Οι εξάρσεις από την Αυστραλία μέχρι την Ιαπωνία δείχνουν, σύμφωνα με το Bloomberg, ότι ο πλανήτης μας δεν έχει μάθει ακόμη ένα από τα πρώτα μαθήματα της πανδημίας του κοροναϊού: Για να σταματήσει η εξάπλωση, τα κρούσματα με ήπια ή και καθόλου συμπτώματα, πρέπει να υποχρεωθούν σε απομόνωση, τόσο από την κοινότητα όσο και από την οικογένειά τους.

Στην Αυστραλία, όπου η πολιτεία της Βικτόρια καταγράφει κρούσματα-ρεκόρ, περίπου 3.000 έλεγχοι τον προηγούμενο μήνα σε άτομα που θα έπρεπε να απομονώνονται στο σπίτι τους, ανακάλυψε ότι οι 800… έκαναν τον περίπατό τους έξω. Στην Ιαπωνία, όπου ο ιός βρίσκεται επίσης σε έξαρση, οι άνθρωποι μένουν στο σπίτι – όχι όμως σε απομόνωση. Περίπου το 40% των ηλικιωμένων κολλά τον ιό από μέλη της οικογένειας με τα οποία μοιράζονται το ίδιο διαμέρισμα.

Η αποτυχία αποτελεσματικής διαχείρισης των φορέων με ήπια ή καθόλου συμπτώματα είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από μερικές από τις χειρότερες επιστροφές του ιού στον κόσμο. Όμως τα μαθήματα από την Ιταλία, τη Νότια Κορέα και άλλα μέρη που κατάφεραν να περιορίσουν μεγάλες εξάρσεις δείχνουν ότι υπάρχει μια δοκιμασμένη μέθοδος διακοπής της μετάδοσης. Οι ασθενείς θα πρέπει να απομακρύνονται από τα σπίτια τους και να μεταφέρονται σε κεντρικές εγκαταστάσεις μέχρι να αναρρώσουν από τον ιό, ένα διάστημα που συνήθως δεν ξεπερνά τις λίγες εβδομάδες.

«Μια προσέγγιση «ελεύθερου εμπορίου» που πιστεύει αφελώς ότι όλοι θα είναι υπεύθυνοι, έχει αποδειχθεί λανθασμένη, καθώς πάντα θα υπάρχει ένα ποσοστό που θα σπάει την απομόνωσή του», εξηγεί ο Τζέρεμι Λιμ, επίκουρος καθηγητής στη σχολή δημόσιας υγείας Saw Swee Hock, στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης.

Όταν ήρθε αντιμέτωπη με νέα συρροή του ιού αυτή την εβδομάδα, 102 ημέρες μετά το τελευταίο κρούσμα που είχε μεταδοθεί εντός της κοινότητας, η Νέα Ζηλανδία έθεσε γρήγορα σε εφαρμογή αυτό το μέτρο, τοποθετώντας περίπου 30 άτομα – μεταξύ τους και τουλάχιστον δύο παιδιά κάτω των 10 ετών – σε καραντίνα.

Όμως άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν επίμονη εξάπλωση, όπως η Αυστραλία και οι ΗΠΑ δεν εφαρμόζουν τέτοια μέτρα, παρά το γεγονός ότι έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά. Η απροθυμία – ή η ανικανότητά – τους υπογραμμίζει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι φιλελεύθερες δημοκρατίες, οι πολίτες των οποίων είναι λιγότερο πιθανό να ανεχθούν μέτρα που απαιτούν ατομικές θυσίες για το γενικό καλό.

Όχι στο σπίτι

Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού φορέων που μετά βίας αισθάνονται άσχημα είναι ένα από τα μοναδικά χαρακτηριστικά του κοροναϊού και ένας από τους κύριους λόγους που η πανδημία έχει εξαπλωθεί σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Σε αντίθεση με προηγούμενες επιδημίες, όπως το ξέσπασμα του SARS το 2003, αρκετοί ασθενείς δεν αισθάνονται αρκετά άρρωστοι ώστε να μείνουν στο σπίτι, με αποτέλεσμα να μεταδίδουν το παθογόνο ευρέως, καθώς συνεχίζουν κανονικά την καθημερινότητά τους.

Το CDC υπολογίζει ότι το 40% των κρουσμάτων κοροναϊού είναι ασυμπτωματικά.

Στην Ουχάν, την κινεζική πόλη όπου εμφανίστηκε πέρσι για πρώτη φορά ο κοροναϊός, οι ασθενείς με ήπια συμπτώματα αρχικά λάμβαναν την οδηγία να μείνουν στο σπίτι και να ξεκουραστούν, καθώς το πιεσμένο σύστημα υγείας έπρεπε να ασχοληθεί με τα βαρύτερα κρούσματα. Όμως οι ειδικοί σύντομα ανακάλυψαν ότι εκείνοι οι άνθρωποι στη συνέχεια μετέδιδαν τον ιό στην οικογένειά τους και σε άλλους, οδηγώντας σε χιονοστιβάδα κρουσμάτων.

Σημείο καμπής στη μάχη της πόλης κατά του ιού, ήταν, σύμφωνα με το Bloomberg, η στιγμή που η πόλη άρχισε να μεταφέρει τους ασθενείς με ήπια ή καθόλου συμπτώματα σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Ο απλός διαχωρισμός τους από τους υγιείς, σταματούσε τη σιωπηλή εξάπλωση του παθογόνου εντός της κοινότητας.

Η στρατηγική έχει εφαρμοστεί έκτοτε στην Ιταλία, τη Σιγκαπούρη και τη Νότια Κορέα, όταν βρίσκονταν στην κορύφωση της πανδημίας. Αντίστοιχα μέτρα έχει λάβει και το Χονγκ Κονγκ.

Η προσέγγιση είναι αποτελεσματική πρώτα από όλα γιατί δεν επιτρέπει τη μετάδοση εντός του ίδιου του σπιτιού των ασθενών – περισσότερο από το 80% της συρροής των κρουσμάτων στις κινεζικές πόλεις ξεκίνησαν από νοικοκυριά, σύμφωνα με έρευνα του Lancet. Στην Ευρώπη, η αύξηση των κρουσμάτων σε σπίτια οδήγησε στη χρήση ξενοδοχείων για την απομόνωση κρουσμάτων στο Μιλάνο, πράγμα που επέτρεψε στη χώρα να ελέγξει την πανδημία στις αρχές Μαΐου.

Κλειδωμένοι

Όμως η εξαναγκαστική μετακίνηση ασθενών με ήπια ή καθόλου συμπτώματα σε τέτοιου είδους εγκαταστάσεις, έχει αντιμετωπίσει έντονες αντιδράσεις σε ορισμένες χώρες. Ορισμένοι άνθρωποι, άλλωστε, μπορεί να χάσουν τη δουλειά τους αν δεν εμφανιστούν για δύο εβδομάδες ή φροντίζουν ηλικιωμένους και παιδιά από τους οποίους είναι αδύνατο να χωριστούν.

Σε μέρη όπως η Βενεζουέλα και η Ινδία, όπου οι συνθήκες στις εγκαταστάσεις καραντίνας είναι πολύ άσχημες, η προοπτική της μετακίνησης έχει οδηγήσει πολλούς ανθρώπους στο να αποφεύγουν το τεστ ή να λένε ψέματα στους υπεύθυνους ιχνηλάτησης από φόβο ότι θα βγουν θετικοί.