Η Αίγυπτος, αλλιώς
Στις 14 Ιουνίου, σε ηλικία μόλις 30 χρόνων, η Σάρα Χεγκάζι έβαλε τέλος στη ζωή της
- Αίθριος ο καιρός την Πέμπτη, καταιγίδες από την Παρασκευή - Έρχονται «λευκά» Χριστούγεννα
- Τον απόλυτο εφιάλτη έζησε μαθητής από την Πάτρα σε πενθήμερη - Του έδωσαν ποτό με ούρα και τον χτύπησαν
- Νεκρός ανασύρθηκε από τα συντρίμμια γάλλος υπήκοος στο Βανουάτου μετά τον σεισμό των 7,3 Ρίχτερ
- Η Νικόλ Κίντμαν απαντά με «αγένεια» στο κόκκινο χαλί της πρεμιέρας του Babygirl και διχάζει
Με την Αίγυπτο του Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι δεν ασχολούμαστε συχνά – εκτός, ίσως, από όταν επιβεβαιώνουμε στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο τους «ιστορικούς δεσμούς μας» ή όταν απειλεί, καλή ώρα, να επέμβει στρατιωτικά στη Λιβύη για να την «προστατεύσει από την τουρκική επιθετικότητα». Αυτή δεν είναι μία τέτοια ιστορία. Είναι η ιστορία της τραγικής δεκαετίας που έχει ζήσει ο αραβικός κόσμος, συνοψισμένη, τρόπον τινά, σε μία μόνο ζωή.
Η Σάρα Χεγκάζι είχε μόλις πάρει το απολυτήριο του λυκείου όταν ξέσπασε στο Κάιρο η επανάσταση εναντίον του καθεστώτος Μουμπάρακ, στις 25 Ιανουαρίου του 2011. Η οικογένειά της ήταν μικροαστική, η ίδια δεν είχε τη δυνατότητα να ξεκινήσει μακρές σπουδές στο πανεπιστήμιο, επιλέγει λοιπόν αντ’ αυτών ένα δίπλωμα επαγγελματικής ειδικότητας ως τεχνικός πληροφορικής. Ο πατέρας της, καθηγητής φυσικής, είχε μόλις πεθάνει. Η μητέρα της δεν είχε εργασθεί ποτέ. Η Σάρα έπρεπε να διασφαλίσει το μέλλον των δύο μικρότερων αδελφών της – ο μεγαλύτερος αδελφός βρισκόταν ήδη μακριά. Εγινε, όπως λέει στη Monde ο αυτοεξόριστος πια στη Γαλλία δικηγόρος της, ο Μοσταφά Φουάντ, «ο άνδρας της οικογένειας».
Τα χρόνια του γυμνασίου και του λυκείου, η Σάρα ήταν σαλαφίστρια. Η επανάσταση της άνοιξε όμως ένα ολόκληρο πεδίο σκέψης και ιδεών, βάλθηκε να διαβάζει τα πάντα: Μαρξ, Ντοστογέφσκι, Σιμόν ντε Μποβουάρ… Δεν ανήκε σε εκείνους που την ξεκίνησαν, ανήκε όμως στη γενιά που πολιτικοποιήθηκε χάρη σε αυτήν. Μετά την πτώση του Μουμπάρακ, για μερικούς μήνες, δεν υπήρχε στην Αίγυπτο λογοκρισία, το Διαδίκτυο είχε μετατραπεί σε μία γιγάντια, εικονική πλατεία Ταχρίρ. Μετά όμως, το 2012, ήρθαν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, και έναν χρόνο αργότερα, ο αλ-Σίσι, και όλα έγιναν όπως πριν, και ακόμα χειρότερα.
Αλλά η Σάρα έσπρωχνε τα προσωπικά της όρια όλο και πιο πέρα. Από τον σαλαφισμό, πέρασε σε έναν όλο και πιο πεφωτισμένο συντηρητισμό, για να καταλήξει στον κομμουνισμό. Εκανε σχέση με ένα αγόρι, δεν ένιωθε όμως καλά. Τα αγόρια δεν την τραβούσαν τόσο όσο τα κορίτσια. Αναρωτιόταν αν κάτι πήγαινε μέσα της στραβά. Αρχές του 2017, συνειδητοποίησε πως ήταν ομοφυλόφιλη. Μιλούσε για αυτό όλο και πιο ελεύθερα. Αποφάσισε να μη φοράει πλέον τη μαντίλα. Στην πραγματικότητα, η Σάρα Χεγκάζι έκανε για καιρό δύο ζωές. Μία στο σπίτι, ως φρόνιμη και μαντιλοφορούσα κόρη, και μία στο Ιντερνετ και την πόλη, ως ΛΟΑΤ ακτιβίστρια και κομμουνίστρια. Είχε ανοίξει μάλιστα και δύο διαφορετικούς λογαριασμούς στο Facebook: έναν για την οικογένεια, έναν για τον ακτιβισμό.
Είναι λίγο θαμπή η φωτογραφία της σελίδας, παρ’ όλ’ αυτά η Σάρα ακτινοβολεί. Είναι από εκείνο το βράδυ του Σεπτεμβρίου του 2017, στη διάρκεια μιας συναυλίας ροκ του λιβανέζικου συγκροτήματος Mashrou’Leila, που αποφάσισε να ενώσει τα δύο άκρα της ύπαρξής της. Με το κεφάλι ακάλυπτο, ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη και τη σημαία του ουράνιου τόξου σηκωμένη ψηλά. Η φωτογραφία όμως διέρρευσε στα σόσιαλ μίντια, χωρίς τη συγκατάθεσή της – από έναν νεαρό άνδρα που έχει στο μεταξύ σκοτωθεί σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Ο Τύπος έδωσε πρώτος το σήμα, περιγράφοντας την «γκέι σημαία» ως το σημάδι «μιας συνωμοσίας χρηματοδοτούμενης από το εξωτερικό», με στόχο «να καταστραφούν τα θεμέλια της αιγυπτιακής μας κοινωνίας».
Η Σάρα Χεγκάζι συνελήφθη – η πολιτική αστυνομία της Αιγύπτου άλλωστε ήξερε ήδη τα πάντα για εκείνη, ζητούσε μόνο μία αφορμή. Τη βασάνισαν άγρια, με ξύλο και ηλεκτροσόκ στα γεννητικά όργανα. Κάποια στιγμή την άφησαν ελεύθερη, εν αναμονή της δίκης της: κινδύνευε ακόμα και με 15ετή κάθειρξη. Ηταν ήδη όμως στόχος ενός τρομακτικού διαδικτυακού μίσους. Ακόμα και η οικογένειά της την απέρριπτε, εκτός από την άρρωστη μητέρα της και τα δύο μικρότερα αδέλφια της. Οταν έφτασε η πρόταση του Καναδά για χορήγηση ασύλου, η Σάρα δεν είχε άλλη επιλογή παρά να την αποδεχθεί. Μετανάστευσε στο Τορόντο τον Μάρτιο του 2018.
Αλλά η ανακούφιση που είχε βρει επιτέλους ένα ασφαλές καταφύγιο αντικαταστάθηκε γρήγορα από τη σκληρότητα της εξορίας. Η μητέρα της πέθανε λίγες εβδομάδες αργότερα, η Σάρα ένιωθε πολλές ενοχές που βρισκόταν μακριά. Το κλίμα του Καναδά τη βάρυνε. Το ίδιο και ο δογματικός συντηρητισμός μέρους των μουσουλμάνων της Δύσης. Δεν κατάφερνε να κάνει φίλους ούτε μεταξύ των Αιγυπτίων του Τορόντο, που είχαν στα μάτια της εμμονή με την υλική επιτυχία, ούτε μεταξύ της ΛΟΑΤ κοινότητας, που δεν καταλάβαινε την παράδοξη διαδρομή της και τις αντι-ιμπεριαλιστικές διατριβές της. Πάνω απ’ όλα όμως, δεν μπορούσε να αποτινάξει τις μνήμες από τα βασανιστήρια, που τη στοίχειωναν.
Στις 14 Ιουνίου, σε ηλικία μόλις 30 χρόνων, η Σάρα Χεγκάζι έβαλε τέλος στη ζωή της. Αφησε πίσω της μόνο ένα σύντομο σημείωμα: «Στους αδελφούς και τις αδελφές μου – προσπάθησα να βρω τη σωτηρία αλλά απέτυχα, συγχωρήστε με. Στους φίλους μου – η δοκιμασία είναι δύσκολη και εγώ πολύ αδύναμη για να την αντιμετωπίσω, συγχωρήστε με. Στον κόσμο – υπήρξες εξαιρετικά σκληρός, αλλά σε συγχωρώ».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις