Μην τα κάνουμε πάλι… θάλασσα
Όπως φαίνεται, για να μην πάνε χαμένα τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης πρέπει να επιστρατεύσουμε ως χώρα μια πενταμελής ομάδα, υποομάδες εντός των υπουργείων και την έκθεση μιας Επιτροπής από δεκάδες οικονομολόγους προκειμένου να μη λιμνάσουν τα χρήματα που θα διοχετευθούν προς την ελληνική οικονομία
Οι κυβερνήσεις σε αυτή τη χώρα πρέπει να αντιληφθούν πως ήρθε η ώρα να ανταποκριθούν στις διαχρονικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας – και όχι μόνον όσο κρατάει μια εκλογική θητεία. Να συνεννοηθούν για μια κοινωνία που τα τελευταία δέκα χρόνια έχει κουραστεί να πληρώνει, χωρίς παράλληλα να βελτιώνονται τα εισοδήματα και η αγορά εργασίας. Διόλου υπερβολικό ότι ένα ποσοστό πολιτών μαζί με τη νέα γενιά, αναζητούν το αυτονόητο: να χαραχθεί ένα μονοπάτι που να οδηγεί επιτέλους πολύ μακριά από το τούνελ.
Όπως φαίνεται, για να μην πάνε χαμένα τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης πρέπει να επιστρατεύσουμε ως χώρα μια πενταμελής ομάδα, υποομάδες εντός των υπουργείων και την έκθεση μιας Επιτροπής από δεκάδες οικονομολόγους προκειμένου να μη λιμνάσουν τα χρήματα που θα διοχετευθούν προς την ελληνική οικονομία.
Η Ελλάδα, λοιπόν, λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης, έχει μπροστά της μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να χρηματοδοτήσει ένα μεγάλο μέρος των μεταρρυθμιστικών της σχεδίων και να κλείσει το χρόνιο επενδυτικό κενό. Μη ξεχνάμε πως από τις βασικές αιτίες των χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια ήταν η περικοπή των δημοσίων επενδύσεων. Η υπέρβαση δε του ετήσιου στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν αποτέλεσμα και της επαναλαμβανόμενης περικοπής του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Τι συνέβη; Μεταξύ του 2008 και του 2018 η ελληνική οικονομία κατέγραψε τον υψηλότερο ρυθμό μείωσης της συνολικής επενδυτικής δαπάνης (13 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η μείωση αυτή προσδιορίστηκε από τη δραματική πτώση τόσο των ιδιωτικών όσο και των δημοσίων επενδύσεων, κατά 10 και 3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ αντίστοιχα. Η τελευταία έκθεση της Κομισιόν για την 6η αξιολόγηση της Ελλάδας παρατηρεί πως το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων έχει εκτελεστεί μερικώς, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, και ο στόχος του 1,2% επί του ΑΕΠ δεν επιτεύχθηκε το 2019.
Είναι απολύτως κρίσιμη η αποτελεσματική απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων για να αποφευχθεί η επανάληψη του κακοσκηνοθετημένου σίριαλ να γίνουν πάλι οι κοινοτικοί πόροι – ύψους 32 + 40 δισ. ευρώ – ένα ακόμη «ΕΣΠΑ του παρελθόντος».
Στόχος της κυβέρνησης, όπως φαίνεται, είναι τα κεφάλαια να επενδυθούν για τη μακροχρόνια μεταμόρφωση της χώρας, δίνοντας βαρύτητα στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στη στήριξη της επιχειρηματικότητας, αλλά και στη μείωση των φορολογικών βαρών.
Για παράδειγμα, η φορολόγηση της 4μελούς οικογένειας στην Ελλάδα παραμένει η δεύτερη υψηλότερη μεταξύ των χωρών-μελών, όπως επίσης και το ύψος των επιβαρύνσεων στη μισθωτή απασχόληση. Για τα εισοδήματα του 2019 σε μια τετραμελή οικογένεια το συνολικό ποσοστό των κρατήσεων είναι πάνω από το 38%, με αποτέλεσμα να είναι το δεύτερο μεγαλύτερο μετά το 39,2% της Ιταλίας.
Στο κομμάτι των κοινοτικών πόρων οι ενισχύσεις ύψους 160 δισ. ευρώ που έχει λάβει συνολικά η Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα είχαν περιορισμένο ή ασαφές αναπτυξιακό αποτύπωμα, με τη χώρα μας να καταγράφει την 5η χειρότερη επίδοση 35% στην εκτέλεση. Αποδεικνύεται πως σπαταλήθηκαν για δεκαετίες με τον ίδιο τρόπο, συμβάλλοντας κατά το ελάχιστο στη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού αναπτυξιακού μοντέλου. Ας μη γίνουμε θεατές στο ίδιο έργο!
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις