Ο τούρκος πρόεδρος επιχειρεί εδώ και χρόνια συστηματικά να αποδομήσει τον Μουσταφά Κεμάλ προκειμένου να γίνει αυτός ο νέος Ατατούρκ (πατέρας των Τούρκων). Πρώτα βέβαια, είχε φροντίσει – με την αρωγή του Γκιουλέν τουλάχιστον μέχρι το 2011 – να «ξεδοντιάσει» τους θεσμούς και μηχανισμούς του κεμαλικού κατεστημένου στο εσωτερικό. Μεταξύ άλλων ενεργειών στο εσωτερικό, με αποκορύφωμα τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος, στο εξωτερικό πεδίο, ο Ερντογάν δείχνει αποφασισμένος να «διορθώσει» τα ιστορικά λάθη του ιδρυτή της Τουρκίας, χαράσσοντας έτσι μία σαφή διαχωριστική γραμμή με το παρελθόν – είναι χαρακτηριστικό ότι ανάλωσε το 90% της ομιλίας του μετά την υπογραφή του προεδρικού διατάγματος για την Αγία Σοφία σε ιστορικές αναφορές με βάση την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Πλέον, διακατεχόμενος από τη μέθη ενός νεο-οθωμανικού μεγαλείου αλλά και με αυτοπεποίθηση εξαιτίας της αδυναμίας/απροθυμίας της διεθνούς κοινότητας να μετριάσει την κλιμακούμενη και πολυεπίπεδη προβολή ισχύος της Αγκυρας, οργανώνει το σχέδιο 2023, με στόχο την επικράτηση και εμπέδωση της ατζέντας του σε εσωτερικό και εξωτερικό. Ο Ερντογάν λειτουργεί οιονεί με όρους θρησκευτικού και όχι μόνο πολιτικού ηγέτη, ενώ οραματίζεται την Τουρκία ως μία ηγεμονική δύναμη με χαρακτηριστικά παγκόσμιου παίκτη, ο οποίος θα είναι ισότιμος συνομιλητής των κυριότερων δρώντων του διεθνούς συστήματος. Ετσι, προωθεί ένα αξιακό σύστημα με βάση το Ισλάμ, παράλληλο προς το δυτικό, αντιπαραβάλλοντας, μάλιστα, την ηθική υπεροχή του πρώτου έναντι του δεύτερου. Θέλοντας να αποκτήσει ο λόγος του απήχηση στους σουνίτες μουσουλμάνους σε παγκόσμια κλίμακα, θα συνεχίσει να είναι διεκδικητικός εκ μέρους τους, να παρουσιάζεται ως ο υπερασπιστής των δικαιωμάτων τους απανταχού στον κόσμο, και να στοχοποιεί τις δυνάμεις που δήθεν δεν έχουν κατανόηση για το μουσουλμανικό στοιχείο – το κάνει πλέον απροκάλυπτα απέναντι στην Ευρώπη. Με αυτό τον τρόπο επιθυμεί να διευρύνει τα ερείσματά του (συμπεριλαμβανομένης της αφρικανικής ηπείρου για την οποία έχει αυξημένο ενδιαφέρον) και κυρίως να αποκτήσει «πατήματα» με την επίκληση της προστασίας των μουσουλμανικών πληθυσμών στα περισσότερα σημεία του πλανήτη.

Εφόσον, λοιπόν, βρίσκεται στην εξουσία το 2023 (σκέπτεται ήδη την αλλαγή του εκλογικού νόμου αλλά και την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες), και έχοντας ως γνώμονα την αναμέτρησή του με την ιστορία και τον Κεμάλ, οραματίζεται την Τουρκία ως εξής: α) μέλος της G-15 των μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη και όσο το δυνατόν περισσότερο αυτάρκη, ώστε να μειώσει την εξάρτησή της από τις εισαγωγές, β) μεγάλη στρατιωτική (κυρίως ναυτική) και διπλωματική δύναμη ώστε να στηρίζει τις διευρυμένες γεωπολιτικές της επιδιώξεις, γ) διαπεριφερειακό πόλο ισχύος, του οποίου ο λόγος θα βρίσκει απήχηση σε μουσουλμανικούς και αραβικούς πληθυσμούς σε τρεις ηπείρους (Αφρική, Ευρώπη, Ασία) ως σημείο αναφοράς/ιδεολογικός φάρος, δ) υπολογίσιμο παίκτη, με κατασταλαγμένο τον ζωτικό του χώρο (ώστε να αναπνέει γεωπολιτικά), με έμμεση αναγνώριση του δικαιώματος να κινείται με ευχέρεια κινήσεων (ακόμη και στρατιωτικών) εντός αυτού, απολαμβάνοντας τον ανάλογο σεβασμό, και ε) πυρηνική δύναμη (αρχικά για την παραγωγή ενέργειας), που, παρότι απέχει χρονικά από την κατασκευή πυρηνικών όπλων, προφανώς γοητεύεται από την ιδέα.

Η Τουρκία, έχοντας ήδη παραβιάσει σε αρκετές περιπτώσεις τη Συνθήκη της Λωζάνης, διαμορφώνει σταθερά συνθήκες αμφισβήτησης συνθηκών και συμβάσεων, θεωρώντας τες παρωχημένες (αναγκαία συνεπώς η επικαιροποίησή τους), ενώ φέρνοντας το δίκαιο κάθε φορά στα μέτρα της, δημιουργεί μία επίφαση νομιμότητας, που πάσχει μεν, ωστόσο, όπου απαιτείται, την επιβάλλει δια της ισχύος. Ο Ερνογάν, εφόσον βγει αλώβητος (κρίσιμη η παράμετρος της οικονομίας), θέλει το 2023 να υπαγορεύει τις πολιτικές αρκετών κρατών της ευρύτερης περιοχής, αποδίδοντας μεγάλη σημασία και στην πολιτιστική διείσδυση σε μουσουλμανικούς και μη πληθυσμούς.

Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων. Το βιβλίο του «Η Ελλάδα στη γειτονιά της» κυκλοφορεί από τις εκδ Παπαδόπουλος.