Δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ η μετατροπή του βασανισμού ζώων σε κακούργημα, μετά την ψήφιση της σχετικής τροπολογίας που πλέον έγινε νόμος του κράτους.

Πρόκειται για το νόμο 4745/2020 (Αρ. ΦΕΚ 214/6.11.2020 τεύχος πρώτο) με θέμα «Ρυθμίσεις για την επιτάχυνση της εκδίκασης εκκρεμών υποθέσεων του ν. 3869/2010, σύμφωνα με τις επιταγές της παρ. 1 του άρθρου 6 της Ε.Σ.Δ.Α., ως προς την εύλογη διάρκεια της πολιτικής δίκης, τροποποιήσεις του Κώδικα Δικηγόρων και άλλες διατάξεις.».

Η τροποποίηση στην κακοποίηση ζώων του νόμου 4745/2020 προβλέπει:

Άρθρο 55

Προστασία των ζώων – Ποινικές κυρώσεις

1). Η παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 1197/1981 (Α΄ 240)

αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Όποιος κακοποιεί ζώα, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, ή τα εγκαταλείπει έκθετα ή αδέσποτα, τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 8.».

2). Μετά από την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 1197/1981, προστίθεται παρ. 2α ως εξής:

«2α. Όποιος φονεύει ή βασανίζει ζώα, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, τιμωρείται με ποινή κάθειρξης μέχρι δέκα (10) έτη και με χρηματική ποινή μέχρι πεντακόσιες (500) ημερήσιες μονάδες, το ύψος εκάστης των οποίων ορίζεται από πενήντα (50) ως εκατό (100) ευρώ.».

3). Η παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 1197/1981 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι παραβάτες των παρ. 1, 2 και 4 του άρθρου 1, των άρθρων 2 και 3 και των παρ. 2 και 3 του άρθρου 4, τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης ενός (1) τουλάχιστον έτους και με χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες εξήντα  (360)  ημερήσιες μονάδες, το  ύψος εκάστης των οποίων ορίζεται από δέκα (10) ως πενήντα (50) ευρώ.».

4). Η περ. α΄ του άρθρου 16 του ν. 4039/2012 (Α΄ 15) αντικαθίσταται ως εξής:

«α) Με την επιφύλαξη ειδικά προβλεπόμενων περιπτώσεων της ισχύουσας ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, καθώς και του τρίτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 9,

απαγορεύεται:
αα) η κακοποίηση και η κακή και βάναυση μεταχείριση οποιουδήποτε είδους ζώου και

αβ) ο φόνος και ο βασανισμός των ζώων, με την εσκεμμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης, επικίνδυνης για την υγεία τους, ιδίως με δηλητηρίαση, κρέμασμα, πνιγμό, κάψιμο, σύνθλιψη και ακρωτηριασμό.

Η στείρωση του ζώου, καθώς και κάθε άλλη κτηνιατρική πράξη με θεραπευτικό σκοπό, δεν θεωρούνται ακρωτηριασμός.».

5). Το άρθρο 19 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 19

Συμπληρωματικές διατάξεις προστασίας των ζώων

1. Με γνώμονα το συμφέρον του ζώου, ο αρμόδιος εισαγγελέας αφαιρεί οριστικά το ζώο συντροφιάς ή ζώο άλλης κατηγορίας από την κατοχή του παραβάτη της περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 και του άρθρου 16 και το ζώο παραδίνεται στο καταφύγιο αδέσποτων ζώων του αρμόδιου Δήμου ή σε ενδιαφερόμενη φιλοζωική οργάνωση ή σωματείο.

Ο εισαγγελέας μπορεί να απαγορεύσει την απόκτηση άλλου ζώου από τον παραβάτη.

2. Με γνώμονα το συμφέρον του ζώου, ο εισαγγελέας μπορεί να αφαιρέσει προσωρινά το ζώο, μόνον στην περίπτωση κατά την οποία ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος για κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα δηλώνει ότι αναλαμβάνει το κόστος που συνδέεται με την αποκατάσταση της υγείας του ζώου, την κτηνιατρική φροντίδα και τη διαβίωσή του, όπως προκύπτει από παραστατικά, τα οποία του αποστέλλονται με κάθε πρόσφορο τρόπο από τον εκάστοτε φορέα φιλοξενίας του ζώου.

Η καταβολή για την κάλυψη του κόστους της παρούσας  πραγματοποιείται σε μηνιαία βάση.

Αν ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος ή τρίτος που ενεργεί για λογαριασμό τους δεν καταβάλλει τα απαιτούμενα ποσά για την κάλυψη του κόστους αποκατάστασης της υγείας του ζώου, κτηνιατρικής φροντίδας και διαβίωσης, η προσωρινή αφαίρεση τρέπεται σε οριστική με εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα.

3. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας, όταν επιλαμβάνεται δημοσιεύματος ή καταγγελίας, μπορεί, έπειτα από επιτόπια αυτοψία, να διαπιστώσει τις συνθήκες που επικρατούν σε οποιοδήποτε καταφύγιο αδέσποτων ζώων συντροφιάς ή εκτροφείο.

Αν οι συνθήκες της παρούσας δεν είναι σύμφωνες με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 και τις ειδικές διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους, ο αρμόδιος Εισαγγελέας καθορίζει με προσωρινή διάταξη του τα μέτρα που οφείλει να λάβει ο ιδιοκτήτης του καταφυγίου ή του εκτροφείου και το χρονικό διάστημα εντός του οποίου οφείλει να συμμορφωθεί.».

6). Η παρ. 2 του άρθρου 20 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Οι παραβάτες των περ. γ΄ και ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 5, των περ. γ΄ και δ΄ της παρ. 3 του άρθρου 6, της παρ. 4 του άρθρου 7, καθώς και της υποπερ. αα΄ της περ. α΄ του άρθρου 16 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης ενός (1) τουλάχιστον έτους και χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες εξήντα (360) ημερήσιες μονάδες, το ύψος εκάστης των οποίων ορίζεται από δέκα (10) έως πενήντα (50) ευρώ.

Οι παραβάτες της υποπερ. αβ΄ της περ. α΄ του άρθρου 16 τιμωρούνται με ποινή κάθειρξης μέχρι δέκα (10) έτη και με χρηματική ποινή μέχρι πεντακόσιες (500) ημερήσιες μονάδες, το ύψος εκάστης των οποίων ορίζεται από πενήντα (50) έως εκατό (100) ευρώ.».

7). Η παρ. 7 του άρθρου 21 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Τα έσοδα από τα πρόστιμα του παρόντος εγγράφονται σε ειδικό κωδικό στον προϋπολογισμό του Δήμου και διατίθενται αποκλειστικά για τη δημιουργία και βελτίωση των δημοτικών καταφυγίων και δημοτικών κτηνιατρείων.».

Το προβληματικό σημείο

Στο ΦΕΚ παραμένει και το προβληματικό σημείο που αφορά στο ενδεχόμενο προσωρινής αφαίρεσης κακοποιημένου ζώου.

Πρόκειται για το άρθρο 19, παρ. 2 όπου αναφέρεται:

«Με γνώμονα το συμφέρον του ζώου, ο εισαγγελέας μπορεί να αφαιρέσει προσωρινά το ζώο, μόνον στην περίπτωση κατά την οποία ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος για κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα δηλώνει ότι αναλαμβάνει το κόστος που συνδέεται με την αποκατάσταση της υγείας του ζώου, την κτηνιατρική φροντίδα και τη διαβίωσή του, όπως προκύπτει από παραστατικά, τα οποία του αποστέλλονται με κάθε πρόσφορο τρόπο από τον εκάστοτε φορέα φιλοξενίας του ζώου.»