Η νέα Βρετανία θυμίζει όλο και περισσότερο την παλαιά
Η πολιτική του Τζόνσον αντανακλά σήμερα τους ψηφοφόρους του κόμματος, όχι τους χορηγούς του ή τους ιδεολόγους
Τις τελευταίες εβδομάδες ο βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, έλαβε μια σειρά από απροσδόκητες αποφάσεις στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής.
Η κυβέρνησή του κατήγγειλε τον Σι Τζινπίνγκ για το Χονγκ Κονγκ, εντυπωσιάζοντας την Ουάσινγκτον και αιφνιδιάζοντας τις Βρυξέλλες.
Επέβαλε κυρώσεις σε ρώσους και σαουδάραβες αξιωματούχους.
Και κατέβαλε προσπάθειες για τη συγκρότηση μιας συμμαχίας αγγλόφωνων χωρών κατά της Κίνας.
Πίσω από τις σκηνές, βρετανοί διπλωμάτες προωθούν επίσης μια πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός νέου φόρουμ των μεγαλύτερων δημοκρατιών του κόσμου, του D-10, με στόχο την καταπολέμηση του αυταρχισμού.
Με τις κινήσεις αυτές ο Τζόνσον δεν έχει διαφοροποιηθεί απλώς από την Άνγκελα Μέρκελ, που δίνει προτεραιότητα στους οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα, η από τον Εμανουέλ Μακρόν, που έχει συγκροτήσει «ομάδες εργασίας» με τη Ρωσία.
Έχει απογοητεύσει και πολλούς από τους πρώτους υποστηρικτές του Brexit στο χρηματοπιστωτικό τομέα, που ήλπιζαν ότι η χώρα θα δώσει απόλυτη προτεραιότητα στο ελεύθερο εμπόριο.
Αν και δεν το έλεγαν ανοιχτά, πολλοί από τους πρώτους Brexiteers ενδιαφέρονταν περισσότερο για τη χαμηλή φορολογία, τη φιλοξενία ολιγαρχών και τις νέες εμπορικές συμφωνίες με την Ασία, παρά για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή την αντιμετώπιση των δικτατόρων.
«Η Σιγκαπούρη είναι το μοντέλο μας» έλεγε ο Οουεν Πάτερσον, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών, Ντόμινικ Ράαμπ, ζητούσε μια «πειρατική προσέγγιση του ελευθέρου εμπορίου».
Τώρα η Βρετανία επιστρέφει, αλλά όχι ως Σιγκαπούρη-στον-Τάμεση.
Ο Τζόνσον μοιάζει να αντιγράφει τη Μάργκαρετ Θάτσερ ή τον Τόνι Μπλερ, που μάχονταν κατά του αυταρχισμού παραμένοντας κοντά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η απροσδόκητη πρόταση του βρετανού πρωθυπουργού να χορηγήσει απεριόριστα δικαιώματα διαμονής, ακόμη και προοπτική υπηκοότητας, σε 3 εκατομμύρια κατοίκους του Χονγκ Κονγκ εξόργισε το Πεκίνο και ακύρωσε οποιαδήποτε προοπτική μιας «πειρατικής» συμφωνίας ελευθέρου εμπορίου με τη χώρα αυτήν.
Στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η αφαίρεση της Huawei από το βρετανικό δίκτυο 5G.
Ο κινέζος πρεσβευτής στο Λονδίνο δήλωσε ότι η Βρετανία μεταχειρίζεται την Κίνα ως «εχθρικό εταίρο».
Αυτό που ο Ντέιβιντ Κάμερον και ο Τζορτζ Όσμπορν είχαν αποκαλέσει «χρυσή εποχή» εμπορίου με την Κίνα λαμβάνει τέλος.
Ένα νέο κύμα κυρώσεων οδηγεί σε κλείσιμο στοχευμένων λογαριασμών σε φορολογικούς παραδείσους όπως τα νησιά Καϊμάν.
Οι κλεπτοκράτες δε θα μπορούν να χρησιμοποιούν πια το Λονδίνο και τις τράπεζές του ως την παιδική χαρά τους.
Και ο τόνος των Brexiteers έχει αλλάξει.
Τι συνέβη; Όπως λέει ο Τομ Τάτζεντχατ, επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του κοινοβουλίου, «το Brexit είχε πάντα μεγαλύτερη σχέση με την ταυτότητά μας και με το ποιοι είμαστε στον 21ο αιώνα παρά με το πειρατικό ελεύθερο εμπόριο».
Και όπως προκύπτει, η ταυτότητα του θέλει πραγματικά το Συντηρητικό Κόμμα για τη Βρετανία είναι κάτι πολύ κοντά στον 20ό αιώνα και όχι μια ριζικά νέα αρχή.
Η πολιτική του Τζόνσον αντανακλά σήμερα τους ψηφοφόρους του κόμματος, όχι τους χορηγούς του ή τους ιδεολόγους: το 57% των Βρετανών θεωρεί την Κίνα απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και το 80% δηλώνει ότι δε θα δεχθεί ένα άνευ όρων ελεύθερο εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι ιδέες των Brexiteers για μηδενισμό των δασμών έχουν εξαφανιστεί.
Η «Παγκόσμια Βρετανία» του Τζόνσον αποδεικνύεται πιο προστατευτική, πιο ρεαλιστική, ίσως ακόμη και πιο ηθική από αυτήν που διαφαινόταν όταν πρωτοήρθε στην επιφάνεια το Brexit.
Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει.
Όχι μόνο στη Βρετανία αλλά και σε όλη τη Δύση έχει καταρρεύσει η επιρροή των τραπεζιτών και των θαυμαστών της Κίνας.
Ο κοροναϊός έχει επιβεβαιώσει τάσεις που υπήρχαν ήδη στις δύο πλευρές του Ατλαντικού: η επιστροφή του κράτους, η αναβίωση των δασμών και η αναθεώρηση των σχέσεων με την Κίνα.
Η αντιστροφή αυτών των τάσεων δε θα είναι εύκολη.
Η κυβέρνηση Τζόνσον ανακοίνωσε ότι ο φετινός δανεισμός της για την αντιμετώπιση της πανδημίας θα φτάσει τα 450 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι περισσότεροι Συντηρητικοί αναγνωρίζουν ότι η προοπτική μιας οικονομίας με πολύ χαμηλή φορολογία αναβάλλεται για τουλάχιστον μία γενιά.
Η νέα Βρετανία θυμίζει όλο και περισσότερο την παλαιά.
*Το ανωτέρω άρθρο του βρετανού συγγραφέα Μπεν Τζούντα (Ben Judah) δημοσιεύτηκε στην Washington Post.
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)
- Αμαλιάδα: Μεθοδεύσεις και προσπάθειες επηρεασμού των ιατροδικαστών στο συγκλονιστικό θρίλερ
- Νέα Αριστερά για ναυάγιο με μετανάστες στη Ρόδο: Το δόγμα της αποτροπής και των push-backs δολοφονεί
- Πανσερραϊκός – Παναιτωλικός 0-0: Όλα μηδέν στις Σέρρες
- Παναθηναϊκός: Η 11άδα κόντρα στην Athens Kallithea (pic)
- Ορέσνικ εναντίον δυτικής άμυνας: Ποιός θα υπερισχύσει;
- Συρία: Συνεχίζει τις συναντήσεις ο αλ Τζουλάνι – Ραντεβού με αντιπροσωπεία των Δρούζων