Όταν προδόθηκε ο Ρήγας
200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, το Ιστορικό Αρχείο των Εφημερίδων «TO ΒΗΜΑ» & «TA ΝΕΑ» και το in.gr ακολουθούν τον δρόμο των Ελλήνων προς την Ελευθερία
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Ο διανοούμενος, πολιτικός στοχαστής και συγγραφέας Ρήγας Βελεστινλής, γεννημένος το 1757, σήκωσε, μαζί με τον σύγχρονό του, Αδαμάντιο Κοραή, το βάρος της πνευματικής αφύπνισης και του διαφωτισμού του υπόδουλου ελληνικού γένους με στόχο την απελευθέρωσή του.
Πραγματικό του όνομα αναφέρεται ότι ήταν το Αντώνιος Κυριαζής ή Κυρίτζης. «Φεραίος» δεν αυτοαποκαλέστηκε ποτέ, είναι μεταγενέστερο της εποχής του.
Ο ίδιος υπέγραφε πάντα ως Ρήγας Βελεστινλής, δανειζόμενος το όνομα της ιδιαίτερης πατρίδας του,Βελεστίνο Μαγνησίας.
Ο Ρήγας σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα εγκαταστάθηκε στη Βλαχία όπου εργάστηκε ως γραμματέας του Ηγεμόνα της Βλαχίας, Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφού του παππού της Μαντώς Μαυρογένους. Όταν όμως οι Οθωμανοί αποκεφάλισαν τον Μαυρογένη, ως υπαίτιο της ήττας τους από τους Ρώσους το 1790, ο Ρήγας αναγκάσθηκε να καταφύγει στη Βιέννη, απ’ όπου και ανέπτυξε την επαναστατική του δράση.
Έχοντας ένα ευρύ δίκτυο συνεργατών τύπωνε και και διένειμε τα επαναστατικά του κείμενα και έργα, ανάμεσα στα οποία ήταν και τα μνημειώδη «Θούριος»και «Χάρτα».
Σε αντίθεση όμως με τον Αδαμάντιο Κοραή, ο Ρήγας δεν πρόλαβε να δει την πατρίδα του να ελευθερώνεται. Συνελήφθη και στραγγαλίστηκε σε ηλικία 41 ετών, ενώ βρισκόταν υπό κράτηση από τους Τούρκους στο Βελιγράδι. Η δράση του είχε γίνει γνωστή σε όλα τα Βαλκάνια, και ο Ρήγας είχε εξελιχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς, όχι μόνο της Οθωμανικής αλλά και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.
Η προσέγγιση προς τον Ναπολέοντα
Για το έργο του έχουν γραφτεί πολλά. Αρκετά λιγότερα έχουν αναφερθεί για τις τελευταίες μαρτυρικές ώρες της ζωής του.
Όπως γράφει στο «ΒΗΜΑ» της 29ης Ιουνίου 1958, ο Σπ. Φ. Αργυρός, ο Ρήγας,πιστεύοντας ότι ο Ναπολέων θα μπορούσε να συνδράμει στην απελευθέρωση των Ελλήνων, δεν δίστασε να επιδιώξει απευθείας συνάντηση μαζί του.
«Γνωρίζων ότι ο Βοναπάρτης ευρίσκετο τότε εις την Ιταλίαν διά την κατ’ αυτής εκστρατείαν επεκοινώνησε κατά τας αρχάς του 1797 προς τον σκοπόν τούτο με τον πρεσβευτήν της Γαλλίας Βερναδόττην δια του εις Τεργέστην Γάλλου προξένου Μπρεσσί»
»Εσκόπευε να ζητήση από τον Ναπολέοντα, όστις εν τω μεταξύ διά της Συνθήκης του Τιλστίτ είχε λάβει ως προκαταβολήν την κυριαρχίαν της Επτανήσου, να εκστρατεύση εις την κυρίως Ελλάδα και να βοηθήση να ελευθερωθή η Πατρίς του από την Τουρκικήν κατάκτησιν».
Όπως αναφέρουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 22ας Αυγούστου 1849, ο Ρήγας είχε ενεργοποιήσει το σχέδιο προσέγγισης του Ναπολέοντα ήδη από το 1793.
«Με ξύλο από δάφνη, κομμένη από την ακροποταμιά του Πηνειού, ο Ρήγας παράγγειλε και του έφτιασαν μια ταμπακέρα, την οποία έστειλε στον Ναπολέοντα, που βρισκόταν την εποχή εκείνη στην Ιταλία θριαμβευτής. (…) Η πρωτοτυπία του δώρου ενθουσίασε το Ναπολέοντα, ο οποίος με γράμμα του τον ευχαρίστησε».
»Και τότες ο Ρήγας πήρε θάρρος και του εξέθεσε την άθλια κατάστασι της σκλάβας Ελλάδας και ‘τον παρακάλεσε να ελευθερώση την κλασσική αυτή χώρα. Η συμπάθεια και η μεγαλοψυχία – διηγείται ο Περραιβός- ίσως δε και το συμφέρον το πολιτικόν επίσης, διέθεσαν καλώς τον Ναπολέοντα προς την Ελλάδα, τουθ’ όπερ έδωσεν εις τον Ρήγαν αγαθάς ελπίδας, ενισχυθείσας όταν μετά την άλωσιν της Βενετίας ο Βοναπάρτης ενεθυμήθη τας υποσχέσεις του και εκάλεσε τον Ρήγαν εις Βενετίαν»
Κι έτσι ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Χριστόφορος Περραιβός φεύγουν από τη Βιέννη με στόχο να πραγματοποιήσουν αυτήν την συναρπαστική συνάντηση, χωρίς να γνωρίζουν τα όσα τραγικά θα ακολουθήσουν.
Όπως αφηγείται ο Σπ. Φ. Αργυρός «Ο Ρήγας συσκευάσας τα έγγραφα του «και τους ΧΑΡΤΑΣ του προαπέστειλε ταύτα εις τον εν τω Τεργέστη φίλον του Αντώνιον Νιώτην και το τέλος του 1797 έφθασε και ούτος εκεί μετά του Περραιβού μη γνωρίζων, ότι ο Βοναπάρτης δεν ευρίσκεται πλέον εκεί, απησχολημένος να ‘ελευθερώση’ και άλλας περιοχάς κατ’ εφαρμογήν των περί ελευθερίας κηρυγμάτων της Γαλλικής Επαναστάσεως»
Η στιγμή της σύλληψης
»Μα η αυστριακή κατασκοπεία, παρακολουθούσε τις κινήσεις του Ρήγα που ήταν ύποπτος για ανατρεπτικές ενέργειες», συνεχίζουν «ΤΑ ΝΕΑ» του 1949 «και το ίδιο βράδυ που έφθασε στην Τεργέστη, ενώ ετοιμαζόταν να πάη με τον Περραιβό στον Γάλλο πρόξενο Μπρεσσέ, για να συνεννοηθή μαζύ του για τον καλύτερο και ασφαλέστερο τρόπο με τον οποίο θα περνούσε την Αδριατική για να πάη στην απέναντι Βενετία, ξάφνου στο δωμάτιο του παρουσίαστηκε ένας αυστριακός αξιωματικός και ρώτησε:
– Ποιος από τους δύο είν’ ο Ρήγας;
– Εγώ! Του απάντησε ο Φεραίος.
– Πού πηγαίνετε;
– Γυρίζω στην πατρίδα μου Ελλάδα από τη Βενετία
Οι Αυστριακοί έψαξαν τις αποσκευές των δύο Ελλήνων και βρήκαν επαναστατικά κείμενα που καλούσαν σε επανάσταση κατά του τουρκικού ζυγού. Ο Ρήγας έσπευσε να προστατεύσει τον Περραιβό και σύμφωνα με την αφήγηση του ίδιου του Περραιβού είπε:
«Δεν έχω κανέναν συνεργάτη. Από ετών πολλών παραμελών τα ιδιωτικά μου συμφέροντα, αφωσιώθην εις την υπόθεσιν της ατυχούς πατρίδος μου. Διά τούτο κατέφυγα εις την φιλελευθέραν, φιλάνθρωπον και φηλελληνικήν αυτήν χώραν, την Αυστρίαν, όπου χωρίς να θίξω τα του κράτους νόμιμα, έγραψα πράγματα επωφελή διά το έθνος μου»
» Τώρα που δια προδοσίας ευρίσκομαι εις χείρας της κυβερνήσεως δεν δύναμαι να αμφιβάλλω ουδ’ επί στιγμήν ότι ο φιλάνθρωπος αυτοκράτωρ δεν επιθυμεί την ελευθερίαν ενός αρχαίου και ενδόξου έθνους, υφισταμένου τόσας δοκιμασίας. Αλλ’ αν απατώμαι, τίποτε δεν με τρομάζει. Ο θάνατός μου θα ωφελήση την πατρίδα μου περισσότερον από τη ζωήν μου»
Ο Ρήγας όντως έπεσε έξω στην εκτίμησή του για την στάση που θα κρατούσε η αυστριακή κυβέρνηση. Συνελήφθη και φυλακίστηκε στις 6 Ιανουαρίου. Δεν έπεσε όμως έξω ως προς την προδοσία.
Ο Ρήγας πριν φύγει από τη Βιέννη, τον Δεκέμβριο του 1797, είχε στείλει στην Τεργέστη, επ’ όνομάτι του εμπόρου Αντώνιου Νιώτη, τρία κιβώτια με επαναστατικά έντυπα, που επρόκειτο να διανεμηθούν στην Ελλάδα.
«Δυστυχώς αι αυστριακαί αρχαί της Τεργέστης, καταλλήλως ειδοποιηθείσαι, κατέσχον τα έγγραφα ταύτα και εκ του περιεχομένου των επείσθησαν ότι παρασκευάζοντο κινήματα καθ΄ όλην την Ανατολήν, και όταν έφθασεν ο Ρήγας και ο Περραιβός, τους συνέλαβον αμφοτέρους, αλλ’ ο τελευταίος εσώθη χάρις εις την Γαλλικήν του υπηκοότητα».
Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 22ας Νοεμβρίου 1954, οι Αυστριακοί εισέβαλαν στο δωμάτιο των δύο Ελλήνων ωθούμενοι από την προδοτική επιστολή του Έλληνα, Δημήτριου Οικονόμου.
Η προδοσία
Ο Ρήγας εκτός από τα κιβώτια στον Νιώτη είχε στείλει και μια επιστολή στον μυημένο Αντώνη Κορωνιό, επειδή όμως ο Κορωνιός απουσίαζε λόγω ταξιδιού του στη Δαλματία, το γράμμα του Ρήγα έπεσε στα χέρια του προϊσταμένου του Δημητρίου Οικονόμου.
«Το άνοιξε…Η συνέχεια εις την αποθηκήν του Νιώτη: Ανοίχθηκαν τα κιβώτια…Τρέμοντα χέρια κρατούν τας προκηρύξεις μιας επαναστάσεως η οποία δεν επρόκειτο πλέον να γίνη. Η συνέχεια εις το γραφείου του πλησιεστέρου αστυνομικού καταστήματος: ‘Εγώ ο Δημήτριος Οικονόμου καταγγέλλω ότι…»
Στις 10 Ιανουαρίου 1798, λίγες ημέρες δηλαδή μετά την καταγγελία του στην αυστριακή αστυνομία και τη σύλληψη του Ρήγα, ο Οικονόμου συνεχίζει το προδοτικό του έργο, στέλνοντας επιστολή προς τον Αυστριακόν Διοικητήν της Τεργέστης Μπρίγκίντο:
«Εξοχώτατε κ. κόμι,
Το καθήκον του πολίτου και η πίστις προς τον ηγιασμένον θρόνον της Α. Μεγαλειότητος, κατόπιν η αγάπη προς τους ανθρώπους και προς τον πλησίον με παρεκίνησαν ενδομύχως και κατήγγειλα εις Υμάς το άφρον εγχείρημα του Ρήγα Βελεστινλή, όπερ θα ηδύνατο να στοιχίση την ζωήν χιλιάδων αθώων.
(…) Παρακαλώ την Υμετέραν Εξοχότητα, όπως με δώσητε την εντολήν εις τον εν Κωνσταντινουπόλει Έξαρχον της Α. Μεγαλειότητος να ενημερώση την Πύλη πώς έχει η υπόθεσις και να της υπενθυμίση ότι ο υποφαινόμενος Δημήτριος Οικονόμου (…) είναι εκείνος που απεκάλυψεν την υπόθεσιν»
Έτσι φτάσαμε στη σύλληψη του Ρήγα.
«Την 19ην Δεκεμβρίου 1797 συνελήφθη και εκρατήθη εις το ξενοδοχείον όπου κατέλυσεν εις την Τεργέστην ο ανύποπτος Ρήγας. Τα Χριστούγεννα του 1797 εδιάβαζε ο υπουργός των Εσωτερικών και της Αστυνομίας της Βιέννης κόμις Πέργκεν την πρώτην έκθεσιν του Διοικητού Τεργέστης (…) Εντός ολίγων ωρών είχαν ήδη συλληφθή εις την Βιέννην όλοι οι συμμετέχοντες εις το κίνημα Έλληνες, συνεργάται του Ρήγα (…) Το σχέδιον του Ρήγα είχε προπαρασκευασθή με πολύν ενθουσιασμόν και εργατικότητα αλλά με μετρίαν φρόνησιν – τουλάχιστον ως προς το τεχνικόν μέρος της διεξαγωγής του».
Το κατηγορητήριο
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο των αυστριακών αρχών κατά του Ρήγα, που δημοσίευσε «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 29ης Ιουνίου 1958, ο Ρήγας σκόπευε να ταξιδεύσει στη Μάνη για να ξεσηκώσει αρχικά τους Μανιάτες και εν συνεχεία τους υπόλοιπους Έλληνες.
Ο Ρήγας μετά τη συλλήψή του φυλακίζεται προσωρινά στην Τεργέστη. Εκεί σίγουρος για όσα τον περίμεναν επιχειρεί να αυτοκτονήσει «με τρεις μαχαιριές στην κοιλιά» αλλά αποτυγχάνει. Ύστερα από νοσηλεία λίγων ημερών μεταφέρεται στη Βιέννη. Ο συνεργάτης του, Κορωνιός που επίσης είχε συλληφθεί μεταφέρθηκε στη Βιέννη αργότερα.
Πορεία προς τον θάνατο
«Την πρωίαν της 5ης Φεβρουαρίου 1798 εξεκίνησεν η αστυνομική άμαξα από την Τεργέστην φέρουσα υπό συνοδείαν τον αλισοδεμένον Ρήγα και κατευθυνομένη προς το Λάϊμπαχ, την σημερινήν Λιουμπλιάναν της Γιουγκοσλαβίας. Είναι γνωστόν ότι η αναχώρησις του Ρήγα από την Τεργέστην έγινε με μεγάλην καθηστέρησιν ένεκα της αποπείρας αυτοκτονίας του» γράφει ο ιστορικός, Πολυχρόνης Ενεπεκίδης. «Υπολογίζομεν ότι ο Ρήγας παρεδόθη την 14ην Φεβρουαρίου 1798 εις τας φυλακάς της Βιέννης, όπου και έμεινε μέχρι της 27ης Απριλίου ή μέχρι της 16ης Απριλίου κατά το παλαιόν ημερολόγιον.»
«Το πρωινό της 12ης Φεβρουαρίου 1798 έφθανεν εις την Βιέννην ένα σιδηρόφρακτον αμάξι της Αστυνομίας. Ήρχετο από την Τεργέστην μέσω Γκράτς, και έφερεν αλυσοδεμένον έναν φοβερόν πολιτικόν εγκληματίαν, όπως έγραφεν επισήμως ο διοικητήτς της Τεργέστης»
»Ήταν ο Ρήγας Βελεστινλής. Δεν είχε ακόμα αναρρώσει από τον τραύμα του (…) και επάνω εις το λιθόστρωτον των δρόμων της παλαιάς πόλεως εκινδύνευε ν’ ανοίξη η πληγή. Το αμάξι επέρασε με ισχυράν συνοδείαν εις την πόλιν η οποία περιεκλείετο ακόμη από τα Μεσαιωνικά της τείχη, διά της πύλης όπου είναι η σημερινή Όπερα.
»(…) Η άμαξα εισήλθεν αριστερά εις τον σκοτεινόν δρομίσκον του «Αστέρος», και εσταμάτησεν εις το βάθος της οδού, η οποία απετέλει αδιέξοδον ακριβώς προ της παλαιάς θύρας αριθμός 487. Εκεί την ανέμεναν αστυνομικά όργανα ψιθυρίζοντας ύβρεις διά την έκτακτον άφιξιν, η οποία τους διέκοψε τον γλυκύν ύπνον του δυνατού χειμώνος της Βιέννης…»
»(…) Τα κρατητήρια των πολιτικών εγκληματιών, όπως ήτο δια τους Αυστριακούς ο Ρήγας, ευρίσκοντο εις το πρώτον και δεύτερον υπόγειον της παλαιάς Μονής [του τάγματος των Καρμελιτών]. Το πρώτο συνεδέετο με τον εξωτερικόν κόσμον με έναν λεπτόν φωταγωγό, το δεύτερο ήτο είδος κακοσκαμμένου τάφου ομαδικού»
Ο Ρήγας και επτά ακόμα σύντροφοί του παρέμειναν φυλακισμένοι στη Βιέννη ως τον Μάιο του 1798. Όταν ολοκληρώθηκαν οι ανακρίσεις όσοι ήταν Οθωμανοί υπηκόοι, όπως αυτός, παραδόθηκαν από τους Αυστριακούς στους Τούρκους.
«Η αυστριακή κυβέρνηση παρέδωσε τότε το Ρήγα και τους συντρόφους του στον Τούρκο πασά του Βελιγραδίου για να τους στείλη στην Πόλη, αλλά ο πασάς, ίσως κατά διαταγή της Πύλης διέταξε να τον θανατώσουν στη φυλακή του Βελιγραδίου»
Ο Ρήγας και οι σύντροφοί του ύστερα από σκληρότατα βασανιστήρια που κράτησαν για ημέρες στραγγαλίστηκαν από τους Οθωμανούς και οι σοροί τους πετάχθηκαν στον Δούναβη. Τα τελευταία λόγια του Ρήγα έμειναν χαραγμένα στην ελληνική Ιστορία:
«Έτσι πεθαίνουν τα παληκάρια! Αρκετό σπόρο έσπειρα! Θαρθή ώρα που το έθνος μου θα δρέψη το γλυκό καρπό»
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις