Πού ξεφύτρωσε πάλι αυτός; Ποια ανθελληνική συνωμοσία, ποια αντισυριζαϊκή συμπαιγνία, έφερε στην επιφάνεια, εν μέσω ενός εθνικού ανταγωνισμού επαναστατικότητας για το Πολυτεχνείο, έναν 26χρονο Σύρο χωρίς καν όνομα, που ήρθε το 2016 στην Ελλάδα από τη Γερμανία για να βρει τον 11χρονο αδελφό του και, αντί γι’ αυτό, τον μπουζουριάσανε σε χρόνο dt και τον έστειλαν στην Τουρκία;

To αποκαλυπτικό ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στη χθεσινή Guardian και αν αφορούσε την περίοδο μετά τον περυσινό Ιούλιο θα είχε ήδη διαψευστεί από τον Μηταράκη. Αλλά οι Συριζαίοι είχαν άλλες ασχολίες προχθές, παρακολουθούσαν έκπληκτοι το ΚΚΕ να τους παίρνει το φαΐ μέσα από το στόμα και να εμφανίζεται εκείνο ως ο πιο αγνός, ο πιο μαχητικός, ο πιο ανυποχώρητος υπερασπιστής της μνήμης του Πολυτεχνείου.

Δεν διάβασαν έτσι ότι επί δικής τους διακυβέρνησης, επί Πρώτης Φορά Αριστεράς, ένας νομότυπος πρόσφυγας όχι μόνο δεν βρήκε ίχνη του εξαφανισμένου αδελφού του σε κάποιο χωριό κοντά στον Εβρο, αλλά συνελήφθη από έλληνες αστυνομικούς (όχι κατ’ ανάγκη αριστερούς), που κατέσχεσαν τα χαρτιά του, τον έβαλαν σε μια βάρκα και τον έστειλαν στην Τουρκία, όπου έμεινε τρία χρόνια (αφού δεν είχε χαρτιά), δοκίμασε έντεκα (11) φορές να περάσει στην Ελλάδα αλλά κάθε φορά τον γύριζαν πίσω, ώσπου τη δωδέκατη τα κατάφερε, βρήκε στην Αθήνα ένα δικηγόρο και κατάφερε να επιστρέψει στη Γερμανία.

Η μικρή εικόνα που λέγαμε τις προάλλες. Οι καθημερινές ιστορίες που δοκιμάζουν τις ευαισθησίες στην πράξη, όχι στα κομματικά γραφεία. Ενώ εμείς καταγγέλλουμε οργισμένοι τους κακούς ξένους, η επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων διέταξε να ερευνηθούν οι καταγγελίες για συμμετοχή της Frontex στις συνεχιζόμενες επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο. Ενώ εμείς αποστρέφουμε το κεφάλι ενοχλημένοι, διεθνείς οργανώσεις προσφεύγουν στην επιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ για να εξακριβωθεί τι ακριβώς έγινε με αυτόν τον δυστυχή Σύρο που ακόμη ψάχνει τον αδελφό του.

Διαβάζω στη Libération και μια άλλη καθημερινή ιστορία. Ενας γάλλος κινηματογραφικός παραγωγός ονόματι Μαρκ-Αντουάν Πινό, χωρισμένος, που βάφτισε την κόρη του επειδή του άρεσε η Κάντις Μπέργκεν, είδε μέσα σε 24 ώρες να χρεοκοπεί η εταιρεία του, να πεθαίνει ο πατέρας του και στη συνέχεια η μάνα του. Πούλησε τότε το διαμέρισμά του στη Μονμάρτρη, πήγε στη Νάξο, όπου έχει ένα οικογενειακό σπίτι, κι από εκεί στη Σάμο, για να ασχοληθεί με τους πρόσφυγες. Εκεί τον βρήκε η πρώτη καραντίνα. Μη με παρεξηγείτε, δεν είναι κανένας ήρωας. Διανομές τροφίμων οργανώνει, έφτιαξε μια ΜΚΟ (ξέρετε, απ’ αυτές που χρησιμοποιούν διάφοροι πράκτορες για να μας κλέβουν), άνοιξε κι ένα κοινοτικό μπακάλικο, όχι μόνο για πρόσφυγες αλλά και για φτωχούς Ελληνες, και νιώθει, λέει, καλά.

Αυτά διαβάζω – κι ύστερα επιστρέφω στα δικά μας, στην επανάσταση στους δρόμους της Αθήνας για την ιδιοκτησία της μνήμης