Πασίγνωστη Βρετανίδα ηθοποιός : «Η Μόρια ήταν μια κόλαση επί της γης»
«Η κόλαση της Μόριας πλέον έχει καεί ολοσχερώς. Όμως η κρίση δεν χάθηκε μαζί της. Κάθε βδομάδα, άνθρωποι συνεχίζουν να βγαίνουν στις ακτές τις Ελλάδας και άλλων κρατών, αναζητώντας προστασία. Άνθρωποι που χρειάζονται καταφύγιο, φαγητό, αγάπη και αναγνώριση», γράφει η ηθοποιός
- Μητέρα εξέδιδε την 15χρονη κόρη της σε παιδόφιλο - Καταδικάστηκε σε φυλάκιση πέντε ετών
- «Αγνοούσα όσα συνέβαιναν», είπε για την αυτοκτονία του πατέρα της η «αγνοουμένη» Αμερικανίδα
- Νεκρή η γυναίκα που έπεσε από τον 7ο όροφο ξενοδοχείου στη Μιχαλακοπούλου - Φωτογραφίες από το σημείο
- Η πρώτη απεργία παγκοσμίως από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Διαχειριστών Ακινήτων τύπου Airbnb
Γράφοντας στο CNN, η Λένα Χίντι, πασίγνωστη για τον ρόλο της Σέρσεϊ στη δημοφιλή σειρά Game of Thrones, θυμάται τις επισκέψεις της στο camp της Μόριας και καλεί την Ευρώπη να αναλάβει τις ευθύνες της απέναντι στους πρόσφυγες.
Όπως αναφέρει, ο καταυλισμός – ήδη γεμάτος σε ασφυκτικό βαθμό από απελπισμένους ανθρώπους – έμοιαζε με κόλαση επί της γης, εξαιτίας των ανθυγιεινών συνθηκών, της βίας και της έλλειψης προστασίας προς τους πρόσφυγες, που είχε ήδη συντρίψει την ψυχική υγεία μιας μεγάλης μερίδας τους.
Σύμφωνα με την Χίντι, η καταστροφή του κολαστηρίου της Μόριας, όπως το αποκαλεί, είναι σπαραξικάρδια, αφού πήρε μαζί της και τα ελάχιστα αποκτήματα των προσφύγων. Όμως, ανοίγει τον δρόμο για μια πιο συλλογική διαχείριση της προσφυγικής κρίσης εκ μέρους της ΕΕ που ίσως βελτιώσει τις συνθήκες ζωής των κατατρεγμένων που ζούσαν εκεί.
Όπως γράφει:
«Μόρια. Ήταν μια κόλαση επί της γης. Βρώμικη, επικίνδυνη. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν ίσχυαν εκεί.
Επισκέφθηκα αυτό το άναρχο «κέντρο υποδοχής» προσφύγων στο ελληνικό νησί της Λέσβου δύο φορές, το 2016 και ξανά το 2019. Μέχρι τη δεύτερη επίσκεψή μου, η κατάσταση στον καταυλισμό έμοιαζε να έχει αγγίξει καινούργια μεγέθη απελπισίας. Η Μόρια είχε ήδη διπλάσια άτομα από όσα προέβλεπε η χωρητικότητά της και συνέχιζε να μεγαλώνει κάθε μέρα, ξεπερνώντας εντέλει τα όριά της κατά έξι φορές.
Και στις δύο επισκέψεις μου, είδα με τα ίδια μου τα μάτια την υποδοχή νέων ανθρώπων όλων των ηλικιών, από μωρά παιδιά μέχρι ηλικιωμένους. Θα πίστευε κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν εγκληματίες και όχι άνθρωποι που είχαν ξεφύγει από τον πόλεμο και τις ατέλειωτες, κτηνώδεις απειλές.
Ορισμένοι από αυτούς κοιμούνταν ολόκληρους μήνες σε αυτοσχέδια ράντζα, με το μόνο πράγμα που είχαν για να τους προσφέρει ζεστασιά και παρηγοριά να είναι οι ασημένιες κουβέρτες διάσωσης.
Δεν υπήρχε χώρος. Οι άνθρωποι συνωστίζονταν, μοιράζονταν το χώρο τους με εντελώς άγνωστά τους άτομα. Οι κουβέρτες χρησιμοποιούνταν ως τοίχοι, για να προσφέρουν λίγη ιδιωτικότητα.
Οι τουαλέτες ήταν εξευτελιστικές. Συχνά δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό. Το βράδυ δεν υπήρχαν φώτα. Οι γυναίκες φοβούνταν να βγουν από τις σκηνές τους, φοβούνταν να αφήσουν μόνα τους τα παιδιά τους. Κινδύνευαν διαρκώς να πέσουν θύματα σεξουαλικής βίας.
Ακόμη και οι απλούστερες καθημερινές τους ανάγκες δεν καλύπτονταν. Για να πάρουν φαγητό έπρεπε να περιμένουν σε ουρές επί ώρες, μόνο και μόνο για να λάβουν το πιο ανεπαρκές γεύμα που μπορείτε να φανταστείτε. Ορισμένοι επέλεγαν να μην το παίρνουν καν για να αποφύγουν τη βία. Και λιμοκτονούσαν.
Έχοντας εγκλωβιστεί σε αυτή τη φρικτή αναμονή, σε αποτρόπαιες συνθήκες ζωής και χωρίς καμιά βεβαιότητα για το μέλλον τους, η ψυχική υγεία των ανθρώπων που ζούσαν στη Μόρια είχε υποστεί τεράστιο πλήγμα. Ως πρέσβειρα ψυχικής υγείας, αυτό που είδα στη Λέσβο με κλόνισε βαθύτατα.
Έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής Διάσωσης (IRC) που δημοσιεύτηκε πέρσι, αποκάλυψε ότι πάνω από το 60% των προσφύγων που δέχονταν υποστήριξη από το κέντρο ψυχικής υγείας του IRC στη Μόρια είχαν σκεφτεί να αυτοκτονήσουν. Το 30% είχε κάνει ήδη απόπειρα.
Είναι αδύνατον να ξεχάσει κανείς το βλέμμα των ανθρώπων που δεν ελπίζουν πια σε τίποτα.
Μπορούσες να νιώσεις την εμπρηστική φύση εκείνου του μέρους. Οργή και απώλεια και απελπισία – απροστάτευτοι, χωρίς στήριξη και χωρίς καμιά βεβαιότητα για το μέλλον τους. Μητέρες που κοίταζαν το κενό, με τις ελπίδες τους να έχουν χαθεί, λες και δεν μπορούσαν να δουν ούτε τα ίδια τους τα παιδιά που στέκονταν μπροστά τους.
Η κόλαση της Μόριας πλέον έχει καεί ολοσχερώς. Όμως η κρίση δεν χάθηκε μαζί της. Κάθε βδομάδα, άνθρωποι συνεχίζουν να βγαίνουν στις ακτές τις Ελλάδας και άλλων κρατών, αναζητώντας προστασία. Άνθρωποι που χρειάζονται καταφύγιο, φαγητό, αγάπη και αναγνώριση.
Γνώρισα κάποιους εξαιρετικούς ανθρώπους στη Μόρια, που με ενέπνευσαν βαθιά. Έχουν ανάγκη από λίγη ελπίδα. Γιατί μας είναι τόσο δύσκολο να τους την προσφέρουμε;
Η φωτιά και χάος που την ακολούθησε, η απώλεια των ελάχιστων πραγμάτων που είχαν αυτοί οι άνθρωποι στην κατοχή τους, αυτή η ελάχιστη σταθερότητα, είναι απολύτως σπαραξικάρδια. Κι όμως ίσως – ίσως – μας βοηθήσει να προχωρήσουμε παρακάτω.
Αυτό το πρόβλημα απαιτεί μια βιώσιμη λύση. Πρέπει να προσφέρουμε εκπαίδευση και υποδομές, πρέπει να δώσουμε στους ανθρώπους την ευκαιρία να συνεισφέρουν, να είναι μέρος ενός πράγματος. Θα έπρεπε να γίνονται ειλικρινείς, μεγάλες προσπάθειες να βελτιώσουμε τις υπηρεσίες και τις εγκαταστάσεις που παρέχουμε στους πρόσφυγες. Και μια σοβαρή, ανθρώπινη προσπάθεια, τόσο για να διευρύνουμε τις νόμιμες οδούς προς την Ευρώπη, όσο και για να κατανείμουμε την ευθύνη σε ολόκληρη την ήπειρο.
Μετά τη φωτά, τόσο η Ευρώπη όσο και η Γερμανία δήλωσαν ότι θα δεχτούν κάποιους πρόσφυγες από τη Λέσβο. Όμως ένα πράγμα είναι απολύτως ξεκάθαρο. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ανταποκριθεί μόνη της σε αυτή την κρίση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις