Ποιος φοβάται την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ;
Ο γάλλος δημοσιογράφος Ντανιέλ Σνεντερμάν, στο συνταρακτικό βιβλίο του «Βερολίνο, 1933» (Πόλις, 2020), μας υπενθυμίζει ότι το «Φαινόμενο Στρέιζαντ» προϋπήρχε της βάπτισής του εδώ και πολλές δεκαετίες - «αν και, προφανώς, τότε ακόμα δεν ονομαζόταν έτσι».
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Ποτέ δεν έκρυψε την ηλικία της. Είναι πλέον 78 ετών· μια γοητευτική ώριμη κυρία. Πρόσφατα ανέβασε στον προσωπικό της λογαριασμό στο Instagram μια φωτογραφία της, όπου φοράει μάσκα προστασίας από την πανδημία και από κάτω σχολιάζει: «Εάν εγώ μπορώ να την προσαρμόσω πάνω από τη δική μου μύτη, κανένας από εσάς δεν δικαιολογείται να μην μπορεί». Το χιούμορ ήταν πάντοτε το σήμα κατατεθέν της Μπάρμπαρα Στρέιζαντ. Ουκ ολίγοι την αποκαλούν «θηλυκό Γούντι Αλεν», ως σπονδή τόσο στην κοινή αίσθηση του χιούμορ όσο και στην κοινή εβραϊκή καταγωγή. Μία από τις ιδιομορφίες του χιούμορ – σίγουρα εκείνη που το ξεχωρίζει από την απλή «πλάκα» – είναι η ικανότητα κάποιου να αυτοσαρκάζεται.
Ωστόσο, η ικανότητα να αυτοσαρκάζεσαι παρεξηγείται εύκολα, ιδίως από όσους στερούνται της συγκεκριμένης ικανότητας (και είναι πολλοί, ανάθεμά τους)· εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Θεωρούν ότι το άτομο που αυτοσαρκάζεται έχει παραιτηθεί εκουσίως από το δικαίωμα να προστατεύει τον εαυτό του. Σφάλμα, μέγα σφάλμα – και η Στρέιζαντ έχει αποδείξει κατ’ επανάληψη πως δύναται να ασκεί ταυτοχρόνως κι εξίσου πετυχημένα τον αυτοσαρκασμό και την αυτοάμυνα. Μία μάλιστα από αυτές τις φορές έμελλε να πάρει το όνομά της. Να βαπτιστεί «φαινόμενο Στρέιζαντ».
Πρέπει να μεταφερθούμε δεκαεπτά χρόνια πριν. Σε μια εποχή όχι τόσο μακρινή από τη σημερινή, αλλά αρκετά διαφορετική ώστε να μας φαίνεται κιόλας αξιοπερίεργη. Το 2003 δεν υπήρχε το Instagram, δεν υπήρχε το Facebook, δεν υπήρχαν οι λεπτομερείς χάρτες και οι αποκαλυπτικές αεροφωτογραφίες της Earth Google, δεν υπήρχαν τα drones και τα σοφιστικέ συστήματα γεω-εντοπισμού (GPS), δεν υπήρχε σχεδόν κανένα από τα μαραφέτια στα οποία έχουμε το 2020 ελεύθερη μαζική πρόσβαση και τα οποία έθεσαν την – οριστική άραγε; – ταφόπλακα στην έννοια του «ιδιωτικού χώρου», όπως τουλάχιστον τη γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Τι υπήρχε τότε; Υπήρχαν ακόμη εκείνοι οι προϊστορικοί δεινόσαυροι, οι παπαράτσι, πρόθυμοι πάντα να παραβιάσουν τα «εν οίκω» και να τα παραδώσουν «εν δήμω».
Η κωμική πινελιά στην όλη ιστορία είναι πως ο φωτογράφος Κένεθ Αντελμαν δεν συγκαταλεγόταν στην κατηγορία των εν λόγω ποταπών υποκειμένων. Θα μπορούσαμε, μάλιστα, να ισχυρισθούμε ότι είχε «καλό σκοπό»: τράβηξε χιλιάδες φωτογραφίες από την ακτογραμμή της Καλιφόρνιας προκειμένου να αποδείξει τη διάβρωσή της. Για κακή του τύχη, όμως, σε μία από αυτές απεικονιζόταν ξεκάθαρα η έπαυλη της Στρέιζαντ. Οταν ο Αντελμαν ανέβασε τη φωτογραφία στην ιστοσελίδα pictopia.com, η Στρέιζαντ έσπευσε να του κάνει μήνυση. Το άμεσο αποτέλεσμα; Εκεί όπου θα έβλεπαν την έπαυλη της Στρέιζαντ μερικές δεκάδες, άντε εκατοντάδες «μυημένοι», την είδαν σχεδόν πεντακόσιες χιλιάδες «χασομέρηδες» – νούμερο αδιανόητο για τα μεγέθη του 2003. Το Streisand Effect είχε μόλις βαπτιστεί.
Ο γάλλος δημοσιογράφος Ντανιέλ Σνεντερμάν, στο συνταρακτικό βιβλίο του «Βερολίνο, 1933» (Πόλις, 2020), μας υπενθυμίζει ότι το «Φαινόμενο Στρέιζαντ» προϋπήρχε της βάπτισής του εδώ και πολλές δεκαετίες – «αν και, προφανώς, τότε ακόμα δεν ονομαζόταν έτσι».
Ο ίδιος ο Χίτλερ το χρησιμοποίησε προπολεμικά σε δύο φάσεις, πηγαίνοντας και κόντρα και με τα νερά του φαινομένου: αρχικά προσπάθησε να εμποδίσει την έκδοση μιας μετάφρασης του Αγώνα μου στη Γαλλία, ενός γραπτού παραληρήματος που – πέραν των άλλων – έβριθε από αντιγαλλικά τσιτάτα, και, όταν το Παρίσι πλημμύρισε από πειρατικές εκδόσεις με αποσπάσματα από «Το απαγορευμένο βιβλίο του Χίτλερ» (τυπικό εξηρτημένο ανακλαστικό του Streisand Effect), ο γερμανός δικτάτορας επιχείρησε να χειραγωγήσει τη γαλλική αγορά υποστηρίζοντας μεν πειρατικές εκδόσεις, αλλά ευνουχισμένες: χωρίς τα επίμαχα αποσπάσματα. Τουτέστιν; Εάν το μαχαίρι σου είναι δίκοπο, φρόντισε τουλάχιστον να μην κοπείς.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις