Ονειρα
Το τελευταίο που μας ενδιαφέρει λοιπόν είναι οι φουκαράδες από κάτι φτωχές χώρες που προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη.
- Τον ειδοποίησαν από το νοσοκομείο ότι έχει καρκίνο έναν χρόνο μετά από επέμβαση ρουτίνας
- Κάπως... ταλαιπωρημένο είναι το φετινό χριστουγεννιάτικο δέντρο στο Βατικανό - Δείτε φωτογραφίες
- Νέο πολιτικό σκηνικό – Η ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ, οι «νάρκες» για Μητσοτάκη και το στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ
- Εξάρθρωση τρομοκρατικού πυρήνα που συνδέεται με τον ΙSIS, στο πλαίσιο κοινής επιχείρησης ασφαλείας Ισπανίας – Μαρόκου
Ξέρω, ξέρω, είμαι εκτός επικαιρότητας. Δύο πράγματα μας απασχολούν αυτές τις μέρες: η ανεξέλεγκτη δράση του κορωνοϊού και η ηρωική δράση του αντιπλοιάρχου. Το τελευταίο που μας ενδιαφέρει λοιπόν είναι οι φουκαράδες από κάτι φτωχές χώρες που προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη. Αλλωστε, ο υπουργός τα είπε όλα, και σε άψογα ελληνικά, απαντώντας στις καταγγελίες των «New York Times» ότι τους τελευταίους μήνες έχουμε πετάξει στη θάλασσα πάνω από 1.000 πρόσφυγες: «Συνεχίζουμε να παράσχουμε άσυλο σε όσους το δικαιούνται».
Κάντε όμως την καρδιά σας πέτρα κι αφήστε με να σας πω την ιστορία του Μοχάμαντ Ρεζά Ραχίμι. Ενός παιδιού από το Κομ του Ιράν, που έφυγε το 2015 για τη Γερμανία για να φτιάξει τη ζωή του. Ηταν μετανάστης; Ηταν πρόσφυγας; Είχε έστω «προσφυγικό προφίλ»; Θα σας γελάσω.
Εκείνο τον χρόνο, γράφει το «Der Spiegel», ο Ραχίμι ήταν όλο όνειρα. Είχε καταφέρει να ξεπεράσει την εξάρτησή του από την ηρωίνη κι αισθανόταν για πρώτη φορά την ανάγκη να φύγει μακριά. Με τις οικονομίες της οικογένειας έφτασε στην Τουρκία. Πέρασε με μια βάρκα σε ένα ελληνικό νησί, διέσχισε με τα πόδια την Ελλάδα, τη Βόρεια Μακεδονία, τη Σερβία, την Ουγγαρία κι έφτασε στη Λειψία. Ηθελε να γίνει ποδοσφαιριστής, εστιάτορας ή καθηγητής λογοτεχνίας. Ηθελε να τραγουδήσει ή να γίνει μοντέλο. Ηταν 19 ετών.
Περίμενε έναν χρόνο σε έναν προσφυγικό καταυλισμό να εξετάσουν το αίτημά του για άσυλο. Εβαψε τα μαλλιά του καστανά, γράφτηκε σε μια ποδοσφαιρική ομάδα, τραγούδησε σε μια εκκλησιαστική χορωδία. Εμαθε γερμανικά σε ένα τραπέζι μπιλιάρδου. Καμιά φορά οι ακροδεξιοί τον έβριζαν στον δρόμο, μια μέρα σπάσανε τα τζάμια του σπιτιού του. Αλλά εκείνος περίμενε.
Οταν τελικά τον φώναξαν, διαπίστωσε ότι είχε καταγραφεί ως Αφγανός, όχι ως Ιρανός. Κι όταν απορρίφθηκε το αίτημά του, έπρεπε να «επαναπατριστεί» σε μια χώρα όπου δεν είχε πατήσει το πόδι του ποτέ. Εκανε έφεση. Περιμένοντας, κλείστηκε στο δωμάτιό του, έπινε ουίσκι, έσβηνε τσιγάρα στο μπράτσο του, έπαιζε το videogame «Μοναχικός Αφγανός» – και ξεκίνησε πάλι την ηρωίνη. «31 Δεκεμβρίου 2017. Ραντεβού με τον Θεό», έγραψε μια μέρα στο σημειωματάριό του. Κατάφερε να αποτοξινωθεί ξανά. Τον περασμένο Μάιο ζήτησε να επιστρέψει εθελοντικά στην πατρίδα. Αντί γι’ αυτό, πήρε ένα λεωφορείο για το Μόναχο. Μέθυσε, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, τον μάζεψαν, τον περιέθαλψαν, του διέγνωσαν διαταραχή προσωπικότητας – και του έδωσαν άσυλο.
Happy end; Οχι. Ο Ραχίμι είχε χρέη, οι γονείς του ήταν άρρωστοι, ήθελε να πουλήσει ένα νεφρό. Αρχισε πάλι την ηρωίνη. Ο κορωνοϊός τού έδωσε τη χαριστική βολή. Με τη βοήθεια μιας εκπαιδεύτριας από το κέντρο αποτοξίνωσης της Λειψίας, θα αγοράσει ένα αεροπορικό εισιτήριο και θα γυρίσει στο Κομ. Το «Der Spiegel» δεν θα ξανασχοληθεί μαζί του. Ούτε εμείς. Καληνύχτα Μοχάμαντ. Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις