Καμπαγιάννης: Η κυβέρνηση πολιτεύεται πλέον ως αστυνομικό κράτος
«Είναι απόφαση που δεν αντιστοιχεί σε δημοκρατικό κράτος δικαίου, αλλά σε αυταρχικό καθεστώς ή σε κατοχική αρχή. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πολιτεύεται πλέον ως αστυνομικό κράτος» υποστηρίζει ο Θ. Καμπαγιάννης και εξηγεί τους λόγους.
Αντίθετη σε κάθε έννοια δημοκρατίας και εκτός συνταγματικής νομιμότητας, χαρακτηρίζει την απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει της δημόσιες συναθροίσεις για τέσσερις ημέρες ενόψει της επετείου εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
«Είναι απόφαση που δεν αντιστοιχεί σε δημοκρατικό κράτος δικαίου, αλλά σε αυταρχικό καθεστώς ή σε κατοχική αρχή. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πολιτεύεται πλέον ως αστυνομικό κράτος» υποστηρίζει ο Θ. Καμπαγιάννης και εξηγεί τους λόγους.
Αναλυτικά η ανάρτηση:
Η γενική αναστολή του δικαιώματος του συνέρχεσθαι επί 4 ημέρες σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια με απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας (αριθμ. 1029/8/18, ΦΕΚ Β’ 5046/14-11-2020) είναι αντίθετη σε κάθε έννοια δημοκρατίας και εκτός συνταγματικής νομιμότητας. Είναι απόφαση που δεν αντιστοιχεί σε δημοκρατικό κράτος δικαίου, αλλά σε αυταρχικό καθεστώς ή σε κατοχική αρχή. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πολιτεύεται πλέον ως αστυνομικό κράτος.
Κάθε λέξη της αστυνομικής διαταγής είναι ένα ψέμα και μια προσβολή στις δημοκρατικές ευαισθησίες του λαού μας.
– Η αναφορά στο άρθρο 11 του Συντάγματος (δικαίωμα συνέρχεσθαι) γίνεται καθαρά προσχηματικά, καθώς η παράγραφος 2 επιτρέπει γενική απαγόρευση μόνο για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Η παραπομπή στην ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 5 του Συντάγματος για “τη λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας” δεν μπορεί να παράσχει δικαιολογητική βάση γενικευμένης απαγόρευσης δημόσιων συναθροίσεων που ισοδυναμεί με προσωρινή αναστολή του άρθρου 11. Τέτοια δυνατότητα προβλέπεται στο Σύνταγμα μόνον δυνάμει του άρθρου 48 (Κατάσταση Πολιορκίας) με αυστηρές οριοθετήσεις (απόφαση Βουλής, δημοσίευση της απόφασης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας).
– Η αναφορά στην ΚΥΑ 71342/6-11-2020 αποσιωπά τη ρητή επιφύλαξη που αυτή προβλέπει για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις του άρθρου 11 του Συντάγματος και του ν. 4703/2020. Είναι τέτοια η κυβερνητική αμηχανία που η απόφαση απαγόρευσης δεν παραπέμπει καν στον ν. 4703/2020 (“νόμο Χρυσοχοϊδη”) που μετά βαϊων και κλάδων ψήφισε η κυβέρνηση (τον αναφέρει μόνον στο διατακτικό), αφού ούτε καν σ’ αυτόν δεν περιλαμβάνεται νόμιμη δικαιολογητική βάση για την αποφασισθείσα απαγόρευση. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση προσπερνά την υποχρέωση που η ίδια έχει νομοθετήσει για “σύμφωνη γνώμη του Προέδρου Πρωτοδικών” σε περίπτωση απαγόρευσης επικείμενης δημόσιας συνάθροισης (άρθρα 7 και 10 παρ. 1 του ν. 4703/2020).
– Η αναφορά στην ΠΝΠ της 20/3/2020, άρθρο 68 παρ. 2, που προβλέπει “απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας που συνίστανται στη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊου COVID-19… με απόφαση του Αρχηγού της ΕΛΑΣ” δεν θεραπεύει την ως άνω αντισυνταγματικότητα, καθώς μία Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου δεν δύναται να υπερισχύει διατάξεων συνταγματικής περιωπής. Τουναντίον, εκθέτει τους συντάκτες τής αποφασισθείσας απαγόρευσης, καθώς θέτει ως προϋπόθεση της έκδοσης της αποφάσεως την γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της δημόσιας υγείας. Όμως η παρατιθέμενη γνώμη έχει ημερομηνία 4/11/2020 και αποτυπώθηκε νομικά στις διατάξεις της ΚΥΑ της 6/11/2020, στις οποίες δεν προβλεπόταν γενική απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων του άρθρου 11 του Συντάγματος.
– Η αναφορά στην τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση της χώρας και την ανάγκη εξειδίκευσης και αυστηροποίησης των ισχυόντων εκτάκτων μέτρων προστασίας είναι ένα παράθυρο για την γενικευμένη αναστολή διατάξεων του Συντάγματος για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, πέραν των 15 ημερών που τάσσει ως όριο το άρθρο 48 του Συντάγματος και της αυστηρά οριοθετημένης εκεί διαδικασίας για την έκδοση και παράταση μιας τέτοιας απόφασης.
Κατ’ ουσίαν, η Βουλή υποκαθίσταται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και την Επιτροπή των Λοιμωξιολόγων, που τελούν υπό την άμεση εξουσία της κυβέρνησης και απέναντι στην οποία δεν απολαμβάνουν καμία ανεξαρτησία. Πρόκειται για ρεσάλτο της κυβερνητικής εκτελεστικής εξουσίας στις αρμοδιότητες της Βουλής και τους περιορισμούς που θέτει το Σύνταγμα.
Η ημερομηνία έκδοσης και ισχύος της απόφασης καθιστά προφανώς παράνομες όλες τις ενέργειες κρατικών λειτουργών (αστυνομία, κατά τόπο Εισαγγελίες, κλπ) στις 13 και 14 Νοεμβρίου, με τις οποίες παρενοχλήθηκαν ή διώχθηκαν πολίτες με αφορμή κάλεσμα συμμετοχής στις εκδηλώσεις της 17 Νοέμβρη. Η έκδοση της απόφασης έγινε, κατά το χρόνο της ηλεκτρονικής σφραγίδας του ΦΕΚ, δηλαδή στις 14 Νοεμβρίου και ώρα 18:45 (ασχέτως του αν αναγράφεται ως ημερομηνία έκδοσης η 13η Νοεμβρίου), ενώ η ισχύς της προσδιορίζεται από 15 Νοεμβρίου και ώρα 6:00. Συνεπώς, είναι νόμω αβάσιμες και παράνομες: η προκαταρκτική εξέταση που διέταξε η Εισαγγελέας Πρωτοδικών στη Θεσσαλονίκη κατά της ιατρού Προέδρου της ΕΝΙΘ Δάφνης Κατσίμπα, η προσαγωγή, σύλληψη και κράτηση 5 μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το μεσημέρι της 14ης Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη και η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος τους, η κλήση σε εξέταση μέλους της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών και πλήθους πολιτών στην Καρδίτσα για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κοκ. Για τις ενέργειες αυτές των κρατικών λειτουργών, θα πρέπει να αναζητηθούν πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες.
Τέλος, όσον αφορά το χρονικό τέλος της αντισυνταγματικής ανωμαλίας που δημιουργεί η ως άνω απόφαση, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι ο ορισμός της χρονικής λήξης της την 18η Νοεμβρίου και ώρα 21:00 συμπίπτει με την έναρξη της απαγόρευσης κυκλοφορίας που είναι γενικά σε ισχύ καθ’ άπασαν την επικράτεια από ώρα 21:00 έως τις 5:00 της επομένης. Πρόκειται για “κρατική ειρωνεία”: η κυβέρνηση και οι αστυνομικές αρχές στέλνουν το μήνυμα στους πολίτες ότι τα συνταγματικά κατοχυρώμενα δικαιώματά τους τελούν υπό την αίρεση ενός δαιδαλώδους, πολυπλόκαμου αυταρχικού πλαισίου, η ενάσκηση των οποίων ρυθμίζεται ανά ώρα από διαφορετικές απαγορεύσεις. Το μήνυμα είναι σαφές: ο χρόνος λήξης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης είναι απροσδιόριστος.
Η απόφαση της κυβέρνησης που αποτυπώνεται στην Απόφαση του Αρχηγού της ΕΛΑΣ είναι δικαστικά ελεγκτέα. Για τους πολίτες και τις συλλογικότητες του εργατικού και του λαϊκού κινήματος, η ελευθερία της συνάθροισης είναι θεμελιώδης και απαράγραπτη. Είναι συστατική του Συντάγματος, η δε κοινή νομοθεσία επιτρέπεται μόνο να τη ρυθμίζει και όχι να την περιορίζει αυθαίρετα. Σε κάθε περίπτωση, η αντίσταση σε κάθε σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας αποτελεί όχι απλώς δικαίωμα, αλλά συνταγματική υποχρέωση κάθε Έλληνα πολίτη, όπως αυτή διατυπώνεται στην ακροτελεύτια διάταξη (άρθρο 120) του Συντάγματος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις