Η Βιολέτα Ντελγκάδο βρισκόταν σε διαδήλωση για τις ελλείψεις τροφίμων κατά τη διάρκεια του lockdown στη Χιλή, όταν αστυνομικές δυνάμεις έκαναν αλόγιστη χρήση δακρυγόνων.

«Νομίζαμε ότι θα μας σκοτώσουν»

Η Ντελγκάδο, η οποία ήταν επτά μηνών έγκυος, θυμάται ότι σήκωσε τα χέρια της για να τους δείξει ότι ήταν άοπλη. Όμως ένα όχημα της αστυνομίας της χτύπησε, ρίχνοντάς την στο έδαφος.

«Δεν μπορούσα να νιώσω τα πόδια μου, οι φίλοι μου με μετέφεραν σε κοντινή κλινική», θυμάται. «Νομίζαμε ότι θα μας σκοτώσουν».

Η πανδημία κόστισε τη δουλειά αναρίθμητων Χιλιανών και – απουσία επαρκούς κοινωνικού διχτυού ασφαλείας – οι κάτοικοι των φτωχότερων συνοικιών κατέληξαν να αντιμετωπίζουν σοβαρότατες ελλείψεις βασικών αγαθών. Όμως οι διαδηλώσεις κατά της πείνας αντιμετωπίστηκαν από βίαιη καταστολή, σύμφωνα με ακτιβιστές και οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, που υποστηρίζουν ότι η αστυνομία χρησιμοποίησε τα μέτρα της καραντίνας ως πρόφαση για να καταστείλει τις διαμαρτυρίες.
΄
«Η κατάσταση επιδεινώνεται», τονίζει η Άνα Πίκερ, γενική διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας στη Χιλή. «Περισσότεροι άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους, περισσότεροι διαδηλώνουν, επομένως υπάρχει και περισσότερη καταστολή. Η σύνδεση είναι εξαιρετικά σαφής».

Παράδοση αστυνομικής βίας

Ο στρατός και η αστυνομία περιπολεί στους δρόμους για να επιβάλει lockdown από τον Μάρτιο, σε σκηνές που θυμίζουν την επίσημη αντίδραση των αρχών στο περσινό κύμα διαδηλώσεων κατά της ανισότητας.

Επί έξι μήνες, εκατομμύρια Χιλιανοί είχαν καταλάβει τους δρόμους για μια σειρά από διεκδικήσεις, που κυμαίνονταν από τις ανεπαρκείς συντάξεις έως την ιδιωτικοποίηση της ιατρικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης. Οι διαδηλώσεις αντιμετωπίστηκαν με βίαιη – και ενίοτε φονική – καταστολή εκ μέρους της αστυνομίας. Δεν έλειψαν ακόμη και αναφορές για βασανιστήρια και σεξουαλική κακοποίηση.

Περισσότεροι από 30 πολίτες έχασαν τη ζωή τους και χιλιάδες τραυματίστηκαν. Μεταξύ τους και 465 άτομα που δέχθηκαν σφαίρες στο μάτι από όπλα ελέγχου του πλήθους.

Οι παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων οδήγησαν σε περαιτέρω αναταραχές – και, όπως λένε οι ακτιβιστές, συνεχίστηκαν υπό το πρόσχημα της επιβολής των μέτρων της καραντίνας.

Πληθαίνουν οι καταγγελίες

Η Ντελγκάδο δεν αντιμετωπίζει μόνιμες βλάβες, και το μωρό της δεν έπαθε τίποτα από το χτύπημα. Ωστόσο, έχει υποβάλει μήνυση κατά της αστυνομίας. Από την πλευρά τους, οι αστυνομικές αρχές διαψεύδουν το περιστατικό και τονίζουν ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ώστε να απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση.

Όμως η Διεθνής Αμνηστία έχει συλλέξει πολλαπλές αναφορές για κρατήσεις χωρίς απαγγελία κατηγοριών αλλά και για κακοποίηση. Μεταξύ τους και καταγγελίες για την χρήση δακρυγόνων αδιακρίτως, αλλά και για την επίθεση με πλαστικές σφαίρες σε άτομα που παραβίαζαν την απαγόρευση κυκλοφορίας.

Σε μια υπόθεση που έλαβε αρκετή δημοσιότητα, μια γυναίκα που αναζητούσε βοήθεια από την αστυνομία μετά τον βιασμό της, κατέληξε να συλλαμβάνεται επειδή παραβίασε την απαγόρευση κυκλοφορίας.

Σε άλλο περιστατικό, μια έγκυος απέβαλε, αφού συνελήφθη επειδή περπατούσε έξω από το σπίτι της στα τέλη Μαρτίου.

Σύμφωνα με την αστυνομία, 163.975 πολίτες συνελήφθησαν για «εγκλήματα κατά της δημόσιας υγείας» μεταξύ της 19ης Μαρτίου, όταν ξεκίνησαν οι υποχρεωτικές καραντίνες, και της 2ας Αυγούστου.

Χιλιάδες συλλήψεις εξακολουθούν να καταγράφονται καθημερινά.

«Η ανισότητα ισοδυναμεί με παραβίαση δικαιωμάτων»

Η Πικέρ περιγράφει ένα περιστατικό στο οποίο κρατούμενος απειλήθηκε από τους αστυνομικούς ότι θα τον μεταφέρουν σε κοντινό νοσοκομείο προκειμένου να προσβληθεί από τον ιό.

«Ποινικοποιούν τις διαδηλώσεις και τους ανθρώπους που οργανώνονται με οποιονδήποτε τρόπο – ακόμη και μέσω συσσιτίων», εξηγεί η Πικέρ. «Η πανδημία έχει επιβεβαιώσει τον βαθμό στον οποίο η ανισότητα στη Χιλή ισοδυναμεί με παραβίαση ανθρώπινων δικαιωμάτων».

Την ίδια στιγμή, οι πολίτες καταγγέλλουν ότι τα μέτρα που έλαβε τον κράτος για την ενίσχυση των ευάλωτων πολιτών δεν επαρκούν, καθιστώντας αδύνατη την επιβίωση των φτωχότερων.

Η Χιλή έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά θνητότητας στον κόσμο, με 58,28 θανάτους ανά 100.000 πολίτες – υψηλότερο από το 55,05 της Βραζιλίας. Έχει καταγράψει περισσότερα από 400.000 κρούσματα και σχεδόν 11.000 θανάτους.

Πηγή: www.theguardian.com