Εκλογές ΗΠΑ: Ο Τραμπ ετοιμάζεται για μια… μη ειρηνική αποχώρηση από την προεδρία
Ο Αμερικανός Πρόεδρος αρνήθηκε να δεσμευτεί ότι θα παραχωρήσει ειρηνικά την εξουσία, αναζωπυρώνοντας τη συζήτηση για αμφισβήτηση του αποτελέσματος. Στο τραπέζι και η αναπλήρωση της κενής θέσης στο Ανώτατο Δικαστήριο με τον Τραμπ να διαλέγει υποψήφια για να συσπειρώσει τη συντηρητική θρησκευόμενη εκλογική βάση
- «Στην Τριχωνίδα τέτοιοι σεισμοί έχουν συνέχεια - Χρειάζεται επιτήρηση» - Λέκκας για δόνηση στο Αγρίνιο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
Ο πρόεδρος Τραμπ έδειξε για άλλη μια φορά ότι δεν σκοπεύει να εγκαταλείψει τόσο εύκολα τον Λευκό Οίκο. Ερωτηθείς από δημοσιογράφο στις 23 Σεπτεμβρίου εάν δεσμεύεται για μια ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου, ο Τραμπ αρνήθηκε να πάρει ξεκάθαρη θέση και απλώς δήλωσε «Θα δούμε τι θα συμβεί. Γνωρίζετε ότι έχω παραπονεθεί έντονα για τις ψήφους [εννοεί τις επιστολικές] και οι ψήφοι είναι μια καταστροφή.»
Όταν ξαναρωτήθηκε συμπλήρωσε: «Να απαλλαγούμε από τις ψήφους [ενν. τις επιστολικές] και θα έχετε μια πολύ ειρηνική – ειλικρινά δεν θα είναι μια μεταβίβαση. Θα είναι μια συνέχιση».
Η δήλωση αυτή έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά από προηγούμενες δηλώσεις που έχει κάνει ο πρόεδρος Τραμπ και οι οποίες παραπέμπουν σε μια αμφισβήτηση του αποτελέσματος των εκλογών του Νοεμβρίου με κεντρική αιχμή ζητήματα παρατυπιών στην ψηφοφορία σε σχέση με την επιστολική ψήφο.
Η αμφισβήτηση της επιστολικής ψήφου
Παρότι η δυνατότητα επιστολικής ψήφου είναι από καιρό κατοχυρωμένη στις ΗΠΑ και σε όλες τις τελευταίες προεδρικές εκλογές ένα μέρος των ψήφων ήταν τέτοιας μορφής, όλοι εκτιμούν ότι στις φετινές προεδρικές εκλογές, που θα γίνουν με την πανδημία σε πλήρη εξέλιξη, το ποσοστό των ψηφοφόρων που θα προτιμήσουν αυτή τη μέθοδο θα είναι υψηλότερο παρά ποτέ, μια που πολλοί ψηφοφόροι τη θεωρούν ασφαλέστερη μέθοδο από την αναμονή στην ουρά σε ένα εκλογικό κέντρο.
Οι Ρεπουμπλικάνοι και ο πρόεδρος Τραμπ εκτιμούν ότι θα αυτό θα ευνοήσει τον Μπάιντεν και γι’ αυτό θέλουν να περιορίσουν την έκτασή του. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι θεωρεί ότι η επιστολική ψήφος επιτρέπει εκτεταμένη νοθεία – χωρίς ωστόσο να προσφέρει συγκεκριμένες αποδείξει – και γι’ αυτό θα αμφισβητήσει το αποτέλεσμα σε αυτή την περίπτωση.
Πίσω από αυτό υπάρχουν δύο πολιτικοί υπολογισμοί: ο πρώτος είναι ότι γενικά όσο περισσότερο περιοριστεί η επιστολική ψήφος, τόσες λιγότερες ψήφους θα πάρουν οι Δημοκρατικοί. Ο δεύτερος είναι ότι είναι πιθανό το αποτέλεσμα σε επίπεδου Κολεγίου των Εκλεκτόρων και όχι λαϊκής ψήφου να κριθεί σε ορισμένες κρίσιμες πολιτείες και άρα έχει σημασία να μην τις χάσουν οι Ρεπουμπλικάνοι.
Στην πραγματικότητα, ο Τραμπ θέλει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τον θεσμικό αναχρονισμό του συστήματος των εκλεκτόρων ώστε να μπορέσει είτε να εξασφαλίσει τον κρίσιμο αριθμό των εκλεκτόρων, ακόμη και εάν χάσει τη συνολική λαϊκή ψήφο (ακριβώς όπως έγινε και το 2016 όταν η Κλίντον κέρδισε καθαρά τη λαϊκή ψήφο) είτε να μπορεί να περιορίσει τη διαφορά σε μικρό αριθμό εκλεκτόρων σε συγκεκριμένες Πολιτείες και ανάλογα να προχωρήσει σε κάθε είδους αμφισβήτηση του αποτελέσματος και διεκδίκηση να κατοχυρωθεί σε αυτόν.
Βέβαια σε όλα αυτά υπάρχει πάντα και το κίνητρο συσπείρωσης των διαφορετικών κατηγοριών που παραδοσιακά κλίνουν προς τους Ρεπουμπλικάνους, με την επίκληση του φόβου ότι οι Δημοκρατικοί θα επιστρέψουν διερχόμενοι παντός μέσου. Ούτως ή άλλως, την ώρα που οι Δημοκρατικοί επενδύουν ιδιαίτερα σε μια προσπάθεια να συσπειρωθούν όλα τα τμήματα του εκλογικού σώματος που αυτή την περίοδο διαμαρτύρονται ενάντια στις πολιτικές Τραμπ, την ίδια στιγμή ο ίδιος ο Τραμπ θέλει να συσπειρώσει όσους ανησυχούν για την εικόνα αναταραχής και έντονων συγκρούσεων που εμφανίζουν οι ΗΠΑ.
Η σημασία του συσχετισμού στο Ανώτατο Δικαστήριο
Νωρίτερα ο Τραμπ είχε επίσης κάνει σαφές γιατί τον ενδιαφέρει τόσο να προχωρήσει άμεσα στον ορισμό διαδόχου της Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ στο Ανώτατο Δικαστήριο και τη διαδικασία επικύρωσής του από τη Γερουσία.
«Πιστεύω ότι αυτό θα καταλήξει στο Ανώτατο Δικαστήριο», υποστήριξε για το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου ο Τραμπ, κάνοντας σαφές ότι σκοπεύει να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα των εκλογών, εάν δεν είναι ευνοϊκό για αυτόν.
«Και πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να έχουμε εννέα δικαστές», συμπλήρωσε, εννοώντας αντί των οκτώ που είναι αυτή τη στιγμή. «Η απάτη που οργανώνουν οι Δημοκρατικοί – είναι μια απάτη – αυτή η απάτη θα βρεθεί ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου», υποστήριξε χαρακτηριστικά.
Πίσω από αυτές τις αναφορές είναι η εκτίμηση ότι παρότι αυτή τη στιγμή οι πέντε από τους οκτώ δικαστές έχουν διοριστεί από Ρεπουμπλικάνους Προέδρους, είναι πιθανό να υπάρξει μια ισοψηφία 4-4, καθώς ο Επικεφαλής Δικαστής Τζον Ρόμπερτς σε ορισμένες περιπτώσεις έχει συμφωνήσει με την φιλελεύθερη μειοψηφία του Ανώτατου Δικαστηρίου.
«Και πιστεύω ότι το να έχεις μια κατάσταση 4-4 δεν είναι μια καλή κατάσταση, εάν την έχεις. Δεν ξέρω εάν θα την έχεις. Πιστεύω ότι θα είναι 8-0 ή 9-0. Αλλά για το ενδεχόμενο που θα είναι πιο πολιτική από ό,τι θα έπρεπε, πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να έχουμε έναν ένατο δικαστή», ήταν η χαρακτηριστική τοποθέτηση του Τραμπ.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Τραμπ έσπευσε να ανακοινώσει τη Δικαστή Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, του Ομοσπονδιακού Εφετείου του Εβδόμου Δικτύου, ως υποψήφια για αυτή τη θέση. Η Μπάρετ, εάν εκλεγεί θα είναι η νεότερη δικαστής, εφόσον είναι 48 ετών και θα υπηρετήσει για δεκαετίες, καθώς όριο ηλικίας δεν υπάρχει. Παρά την ηλικία της είναι εξαιρετικά συντηρητική και το ακριβώς αντίθετο από την Γκίνσμπεργκ την οποία θα αντικαταστήσει.
Η μάχη στο Ανώτατο Δικαστήριο
Η εκλογή δικαστή στο Ανώτατο Δικαστήριο είναι για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα από τις πιο κρίσιμες στιγμές. Το προς τα πού τείνει η πλειοψηφία του δικαστηρίου είναι εξαιρετικά κρίσιμο για το πώς θα εξελιχθεί συνολικά η νομοθεσία στις ΗΠΑ. Αυτό εξηγεί και την πολιτική φόρτιση γύρω από κάθε διαδικασία.
Παρότι τους υποψήφιους υποδεικνύει ο Πρόεδρος, πρέπει μετά να επικυρωθούν από τη Γερουσία. Κομβικό ρόλο παίζει η επιτροπή δικαστικών υποθέσεων της Γερουσίας που κάνει τον αρχικό έλεγχο των υποψηφίων και βέβαια οργανώνει τις πολύωρες ακροάσεις των υποψηφίων στις οποίες καλούνται να δώσουν εξηγήσεις για τις νομικές απόψεις τους, τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, τα θρησκευτικά τους πιστεύω, τις ιδιωτικές συναλλαγές τους ή τις ατομικές τους συμπεριφορές. Συχνά οι ακροάσεις μπορεί να είναι σε τεταμένο κλίμα, όπως π.χ. κατά την διαδικασία επικύρωσης του διορισμού του Κλάρενς Τόμας (επιλογή του Τζορτζ Μπους πρεσβύτερου) σε βάρος του οποίου υπήρχαν κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση της δικηγόρου Ανίτα Χιλ. Επίσης, μπορεί να είναι πολύωρες: για παράδειγμα οι ακροάσεις για την επικύρωση της τοποθέτησης του Μπρετ Κάβανο το 2018 κράτησαν συνολικά 48 ώρες.
Επί προεδρίας Ομπάμα, οι Ρεπουμπλικάνοι εκμεταλλεύτηκαν το 2016 την καθαρή πλειοψηφία που είχαν στη Γερουσία για να αποτρέψουν το ενδεχόμενο ο Δημοκρατικός πρόεδρος να ορίσει το διάδοχο του Αντονίν Σκάλια, ενώ αντίστοιχα επί προεδρίας Τραμπ κατάφεραν να εκλέξουν δύο συντηρητικούς δικαστές, τον Νιλ Γκόρσατς και τον Μπρετ Κάβανο.
Έιμι Κόνι Μπάρετ
Τώρα έχουν ένα παράθυρο ευκαιρίας να εκλέξουν έναν ακόμη και αυτό θέλει και ο ίδιος ο Τραμπ, που με αυτό τον τρόπο θα διαμορφώσει μια στέρεα συντηρητική πλειοψηφία σε βάθος δεκαετιών. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό σε μια χώρα όπου ζητήματα όπως το δικαίωμα στην έκτρωση, τα όρια στην οπλοχρησία, τα όρια εφαρμογής της θανατικής ποινής, το εάν έχει το πρωτείο η ομοσπονδιακή ή πολιτειακή νομοθεσία και φυσικά τα ζητήματα αμφισβήτησης εκλογικών αποτελεσμάτων, σε μεγάλο βαθμό κρίνονται ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου
Όμως αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει και οι Ρεπουμπλικάνοι να μπορέσουν να συντονιστούν και να συσπειρωθούν γύρω από την υποψήφια. Άλλωστε, υπάρχει και ο φόβος ότι υπερβολική έμφαση σε θέματα που συσπειρώνουν τον «πυρήνα» των συντηρητικών Ρεπουμπλικάνων θα μπορούσε να δημιουργήσει αρνητικό κλίμα στην προσπάθεια του κόμματος να διευρύνει την επιρροή του και στις προεδρικές εκλογές αλλά και στις εκλογές για το σύνολο της Βουλής των Αντιπροσώπων, 35 θέσεις Γερουσιαστών και 11 εκλογές για Κυβερνήτες Πολιτειών που γίνονται την ίδια μέρα.
Γι’ αυτό το λόγο και ορισμένοι είδαν με ανησυχία την τοποθέτηση δύο ανερχόμενων ρεπουμπλικάνων γερουσιαστών, του Τζος Χάουλεϊ και του Τομ Κότον ότι ο υποψήφιος διάδοχος της Γκίνσμπεργκ θα πρέπει να έχει ξεκάθαρη θέση κατά της απόφασης Roe v. Wade που νομιμοποίησε τις εκτρώσεις στις ΗΠΑ, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο θα αποξένωνε το τμήμα των ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων που είναι υπέρ του δικαιώματος επιλογής των γυναικών.
Η ίδια η Μπάρετ δείχνει να έχει ένα προφίλ που θα μπορούσε να συσπειρώσει τους Ρεπουμπλικάνους. Στη νομική της φιλοσοφία είναι κοντά στις συντηρητικές απόψεις του Σκάλια, είναι καθολική, κάτι που χαιρέτησαν ήδη οργανώσεις κατά των εκτρώσεων, και έχει ένα προφίλ εργαζόμενης μητέρας. Ωστόσο, πολλοί ανησυχούν ότι θα γείρει επικίνδυνα την πλάστιγγα προς συντηρητικές απόψεις, ενώ ερωτηματικά προκαλεί η ένταξή της σε μια μικρή καθολική ομάδα που έχει πρακτικές ανάλογες των Πεντηκοστιανών (όπως είναι η γλωσσολολαλία, η πίστη στην προφητεία και τη θεία θεραπεία).
Πάντως θα πρόκειται για μια από τις πιο γρήγορες διαδικασίες επικύρωσης τοποθέτησης στο Ανώτατο Δικαστήριο, εφόσον ο σχεδιασμός είναι να γίνει σε 5 εβδομάδες, το συντομότερο διάστημα από το 1949, έτσι ώστε να έχει ολοκληρωθεί πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις