Ο κοροναϊός αποκαλύπτει μια χρόνια πληγή της Ισπανίας: Την έλλειψη ιατρικού προσωπικού
Μια χώρα που για περισσότερα από 20 χρόνια «διώχνει» τους επαγγελματίες υγείας, πλέον έρχεται αντιμέτωπη με τα προβλήματα που προκάλεσαν οι πολιτικές περικοπών στη δημόσια υγεία
Πριν 20 χρόνια, μετά από υπερβολικά πολλές συμβάσεις ορισμένου χρόνου και υπερβολικά πολλές ώρες εργασίας ως διανομέας πίτσα για να καταφέρει να πληρώσει το ενοίκιό του, ο Χοάν Πονς επιτέλους εγκατέλειψε το όνειρό του να εργαστεί ως νοσηλευτής στην πατρίδα του, την Ισπανία.
«Θα μου άρεσε πάρα πολύ αν είχα καταφέρει να μείνω», εξηγεί μιλώντας στον Guardian. «Το πρόβλημα ήταν ότι αποφοίτησα από τη νοσηλευτική το 1997 και δεν μπορούσα να βρω καμία σταθερή δουλειά. Υπήρχαν ημερήσιες συμβάσεις, μέσω των οποίων απολυόμουν κάθε Παρασκευή και επαναπροσλαμβανόμουν κάθε Δευτέρα, ώστε να μην είναι υποχρεωμένοι να με πληρώνουν για το Σαββατοκύριακο».
Από τη στιγμή που είδε μια διαφήμιση για θέσεις νοσηλευτών στη Βρετανία, ο Πονς εγκατέλειψε το σπίτι του στην Καταλονία, έφτασε στο αεροδρόμιο του Λούτον και άρχισε να εξασκεί το επάγγελμά του στο Σέφιλντ. Δεν είχε σκοπό να λείψει περισσότερο από ένα χρόνο, όμως πλέον έχουν περάσει δύο δεκαετίες και ο Πονς έχει αποκτήσει ρίζες στο νέο του σπίτι. Έχει οικογένεια και είναι προϊστάμενος σε νοσοκομείο του Σέφιλντ.
«Είναι προφανές ότι έχουμε έλλειψη επαγγελματιών υγείας»
Είναι ένας από τους περισσότερους από 4.500 Ισπανούς νοσηλευτές και μαίες που εργάζονται στη Βρετανία. Η απουσία τους έχει αρχίσει να γίνεται έντονα αισθητή στη χώρα καταγωγή τους που πλήττεται από το δεύτερο κύμα του κοροναϊού. Η υγειονομική κρίση για άλλη μια φορά αποκαλύπτει τα χρόνια προβλήματα υποστελέχωσης του συστήματος δημόσιας υγείας, το οποίο συχνά χαιρετίζεται ως ένα από τα καλύτερα στον κόσμο.
Η Ιζαμπέλ Ντίαζ Αγιούσο, τοπική πρόεδρος της Μαδρίτης, η οποία δέχεται επικρίσεις για τη διαχείριση της πανδημίας στο χειρότερα πληττόμενο μέρος της Ισπανίας, πρόσφατα παραδέχτηκε το μέγεθος των κενών στο ιατρικό προσωπικό, ενώ η κεντρική κυβέρνηση έχει εγκρίνει μέτρα πρόσληψης 10.000 ακόμη επαγγελματιών υγείας για να συμμετέχουν στη μάχη κατά του κοροναϊού.
«Είναι προφανές ότι η Ισπανία έχει πρόβλημα έλλειψης γιατρών και νοσηλευτών», δήλωσε η Αγιούσο στις 21 Σεπτεμβρίου.
«Δεν υπάρχουν γιατροί στην Ισπανία»
«Αντιλαμβάνομαι την κατάσταση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και είμαι απολύτως σίγουρη ότι εκτός από το πρόγραμμα ενισχύσεων, είναι πολλά ακόμη που πρέπει να γίνουν. Χρειαζόμαστε περισσότερους γιατρούς και δεν μπορούμε να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας σε σχέση με αυτό. Δεν υπάρχουν γιατροί στην Ισπανία και υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτό».
ο Τόμας Κόμπο, αντιπρόεδρος τόσο του γενικού ιατρικού συμβουλίου της Ισπανίας (CGCOM) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ειδικών Ιατρικής, έχει μια διαφορετική εικόνα για το ζήτημα.
«Το πρόβλημα δεν είναι η απουσία γιατρών. Το πρόβλημα είναι η απουσία ιδρυμάτων για εξειδικευμένη εκπαίδευση», τονίζει.
Ο Κόμπο εξηγεί ότι υπάρχει περιορισμένος αριθμός θέσεων ειδίκευσης σε κάθε εξάμηνο, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν περίπου 7.000 Ισπανοί γιατροί που έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους, αλλά δεν μπορούν να ξεκινήσουν την ειδικότητά τους.
Μια λύση θα μπορούσε να είναι η δημιουργία περισσότερων τέτοιων θέσεων, ώστε οι γιατροί να ειδικεύονται και στη συνέχεια να εργάζονται στο ισπανικό σύστημα υγείας.
Άθλιες συμβάσεις
Το δεύτερο πρόβλημα, προσθέτει, είναι γνωστό: «Οι συμβάσεις και οι μισθοί της Ισπανίας είναι πολύ χειρότεροι σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτός είναι και ο λόγος που τόσοι γιατροί εγκαταλείπουν τη χώρα μόλις ολοκληρώσουν την ειδίκευσή τους ή πριν καν την ξεκινήσουν».
Η εισαγωγή γιατρών από το εξωτερικό είναι μια εναλλακτική λύση, συνεχίζει ο Κόμπο, όμως η εξακρίβωση των δεξιοτήτων και των πιστοποιήσεων γιατρών από χώρες εκτός ΕΕ είναι μια διαδικασία που μπορεί να κυλήσει αργά.
Η πανδημία έχει απογυμνώσει την ανάγκη για περισσότερους γιατρούς και νοσηλευτές, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της πανδημίας.
Ελλείψεις που γιγαντώνονται
«Η έλλειψη γιατρών στα κέντρα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας της Μαδρίτης ήταν πρόβλημα πριν προκύψει το χάος της πανδημίας. Μας έλειπαν 400 γιατροί και 150 παιδίατροι», υπογραμμίζει η Άντζελα Χερνάντεζ Πουέντε, χειρούργος και αναπληρώτρια γενική γραμματέας της ιατρικής ένωσης AMYTS της Μαδρίτης.
Η πανδημία, προσθέτει, έχει επιδεινώσει την κατάσταση, ενώ η ίδια εκτιμά ότι η περιοχή έχει ανάγκη από 750 επιπλέον γιατρούς και τουλάχιστον 200 παιδιάτρους.
«Οι αιτίες για την έλλειψη προσωπικού φτάνουν στο μακρινό παρελθόν», επισημαίνει.
Ανεκπλήρωτες υποσχέσεις
Έχουν περάσει χρόνια από τότε που δόθηκαν υποσχέσεις για βελτίωση των εργασιακών συνθηκών, οι οποίες όμως παραμένουν απραγματοποίητες στην περίπτωση της Μαδρίτης. Και όταν έρχονται αντιμέτωποι με δυσμενείς συμβάσεις και την προοπτική του να περιθάλπουν 50 – 60 ασθενείς την ημέρα, πολλοί γιατροί επιλέγουν πιο ελκυστικές θέσεις σε άλλες περιοχές της Ισπανίας ή μεταναστεύουν στο εξωτερικό.
«Πώς μπορεί να συγκριθεί μια βάρδια εδώ, στη διάρκεια της οποίας εξετάζεις 50 ασθενείς, με μία στη Σουηδία, όπου οι γιατροί βλέπουν το πολύ 15 – 25 ασθενείς την ημέρα;» αναρωτιέται η Χερνάντεζ Πουέντε. «Και από τη στιγμή που φεύγεις στο εξωτερικό, είναι απίθανο να επιστρέψεις εξαιτίας των χρημάτων».
Η τρέχουσα κατάσταση δεν προκαλεί έκπληξη στην ένωση νοσηλευτών Satse, η οποία έχει περάσει τα τελευταία χρόνια προειδοποιώντας για την έλλειψη νοσηλευτών.
Έλλειψη δεκάδων χιλιάδων νοσηλευτών
Σύμφωνα με την εκπρόσωπο της Satse, Μαρία Χοσέ Γκαρσία, η χώρα έχει ανάγκη από 88.000 επιπλέον νοσηλευτές. Οι 72.000 εξ αυτών θα πρέπει να προσληφθούν σε νοσοκομεία και οι υπόλοιποι στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
«Αυτό που θα μπορούσαμε να κάνουμε ευθύς αμέσως, είναι να εκπονήσουμε ένα σχέδιο που θα παροτρύνει τους ανθρώπους να επιστρέψουν από το εξωτερικό», υποστηρίζει η Γκαρσία.
«Έχουμε επενδύσει στην εκπαίδευση ορισμένων από τους καλύτερους νοσηλευτές στον κόσμο, όμως χιλιάδες από αυτούς εργάζονται έξω από τη χώρα μας, με αποτέλεσμα οι γειτονικές μας χώρες να δρέπουν τους καρπούς αυτής της επένδυσης».
Επιπλέον, τονίζει ότι η εργασιακή σταθερότητα και το ύψος των αμοιβών αποτελούν σημαντικές αιτίες των ελλείψεων.
«Ένας νοσηλευτής στην Ισπανία θα λάβει σύμβαση για μία ή δύο μέρες ή ίσως για μια βδομάδα – ή αν είναι πολύ τυχερός, για ένα δεκαπενθήμερο», εξηγεί. «Όμως αυτό που κάνουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και η Αυστραλία και το Άμπου Ντάμπι είναι ότι προσφέρουν – στη χειρότερη περίπτωση – εξάμηνες συμβάσεις. Και σε ορισμένες περιπτώσεις ετήσιες ή διετείς ή ακόμη και τριετείς».
Ο Χοάν Πονς προετοιμάζει την επιστροφή στην Ισπανία από όταν ψηφίστηκε το Brexit – και από ό,τι φαίνεται το ίδιο κάνουν και πολλοί συμπατριώτες του. Τον Μάρτιο του 2016, υπήρχαν στη Βρετανία 7.260 νοσηλευτές και μαίες εκπαιδευμένοι στην Ισπανία. Μέχρι τον Μάρτιο του 2020, ο αριθμός είχε μειωθεί στους 4.464.
Σε περίπτωση που του προσφερόταν μια θέση εργασίας αντίστοιχη με αυτή που κατέχει αυτή τη στιγμή, θα σκεφτόταν το ενδεχόμενο να εργάζεται στην Ισπανία τις καθημερινές και να επιστρέφει στην Αγγλία τα σαββατοκύριακα. Όμως ο Πονς αμφιβάλει αν θα μπορούσε να δεχτεί μια τόσο καλή προσφορά από την πατρίδα του.
«Αυτό που με εξοργίζει είναι ότι εδώ και 20 χρόνια τίποτα δεν έχει αλλάξει στην Ισπανία», σημειώνει στον Guardian.
«Όταν η Αγιούσο έλεγε ότι δεν έχουμε ιατρικό προσωπικό στην Ισπανία, απλώς θύμωσα πάρα πολύ. Έχουμε, αλλά αναγκαστήκαμε να φύγουμε γιατί μας πρόσφεραν το ένα ελεεινό συμβόλαιο μετά το άλλο».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις