Πολιτικός vs καθηγητής: Ο Μαξ Bέμπερ πιο επίκαιρος από ποτέ
Για τον Μαξ Βέμπερ μόνο οι πιο ηρωικές φιγούρες θα μπορούσαν να γεννήσουν νόημα σε τούτο τον κόσμο. Η θεωρία του πολύπλοκη, όπως και η ζωή του. Ισχύει όμως μέχρι σήμερα;
Μπορεί να υπάρχουν πολλοί μύθοι για καλούς, κακούς, μαγεμένους και ήρωες, ο Βέμπερ όμως ως γνήσιος απόγονος του Μακιαβέλι κατάφερε να δημιουργήσει και να στηρίξει τον δικό του μύθο μέσα από δύο πολύ γνωστές καθημερινές φιγούρες. Του καθηγητή και του πολιτικού.
Πολιτικός vs professor, δύο μύθοι από ένα διαφορετικό παραμύθι
Στον ένα μύθο του ο καθηγητής και ο πολιτικός είναι μονίμως σε σύγκρουση, σαν τον Σωκράτη στην Αθήνα ή τον Νόαμ Τσόμσκι και το αμερικάνικο κράτος.
Στον άλλο μύθο, αφήνουν στην άκρη την έχθρα και συμφιλιώνονται ή ακόμη και γίνονται ένα. Για του λόγο του αληθές ο καθηγητής γίνεται πολιτικός, σώζει την πολιτεία από τη διαφθορά, την άγνοια, τη δημαγωγία και την… κακία.
Ιδανικοί για αυτό το παράδειγμα θα μπορούσαν αν είναι ο Πλάτωνας ή ο Τζοσάια Μπάρτλετ του Άαρον Σόρκιν, όπου οι ιδέες διατηρούνται, ωριμάζουν και μετατρέπονται αργά σε πράξεις.
Ο δεύτερος μύθος ταίριαξε πιο πολύ στον Βέμπερ. Ίσως γιατί αν και μελετητής καυτής ιδιοσυγκρασίας και ηφαιστειακής ενέργειας, ήθελε να γίνει σκληρός πολιτικός.
Η «μυστική του αγάπη» ήταν «η πολιτική»
Ακόμη και στα τελευταία του λόγια λίγο πριν χάσει τη ζωή του από την ισπανική γρίπη του Μεσοπολέμου, ο Βέμπερ παραληρούσε διεκδικώντας τάχα την ψήφο του γερμανικού λαού, ή παίζοντας με τους εχθρούς του.
Στις δύο τελευταίες διαλέξεις που έδωσε το 1920, λίγο πριν πεθάνει, στο Μόναχο προσπάθησε να ξεκαθαρίσει το χρέος του καθηγητή και του πολιτικού.
Οι διαλέξεις δημοσιεύτηκαν το 1919 και τώρα έχουν επανεκδοθεί, σε μια γρήγορη μετάφραση από τον Damion Searls, ως «Χάρισμα και απογοήτευση: Οι διαλέξεις Vocation».
Κατά τον Βέμπερ, ο καθηγητής και ο πολιτικός δεν είναι πρόσωπα που πρέπει να ενωθούν.
Ο καθηγητής και ο πολιτικός παραμένει ένας μοναχικός ήρωας που έχει να αντιμετωπίσει έναν εχθρό: τον υπερβολικά δομημένο θεσμό του σύγχρονου νου και τον υπερβολικά δομημένο θεσμό του σύγχρονου κράτους αντίστοιχα.
Οι μαθητές αυτών των διαλέξεων συχνά χάνουν τις ομοιότητες που ο Βέμπερ παρουσιάζει μεταξύ του καθηγητή και του πολιτικού. Θα μπορούσε κανείς να πει πως το κοινό του είναι διαβρωμένο από τον τυφλό ηθικισμό.
Ωστόσο για τον Βέμπερ τα πράγματα είναι ξεκάθαρα.
Ο πολιτικός οφείλει να δρα με βάση την ρεαλιστική «ηθική της ευθύνης», λαμβάνοντας υπ’ όψιν του την ανθρώπινη φύση και τις αδυναμίες της. Να μπλέκει με τις δαιμονικές δυνάμεις που ξεμυαλίζουν τους ανθρώπους πετώντας τους σαν δόλωμα τα ιδεώδη, για να τους ρίξουν μετά στο βάραθρο του κακού.
Εγωιστής με καθαρή ψυχή ή ευαίσθητος και υπεύθυνος;
Από την άλλη πλευρά ο καθηγητής ή ο διανοούμενος έχει εξ΄αρχής καλές προθέσεις χωρίς να νοιάζεται ιδιαίτερα για τις συνέπειες των πράξεων του (σαν τον φιλόσοφο Σωκράτη δηλαδή).
Για τον Βέμπερ μάλιστα αυτοί οι δύο «ήρωες» είχαν και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Ο φιλόσοφος ήταν εγωιστής και αυτό που τον νοιάζει είναι να έχει καθαρή ψυχή.
Από την άλλη ο πολιτικός (ρεαλιστής) είναι ευαίσθητος και υπεύθυνος.
Η εκπαίδευση και η κυβέρνηση, δήλωσε ο Φρόιντ, είναι δύο από τα «αδύνατα επαγγέλματα» του κόσμου.
Το πεπρωμένο του καθηγητή
Ο Βέμπερ προσπάθησε να το εξηγήσει.
Για τον Βέμπερ κάθε προσπάθεια του καθηγητή και του πολιτικού στοιχειώνεται από το φάντασμα της εξαφάνισής του.
Ως μελετητής, ο καθηγητής ποντάρει την ψυχή του για να φτάσει «στο συμπέρασμα».
Όσο μικρότερη είναι η ερώτηση, τόσο μεγαλύτερη είναι η αφοσίωση – πρόκειται για «παράξενη δηλητηρίαση», παραδέχεται ο Weber.
Αυτή είναι η αγωνία της κλίσης του μελετητή: να αποδείξει την αξία του αναλαμβάνοντας ένα έργο που κανείς δεν πιστεύει ότι αξίζει να κάνει, και στο οποίο «η επιτυχία δεν είναι καθόλου εγγυημένη».
Ακόμα κι αν είναι επιτυχής, ο μελετητής πρέπει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι το έργο του θα δημιουργήσει νέες ερωτήσεις. Αυτά μπορούν να απαντηθούν μόνο με νέα μελέτη, η οποία, μια μέρα, θα ξεπεράσει τη δική του. Είναι το «πεπρωμένο», ακόμη και το «σημείο» του έργου του μελετητή που πρέπει να «μείνει πίσω».
Το πεπρωμένο του πολιτικού
Ο πολιτικός αντιμετωπίζει μία διαφορετική εκμηδένιση . Είναι στη φύση της πολιτικής δράσης, είπε ο Weber, να «οδηγεί σε τελικά αποτελέσματα που δεν καταφέρνουν εντελώς να ταιριάξουν, ή είναι ακόμη και εντελώς αντίθετα, με την αρχική πρόθεση». Το θέμα είναι πόσο κοντά είναι στην αρχική πρόθεση.
Ζητούμε ελευθερία. παράγουμε τυραννία. Θέλουμε ειρήνη. διεξάγουμε πόλεμο. Ο Μακιαβέλι το είχε πει πιο απλά. «Ένας πρίγκιπας επιθυμεί να είναι γενναιόδωρος. Δίνει στους ανθρώπους δώρα, τα οποία πρέπει να πληρώνονται με φόρους. Ωστόσο εν τέλει ο πρίγκιπας κερδίζει τη φήμη πως είναι γενναιόδωρος. Αυτός είναι ο τρόπος της πολιτικής.
Βέβαια ανάμεσα στους ήρωες του Μακιαβέλι και του Βέμπερ υπάρχουν κάποιες βασικές διαφορές καθώς οι δύο τους έζησαν σε δύο εντελώς διαφορετικές εποχές.
Ο «πολιτικός» του Βέμπερ μπορεί να είχε περισσότερη δύναμη στη διάθεσή του από τον πρίγκιπα του Μακιαβέλι, αλλά έκανε πιο ελεγχόμενες κινήσεις.
Ίσως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Βέμπερ έχτισε την αντίληψή του για την εξουσία στην ανατροπή των θεσμών.
Η παγίδα
Με λίγα λόγια για τον Βέμπερ είναι πολύ εύκολο οι πολιτικοί να πέσουν στην παρακάτω παγίδα.
Ο πολιτικός πρέπει να μετατρέψει την προσπάθεια του σε… πράξεις, για να «κάνει εντύπωση» στον κόσμο.
Έτσι το επικίνδυνο του πράγματος είναι πως ο πολιτικός κινδυνεύει πάντα να ανταλλάξει την πραγματική δύναμη (δύναμη που συνδέεται με τον σκοπό) με την… λαμπρή αναπαράσταση της δύναμης (δηλαδή μία δύναμη που φαίνεται ωραία, αλλά δεν έχει καμία σχέση με τον τελικό σκοπό).
Ο πρώτος είναι ο στόχος του αληθινού πολιτικού, ενώ το δεύτερο προέρχεται από τον πειρασμός της ματαιοδοξίας.
Όταν ένας πολιτικός παραδίνεται στη ματαιοδοξία του, τροποποιεί ή προσαρμόζει τους στόχους του για για να φέρει το αποτέλεσμα που θέλει. Τότε είναι που η εξουσία του εξαντλείται.
Πηγή: The New York Times, Corey Robin
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις