Μάχη για τους σαραντάρηδες της Κεντροαριστεράς – ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ ψαρεύουν στα ίδια νερά
ΣΥΡΙΖΑ και Κίνημα Αλλαγής στρέφονται στους ψηφοφόρους των ηλικιών 35-44 που γαλουχήθηκαν στο ΠΑΣΟΚ της εξουσίας, φιλοδοξώντας να εμφυσήσουν «νέο αέρα» στα κόμματά τους αλλά και στα δημοσκοπικά ποσοστά τους
- Κίνα: Αυτοκίνητο έπεσε επάνω σε πλήθος έξω από δημοτικό σχολείο – Τουλάχιστον 10 τραυματίες
- Θα «σπάσει» η Ελλάδα το καλούπι του δεξιού λαϊκισμού στην ΕΕ;
- Η υπερθέρμανση του πλανήτη κοστίζει ζωές - Για πρώτη φορά επιστήμονες υπολογίζουν τους θανάτους
- Το ΠΑΣΟΚ πολιορκεί το κέντρο που «χάνει» η ΝΔ και τη βαφτίζει «γαλάζιο ΣΥΡΙΖΑ»
«Πασοκογενείς ψηφοφόροι»: δεν υπάρχει πιο ασαφής εκλογικός όρος. Πώς ορίζεται ο πασοκογενής; Είναι κάποιος που ψήφισε έστω και μια φορά ΠΑΣΟΚ και μετά σταμάτησε ή είναι αυτός που συστηματικά, για χρόνια, υπήρξε υποστηρικτής του κόμματος με τον πράσινο ήλιο και σήμερα αναζητεί εναλλακτικές κεντροαριστερές λύσεις; Μέχρι τώρα, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το Κίνημα Αλλαγής μιλούν και απευθύνονται στη δεύτερη κατηγορία. Και είναι, κατά βάση, μια κατηγορία με συγκεκριμένα ηλικιακά χαρακτηριστικά: άνω των 65 ετών, συνηθισμένοι στα σύμβολα και στους κώδικες προηγούμενων γενεών.
Σε αυτούς απευθυνόταν όλο το προηγούμενο διάστημα ο Αλέξης Τσίπρας, χρησιμοποιώντας μια γλώσσα που καταλαβαίνουν. Το ελαφρύ αξάν του Ανδρέα Παπανδρέου, η σταδιακή υιοθέτηση παραδοσιακών πασοκικών θέσεων και συνθημάτων, αλλά και η αρχηγική τάση που παρατηρείται εντός του ΣΥΡΙΖΑ πρόσφεραν ένα γνώριμο παράδειγμα για όσους γαλουχήθηκαν στο ΠΑΣΟΚ της εξουσίας – και αυτό φάνηκε στα εκλογικά ποσοστά του 2019, που μπορεί να οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια ξεκάθαρη ήττα, επέτρεψαν όμως στον Τσίπρα να εξαγγείλει τον μετασχηματισμό του.
Το Κίνημα Αλλαγής, από την άλλη, κρατιέται στα σημερινά του ποσοστά ακριβώς λόγω του πασοκικού παρελθόντος: τα στοιχεία δείχνουν πως το κόμμα βασίζει το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής του στις γηραιότερες ηλικίες, που αφού δεν άλλαξαν στρατόπεδο την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ.
Στο στόχαστρο των κομμάτων
Με αφορμή τον «μαύρο Αύγουστο» του ΣΥΡΙΖΑ, που ανέδειξε τις διαφορές ανάμεσα στις διάφορες φυλές του κόμματος, τόσο στην Κουμουνδούρου όσο και στη Χαριλάου Τρικούπη ξεκίνησαν οι συζητήσεις για την επόμενη μέρα. Παρότι το χαρτί των πασοκογενών είναι ισχυρό, δεν φτάνει ούτε στον Αλέξη Τσίπρα ούτε στη Φώφη Γεννηματά. Ο πρώτος δεν μπορεί να κερδίσει ποσοστό που να του επιτρέπει να διεκδικήσει εκ νέου την εξουσία βασιζόμενος σε όσους θα φύγουν από την Κεντροαριστερά για να στηρίξουν την Προοδευτική Συμμαχία. Και η δεύτερη δεν μπορεί να ανεβάσει την εκλογική της δύναμη αρκετά ώστε να αποτελέσει απειλή αν βασιστεί αποκλειστικά στους ψηφοφόρους που ήδη κερδίζει. Οι σκέψεις και στο ένα επιτελείο και στο άλλο στράφηκαν σε άλλου είδους πασοκογενείς: σε προοδευτικούς ψηφοφόρους που μπορεί να πέρασαν κάποια στιγμή από το πασοκικό στρατόπεδο, προτιμούν όμως να μην προσδιορίζονται από αυτό με τον τρόπο που το έκαναν οι παλαιότεροι.
Οι ηλικίες-κλειδί είναι ανάμεσα στα 35 και τα 44. Πρόκειται για μια γενιά, λένε εκείνοι που εισηγούνται τη στροφή σε αυτό το κοινό, που έζησε στο έπακρο τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, αλλά και τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης. Το ΠΑΣΟΚ είναι για αυτούς μια νοσταλγική επιστροφή σε μια πιο εύκολη εποχή, κάτι ανάμεσα σε meme και ανάμνηση. Εχουν, όμως, εντελώς προοδευτική ταυτότητα: είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι σε κοινωνικά θέματα, αποφεύγουν συνειδητά να ασχολούνται με την πολιτική με τον τρόπο που το έκαναν οι γονείς τους και τα προηγούμενα χρόνια μπορεί ακόμα να απείχαν από τις εκλογές ή να στράφηκαν προς τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Λειτουργούν ως ένα κομμάτι της μεσαίας τάξης, αυτό που σήκωσε στις πλάτες του το μεγαλύτερο βάρος των μνημονίων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε πρώτη φορά σε επαφή μαζί τους το 2012, εκμεταλλευόμενος τον θυμό που ένιωθαν με την είσοδο της Ελλάδας στα μνημόνια. Στην πορεία τους έχασε, τόσο λόγω των λάθος χειρισμών όσο και λόγω της ρητορικής του. Η ανδρεοπαπανδρεϊκή λογική δεν κατάφερε να τους φέρει πίσω, όχι γιατί δεν τους ήταν γνώριμη, αλλά γιατί έτσι κι αλλιώς δεν απευθυνόταν σ’ αυτούς. Οι αλλαγές εντός του ΣΥΡΙΖΑ, από τον ανασχηματισμό του κόμματος με την ανάδειξη των σαραντάρηδων έως την αλλαγή του σήματός του, φιλοδοξούν να σηματοδοτήσουν μια νέα εποχή. Υποδηλώνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν «ψαρεύει» πια σε μεγαλύτερες ηλικίες, αλλά βασίζει την αναμόρφωσή του στις νεότερες γενιές – ακόμα κι αν, στην πραγματικότητα, αυτή η τακτική εξυπηρετεί αποκλειστικά τη «γενιά Τσίπρα» εντός του κόμματος, άρα τον ίδιο τον αρχηγό του.
Το Κίνημα Αλλαγής, από την άλλη, πιάνεται από τις πασοκικές αναφορές υπό διαφορετικό πρίσμα: κανείς δεν προσπαθεί να αντιγράψει τον Παπανδρέου, απλά ενίοτε τον θυμίζει. Οι αριθμοί εκείνων που παρακολούθησαν την εκδήλωση της 3ης Σεπτέμβρη μέσω Διαδικτύου έδειξαν πως οι νεότερες γενιές δεν είναι μια χαμένη υπόθεση για την Κεντροαριστερά. Το μεγαλύτερο ποσοστό ανήκε ακριβώς στις νεότερες ηλικίες που το κόμμα μπορεί να απευθυνθεί, στο ηλικιακό γκρουπ 35-44. Σε αυτή τη μια γενιά, δηλαδή, που πρόλαβε να ενηλικιωθεί με το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και έχασε την επαφή του με τον χώρο το 2010.
Η καθυπόταξη του ρετρό, παράλληλα με τις νέες προτάσεις που καταθέτει στο τραπέζι το Κίνημα Αλλαγής, δημιουργεί ένα καινούργιο πολιτικό περιβάλλον που, εκτιμούν στη Χαριλάου Τρικούπη, βρίσκεται ακόμα στην αρχή του. Παράλληλα, φιλοδοξούν μέσα στον χρόνο να εκκινήσουν ουσιαστικά τις διαδικασίες για τη νεολαία, που μπορεί να μην απευθύνεται στους σαραντάρηδες, τους κινεί όμως το ενδιαφέρον – ειδικά αν η νεολαία φτιαχτεί με τρόπο και ύφος που δεν θυμίζει τα κομματικά «τραπεζάκια» που έζησαν οι ίδιοι ως φοιτητές, μια λογική που δεν ωφελεί ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η προσέγγιση
Ο καθένας ξεκινάει με διαφορετικά πλεονεκτήματα τη μάχη των σαραντάρηδων: ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ηλικιακό προνόμιο στα στελέχη του, τα οποία αποτελούν κομμάτι της γενιάς στην οποία το κόμμα θα μπορούσε να απευθυνθεί. Το Κίνημα Αλλαγής έχει τη σωστή αφετηρία – «σε εμάς «γυρίζουν» αναπόφευκτα, ακόμα κι αν δεν μας ψηφίζουν» ανέφερε χαρακτηριστικά κεντροαριστερό στέλεχος, προσπαθώντας να εξηγήσει το ενδιαφέρον που ενίοτε δεν αποτυπώνεται στην κάλπη.
Κανείς από τους δύο, ωστόσο, δεν έχει βρει ακόμα τον τρόπο να τους απευθυνθεί χωρίς να καταφύγει σε σχήματα του παρελθόντος. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν πως αυτός ο τρόπος περνάει μέσα από την εξάλειψη της διαφοροποίησης των πασοκογενών και των ορίτζιναλ συριζαίων, δημιουργώντας ένα νέο ενιαίο μείγμα ψηφοφόρων. Για το Κίνημα Αλλαγής, από την άλλη, η διαφοροποίηση από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ζωτικής ανάγκης. Αυτό που ψάχνει είναι η υπέρβαση της παλιάς κομματικής ταυτότητας με στόχο τη δημιουργία μιας καινούργιας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις