοροαποφυγή, ιδίως από τις εταιρείες. Έχει επιτραπεί στις αμερικανικές πολυεθνικές να δηλώνουν ένα τεράστιο ποσοστό των ξένων κερδών τους σε μικρά κρατίδια με πολύ χαμηλούς φόρους. Τις ευκαιρίες αυτές και άλλες σε διαφορετικούς τομείς δεν έτυχε να τις εκμεταλλευτούν κάποιοι. Δημιουργούνται μέσω του λόμπινγκ.
Όσο βολικό και αν είναι να κατηγορεί κανείς τους ξένους, δεν είναι αυτοί οι ένοχοι. Το εμπόριο, ειδικά η ξαφνική επέκταση των εισαγωγών μεταποιημένων προϊόντων από την Κίνα την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, προκάλεσε τοπικά σοκ. Αλλά ο οικονομολόγος του Χάρβαρντ Ελχανάν Χέλπμαν καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η παγκοσμιοποίηση με τη μορφή του διεθνούς εμπορίου και του offshoring δεν είναι μεγάλη συνισταμένη στην αύξηση της ανισότητας».
Αλλαγές για το εργατικό δυναμικό
Ο ρόλος των τεχνολογικών αλλαγών είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο. Όπως υποστηρίζει ο Μάρτιν Σαντμπού, ιδιαίτερα σημαντική ήταν η απότομη αύξηση της παραγωγικότητας στη μεταποίηση. Εξίσου σημαντική υπήρξε η άνοδος της ζήτησης για ειδικευμένο προσωπικό σε σχέση με το ανειδίκευτο.
Η πτώση της μεταποίησης ως πηγής απασχόλησης είχε δυσμενείς συνέπειες σε πόλεις και περιοχές στις οποίες ήταν συγκεντρωμένες. Όταν τα εργοστάσια κλείνουν ή απολύουν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού, η ευρύτερη τοπική οικονομία επηρεάζεται επίσης δυσμενώς. Τέτοιες «ξεχασμένες» περιοχές αποτελούν βασικό συστατικό του συνασπισμού των δυσαρεστημένων. Εν τω μεταξύ, πόλεις, ειδικά οι μεγάλες μητροπόλεις, αποτελούν δυναμικά κέντρα για μορφωμένους ανθρώπους και νέες δραστηριότητες, όπως έχει επισημάνει ο οικονομολόγος του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Πολ Κόλιερ.
Η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση ήταν απόρροια της χρηματοοικονομικής απελευθέρωσης στο πλαίσιο της διεύρυνσης των μακροοικονομικών ανισορροπιών, όπως έχουν υποστηρίξει οι Μάθιου Κλάιν και Μάικλε Πέτις στο Trade Wars Are Class Wars. Τα πιο σημαντικά επακόλουθα ήταν η απότομη οικονομική κατάρρευση, οι διασώσεις τραπεζών, η παρεπόμενη έμφαση στον περιορισμό των κρατικών δαπανών και η επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης μετά την κρίση. Στην ευρωζώνη, αυτό διογκώθηκε από τον τρόπο με τον οποίο οι πιστώτριες χώρες έκαναν κήρυγμα στις πιο ευάλωτες για την υποτιθέμενη ανευθυνότητά τους.
Ο Τραμπ εκλέχτηκε πρόεδρος των ΗΠΑ και ο κ. Τζόνσον έγινε πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου επειδή κατόρθωσαν να ενσωματώσουν στους συντηρητικούς συνασπισμούς τους τη μισαλλοδοξία όσων είχαν «μείνει πίσω». Aυτό, με τη σειρά του, ήταν εν μέρει μια αντίδραση μεγάλου μέρους των παλιών εργατικών τάξεων απέναντι στον μετασχηματισμό των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων (Εργατικοί και Δημοκρατικοί) σε κόμματα που εκπροσωπούν περισσότερο μορφωμένους κοσμοπολίτες ψηφοφόρους και εθνικές μειονότητες.
Ο αντίκτυπος της πανδημίας
Ορισμένοι υποστηρίζουν πως είναι λάθος να αντιμετωπίζουμε αυτές τις πολιτικές μετατοπίσεις με όρους οικονομίας. Πρόκειται, υποστηρίζουν, για αντιδράσεις σε πολιτισμικές αλλαγές όπως η μετανάστευση, η μεταβαλλόμενη θέση των γυναικών και τα νέα σεξουαλικά ήθη. Τούτο δεν είναι ιδιαίτερα πειστικό για δύο λόγους: πρώτον, οι πολιτισμικές και οικονομικές αλλαγές δεν μπορούν να διαχωριστούν μεταξύ τους∙ και δεύτερον, ο πολιτισμός δεν αλλάζει τόσο γρήγορα.
Aυτό που χρειάζεται εξήγηση είναι οι μεταβολές στη συμπεριφορά των ψηφοφόρων. Η απάντηση είναι οι αλλαγές στρατοπέδου από ανθρώπους που έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, όσους φοβούνται ότι ζουν στο χείλος ενός οικονομικού γκρεμού ή ότι έχουν ήδη πέσει.
Σε αυτή την ήδη δύσκολη κατάσταση εμφανίστηκε η καταιγίδα της Covid-19. Αυτή, με τη σειρά της, είχε πέντε μεγάλες συνέπειες.
Πρώτον, διέκοψε τη λειτουργία της οικονομίας για να περιορίσει την εξάπλωση της ασθένειας. Ήταν κάτι που επιβλήθηκε σε βάρος των νεότερων, οι οποίοι κινδυνεύουν λιγότερο από τον ιό, και υπέρ των ηλικιωμένων, οι οποίοι είναι οι πιο ευάλωτοι.
Δεύτερον, έπληξε περισσότερο τις γυναίκες από τους άντρες και τους ανειδίκευτους εργαζομένους από τους ειδικευμένους. Τούτο εξηγείται από τα σχετικά υψηλά ποσοστά γυναικείας απασχόλησης σε κάποιους τομείς που δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα και τη δυνατότητα μιας μεγάλης μερίδας ειδικευμένων εργαζομένων να δουλέψουν με ασφάλεια από το σπίτι.
Τρίτον, ο κοροναϊός φαίνεται ότι θα διογκώσει πολλές προϋπάρχουσες ανισότητες. Το μεγαλύτερο μέρος της στήριξης έχει κατευθυνθεί στον χρηματοοικονομικό τομέα, όπως συνέβη και με τη χρηματοοικονομική κρίση.
Τέταρτον, η πανδημία έχει οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερες δημοσιονομικές δαπάνες ακόμα και σε σύγκριση με την παγκόσμια κρίση. Αυτό τώρα εγείρει το ερώτημα για το πώς θα είναι διαχειρίσιμο αυτό το χρέος και ποιος θα πληρώσει.
Πέμπτον, ο ιός ανέδειξε τη δύναμη και τους πόρους που διαθέτει το κράτος. Ο Ρίγκαν έλεγε ότι «οι εννιά πιο τρομακτικές λέξεις στην αγγλική γλώσσα είναι: Είμαι από την κυβέρνηση και είμαι εδώ να βοηθήσω». Ήταν η καλύτερη περίληψη της φιλοσοφίας της εποχής που ο ίδιος βοήθησε να δημιουργηθεί. Σήμερα, έχει επιστρέψει το αίτημα όχι μόνο για βοήθεια από την κυβέρνηση αλλά και για βοήθεια από μια ικανή κυβέρνηση.
Ένα νέο πολιτικό πλαίσιο
Oπότε τι μπορεί να σημαίνει η επιστροφή της ιδέας του πολίτη σε αυτό το νέο πλαίσιο; Δεν σημαίνει ότι το κράτος δεν πρέπει να ενδιαφέρεται για την ευημερία των μη πολιτών. Ούτε σημαίνει ότι βλέπει την επιτυχία των πολιτών του ως αποτυχία των άλλων. Αντίθετα, επιδιώκει αμοιβαία επωφελείς σχέσεις με άλλα κράτη. Δεν σημαίνει ότι τα κράτη πρέπει να αποκοπούν από την ελεύθερη και γόνιμη συνδιαλλαγή με άλλες κοινωνίες. Το εμπόριο, η διακίνηση των ιδεών, η μετακίνηση ανθρώπων και κεφαλαίου, αν είναι ορθά ρυθμισμένα, μπορεί να είναι ιδιαίτερα επωφελή. Δεν σημαίνει ότι τα κράτη πρέπει να αποφύγουν τη στενή συνεργασία μεταξύ τους για την επιτυχία κοινών στόχων. Αυτό ισχύει κυρίως για ενέργειες που έχουν σχεδιαστεί για την προστασία του παγκόσμιου περιβάλλοντος.
Σημαίνει όμως ότι το πρώτο μέλημα των δημοκρατικών κρατών είναι η ευημερία όλων των πολιτών τους. Για να γίνει αυτό πραγματικότητα, πρέπει να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις. Κάθε πολίτης θα πρέπει να έχει την εύλογη δυνατότητα να αποκτήσει εκπαίδευση που θα του επιτρέπει να συμμετέχει όσο το δυνατόν περισσότερο στη ζωή μιας σύγχρονης οικονομίας υψηλών προσόντων. Κάθε πολίτης θα πρέπει επίσης να έχει την ασφάλεια που χρειάζεται για να ευημερήσει, ακόμα και αν χτυπηθεί από αρρώστιες, αναπηρίες ή άλλες ατυχίες. Κάθε πολίτης πρέπει να έχει στην εργασία του την απαιτούμενη προστασία για να μην υπόκειται σε κακοποίηση, φυσική και πνευματική. Κάθε πολίτης πρέπει επίσης να μπορεί να συνεργάζεται με άλλους εργαζομένους, ώστε να προστατεύουν τα συλλογικά τους δικαιώματα.
Οι επιτυχημένοι πολίτες πρέπει να αναμένουν ότι θα πληρώνουν επαρκείς φόρους για τη διατήρηση μιας τέτοιας κοινωνίας. Οι εταιρείες πρέπει να κατανοήσουν ότι έχουν υποχρεώσεις στις κοινωνίες που καθιστούν εφικτή την ύπαρξή τους.
Οι πολιτικοί θεσμοί πρέπει να επηρεάζονται από όλους τους πολίτες, όχι μόνο από τους πλουσιότερους. Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές πρέπει να έχουν ως στόχο τη δημιουργία και τη διατήρηση μιας ενεργητικής μεσαίας τάξης, διασφαλίζοντας παράλληλα ένα δίχτυ ασφαλείας για όλους. Όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα από φυλή, εθνικότητα, θρησκεία ή φύλο δικαιούνται ίσης μεταχείρισης.
Οι πολίτες δικαιούνται να αποφασίσουν ποιος επιτρέπεται να έρθει και να εργαστεί στη χώρα τους και ποιος δικαιούται να μοιραστεί μαζί τους τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα ενός πολίτη.
Το πώς θα επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί πρέπει να είναι το κύριο μέλημα της πολιτικής. Αλλά αυτό δεν σημαίνει να επιστρέψουμε στη δεκαετία του 1960. Ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ από τότε και κατά κύριο λόγο προς το καλύτερο. Δεν επιστρέφουμε πίσω σε έναν κόσμο μαζικής βιομηχανοποίησης, όπου οι περισσότερες μορφωμένες γυναίκες δεν εργάζονταν, όπου υπήρχαν ξεκάθαρες εθνικές και φυλετικές ιεραρχίες και όπου κυριαρχούσαν οι χώρες της Δύσης.
Eπιπλέον, μαζί με την κλιματική αλλαγή είμαστε αντιμέτωποι με την άνοδο της Κίνας και τον μετασχηματισμό της εργασίας από την τεχνολογία της πληροφορίας, δύο πολύ διαφορετικές προκλήσεις.
Αλλά κάποια πράγματα παραμένουν τα ίδια. Τα ανθρώπινα όντα πρέπει να ενεργούν συλλογικά εκτός από ατομικά. Ενεργώντας από κοινού, εντός μιας δημοκρατίας, σημαίνει να ενεργούμε και να σκεφτόμαστε ως πολίτες. Αν δεν το κάνουμε, η δημοκρατία θα αποτύχει.
Είναι καθήκον της γενιάς μας να διασφαλίσει ότι δεν θα συμβεί αυτό.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις