Η επιστροφή της «λύσης ενός κράτους»
Pροκάλεσε μεγάλη αίσθηση ένα πρόσφατο άρθρο του στους «New York Times» (που στηριζόταν σε ένα πιο αναπτυγμένο στο «Jewish Currents») στο οποίο διατυπώνει τη θέση ότι ενώ για χρόνια υποστήριζε τη λύση των δύο κρατών, πλέον υποστηρίζει την ισότητα δικαιωμάτων των Εβραίων και των Παλαιστινίων
Ο Πίτερ Μπάιναρτ, καθηγητής Δημοσιογραφίας, εκ των βασικών συντακτών του «Jewish Currents», αρθρογράφος στο «The Atlantic» και σχολιαστής στο CNN, θα μπορούσε να θεωρηθεί η επιτομή του προοδευτικού φιλελεύθερου σιωνισμού. Για χρόνια υποστήριξε με επιμονή ότι η λύση για το Παλαιστινιακό είναι αυτή της ύπαρξης δύο κρατών, του Ισραήλ και ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στη Δυτική Οχθη και στη Λωρίδα της Γάζας. Παρότι ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι στην πρακτική του εποικισμού της κατεχόμενης Δυτικής Οχθης, επέμεινε πάντα στον ιστορικό στόχο του σιωνιστικού κινήματος για τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους.
Γι’ αυτόν τον λόγο προκάλεσε μεγάλη αίσθηση ένα πρόσφατο άρθρο του στους «New York Times» (που στηριζόταν σε ένα πιο αναπτυγμένο στο «Jewish Currents») στο οποίο διατυπώνει τη θέση ότι ενώ για χρόνια υποστήριζε τη λύση των δύο κρατών, πλέον υποστηρίζει την ισότητα δικαιωμάτων των Εβραίων και των Παλαιστινίων. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «είναι καιρός να οραματιστούμε μια εβραϊκή πατρίδα που δεν είναι ένα εβραϊκό κράτος».
Η τοποθέτηση του Μπάιναρτ είχε αυτόν τον αντίκτυπο ακριβώς επειδή ήρθε από κάποιον που εντάσσει τον εαυτό του εντός του σιωνιστικού ρεύματος. Δεν είναι δηλαδή μια τοποθέτηση που έρχεται από την παράδοση της παλαιστινιακής Αριστεράς, όπως αυτή του Εντουαρντ Σαΐντ, που υποστήριξε τη λύση του ενός κράτους. Ούτε πρόκειται για μια τοποθέτηση από τη μεριά των ετερόδοξων ισραηλινών ιστορικών που είτε έχουν υποστηρίξει, όπως ο Σλόμο Ζαντ, ότι ουσιαστικά υπήρξε μια επινόηση ενός ισραηλινού έθνους, είτε, όπως ο Ιλάν Παπέ, ότι ο σιωνισμός είχε στοιχεία εποικιστικής αποικιοκρατίας.
ΆΑλλωστε, ο Μπάιναρτ επιμένει ότι δεν εγκαταλείπει τον στόχο μιας εβραϊκής πατρίδας στη γη του Ισραήλ, «που θα προσφέρει καταφύγιο στους Εβραίους και θα εμπλουτίζει όλον τον εΕβραϊκό κόσμο». Ομως δεν πιστεύει ότι πια αυτό σημαίνει ένα εβραϊκό κράτος, αλλά ένα κράτος που θα είναι ταυτόχρονα εβραϊκή πατρίδα και παλαιστινιακή πατρίδα.
Η λύση των δύο κρατών
Κομμάτι αυτής της τοποθέτησης είναι η διαπίστωση ότι πλέον δεν είναι εφικτή η λύση των δύο κρατών. Και αυτό γιατί παρότι η παλαιστινιακή πλευρά αποδέχτηκε ως επίσημη θέση τη διεκδίκηση ενός παλαιστινιακού κράτους στη Δυτική Οχθη, στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και στη Λωρίδα της Γάζας, η ισραηλινή πλευρά στην πραγματικότητα θα κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό περνούσε τόσο μέσα από την πρακτική του εποικισμού όσο και μέσα από την άρνηση ουσιαστικά του ενδεχομένου ένα τέτοιο κράτος να έχει πραγματικά πλήρη κυριαρχία.
Η τοποθέτηση του Μπάιναρτ δείχνει να είναι σε αντίστιξη με όσα συμβαίνουν σήμερα στο Ισραήλ. Μπορεί να μην πραγματοποιήθηκε η προαναγγελθείσα προσάρτηση σημαντικού μέρους της κατεχόμενης Δυτικής Οχθης, όμως σε επίπεδο του ισραηλινού συστήματος, πέραν της «Κοινής Λίστας» που εκπροσωπεί κυρίως τους παλαιστίνιους πολίτες του Ισραήλ, υπήρξε αρκετή συναίνεση γύρω από αυτόν τον στόχο. Ούτε κανείς μπορεί να παραβλέψει το πώς γύρω από τη συζήτηση για το σχέδιο Τραμπ και την επαναχάραξη των ορίων ανάμεσα στις ισραηλινές και τις παλαιστινιακές περιοχές επανήλθαν προτάσεις για μαζική εξώθηση σημαντικού αριθμού παλαιστίνιων πολιτών του Ισραήλ. Από την άλλη πλευρά, η κρίση ηγεσίας που υπάρχει σήμερα στο διαιρεμένο παλαιστινιακό κίνημα επίσης δεν επιτρέπει να αναδειχτεί το αίτημα για μια πραγματικά βιώσιμη λύση.
Στην πραγματικότητα, αυτή τη στιγμή προοπτική δύο κρατών δεν υπάρχει. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα μιλούσαμε για ένα κυρίαρχο κράτος και ένα ιδιότυπο ημικρατικό μόρφωμα, γεωγραφικά κατακερματισμένο, πολιτικά επιτηρούμενο και οικονομικά εξαρτημένο, μια ιδιότυπη παραλλαγή των Μπαντουστάν της Νότιας Αφρικής. Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό του Ισραήλ εμπεδώνεται όλη η διαβρωτική συνθήκη ενός κράτους σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα, και προς το εσωτερικό και προς το εξωτερικό της χώρας, ενισχύονται οι πιο ακροδεξιές φωνές, υποχωρούν οι πιο προοδευτικές και φιλειρηνικές απόψεις.
Αυτό το τοπίο ενός εντεινόμενου αδιεξόδου είναι που εξηγεί γιατί άνθρωποι όπως ο Μπάιναρτ επιστρέφουν στη «λύση του ενός κράτους», ακόμη και εάν δεν μπορούν να προσδιορίσουν πλήρως τη μορφή του (ενιαίο κράτος ή συνομοσπονδία). Είναι η φαινομενικά ουτοπική σκέψη ότι σε όλη την έκταση δυτικά του Ιορδάνη, στον βαθμό που δεν μπορούν να υπάρξουν δύο κράτη, ούτε και να εκδιωχθεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το μόνο πραγματικά δημοκρατικό σχέδιο είναι Εβραίοι και Παλαιστίνιοι όχι απλώς να συνυπάρξουν, αλλά και να βρουν τρόπο να υλοποιήσουν από κοινού τα αιτήματά τους για πατρίδα.
+972
Η διαμόρφωση ενός ενιαίου δημοκρατικού κρατικού μορφώματος που θα εκπροσωπεί δύο ισχυρές εθνικές ταυτότητες δεν είναι εύκολη. Ακόμη και οι δύο ιστορικοί γεωγραφικοί προσδιορισμοί της ίδια έκτασης, Ισραήλ και Παλαιστίνη, φέρουν ισχυρές φορτίσεις. Γι’ αυτό και όταν οι συντάκτες ενός προοδευτικού περιοδικού, με ισραηλινούς και παλαιστίνιους συντάκτες, αναζητούσαν ένα κοινό όνομα, βρήκαν μόνο τον κοινό διεθνή αριθμό κλήσης χώρας: +972. Ακόμη κι έτσι, το περιοδικό είναι ένα παράδειγμα μιας νέας αναδυόμενης κοινής δημοκρατικής ταυτότητας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις