Ορμονικός «διακόπτης της πείνας» ίσως αντιμετωπίζει την παχυσαρκία
Η ορμόνη λιποκαλίνη-2 (LCN2) λειτουργεί ως σήμα κορεσμού έπειτα από κάθε γεύμα, καταλήγει μελέτη με ελληνική συμμετοχή
- Ζητείται λύση για 930.000 χαμηλοσυνταξιούχους
- Η δολοφονία του «κυρίου Καλόκαρδου»: Μετά από τέσσερις δεκαετίες, ο φόνος ενός 58χρονου παραμένει μυστήριο
- Ζελένσκι: Στρατιώτες από τη Βόρεια Κορέα επιτίθενται στο Κουρσκ – Μπορεί να εμπλακούν και αλλού
- «Ήμουν χτυπημένη σε όλο μου το σώμα» - Η Νικόλ Κίντμαν για τις σκληρές σκηνές του «Big Little Lies»
Μια μάλλον άγνωστη ορμόνη που μειώνει δραστικά την κατανάλωση τροφής σε πειραματόζωα φαίνεται ότι λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο στον άνθρωπο και θα μπορούσε στο μέλλον να αποτελέσει τη βάση για φαρμακευτική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, διαπιστώνει μελέτη με ελληνική συμμετοχή.
Η ορμόνη λιποκαλίνη-2 (LCN2), η οποία παράγεται στα οστά και επιδρά στον υποθάλαμο του εγκεφάλου, «λειτουργεί ως σήμα κορεσμού έπειτα από κάθε γεύμα, περιορίζοντας την πρόσληψη τροφής σε ποντίκια» λέει η Περιστέρα-Ιωάννα Πετροπούλου, η οποία ήταν μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης όταν πραγματοποιήθηκε η μελέτη, και πλέον έχει μετακομίσει στο Κέντρο Διαβήτη «Χέλμχολτζ» του Μονάχου.
«Θέλαμε να διαπιστώσουμε το κατά πόσον η LCN2 έχει παρόμοια δράση στον άνθρωπο, καθώς και αν η ορμόνη περνά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό» για να φτάσει στον εγκέφαλο, λέει η Πετροπούλου, πρώτη συγγραφέας της δημοσίευσης στην έγκριτη επιθεώρηση eLife.
Άνοδος μετά το γεύμα
Σε πρώτη φάση, η ερευνητική ομάδα επανεξέτασε δεδομένα τεσσάρων μελετών που παρακολούθησαν τις αυξομειώσεις της ορμόνης σε υπέρβαρους, παχύσαρκους και φυσιολογικού βάρους εθελοντές σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Τα επίπεδα της LCN2 μετρήθηκαν πριν και μετά την κατανάλωση ενός γεύματος έπειτα από ολονύχτια νηστεία.
Οι μετρήσεις έδειξαν αύξηση της συγκέντρωσης LCN2 μετά το γεύμα στο αίμα των ατόμων κανονικού βάρους, ενώ στους υπέρβαρους και τους παχύσαρκους καταγράφηκε αντίθετα πτώση των επιπέδων της ορμόνης. Οι εθελοντές αυτοί έτειναν να έχουν μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης ανεβασμένους δείκτες μεταβολικής νόσου, όπως αυξημένο δείκτη μάζας σώματος, υψηλή αρτηριακή πίεση και αυξημένο σάκχαρο στο αίμα.
Το εντυπωσιακό όμως ήταν ότι ακόμα και οι εθελοντές που είχαν χάσει βάρος έπειτα από επέμβαση γαστρικού μπαϊπάς παρουσίαζαν αυξημένα επίπεδα LCN2 μετά την κατανάλωση γευμάτων. όπως και τα άτομα κανονικού βάρους, επισημαίνει η μελέτη.
Σε επόμενη φάση, οι ερευνητές βεβαιώθηκαν ότι η LCN2 περνά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, ένδειξη ότι η ορμόνη όντως επιδρά στον εγκέφαλο.
Επιβεβαίωση σε πειραματόζωα
Στην τελική φάση της μελέτης, η ερευνητική ομάδα πειραματίστηκε με την ενδοφλέβια χορήγηση της LCN2 σε πιθήκους για διάστημα μιας εβδομάδας. Η κατανάλωση τροφής μειώθηκε κατά 28% σε σχέση με τα προηγούμενα επίπεδα και κατά 21% σε σχέση με την ομάδα ελέγχου, της οποίας τα πειραματόζωα δέχθηκαν ενέσεις φυσιολογικού ορού ως ψευδοφάρμακο, αναφέρουν οι ερευνητές.
Ταυτόχρονα, τα πειραματόζωα στην ομάδα της ορμόνης παρουσίασαν μείωση του σωματικού βάρους, του ποσοστού λίπους και των λιπιδίων του αίματος.
«Δείξαμε ότι η LCN2 φτάνει στον εγκέφαλο, περνά στον υποθάλαμο και καταστέλλει την πρόσληψη τροφής σε μη ανθρώπινα πρωτεύοντα» καταλήγει η Σταβρούλα Κουστένη του Πανεπιστημίου Κολούμπια, τελευταία συγγραφέας της μελέτης.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι η ορμόνη μπορεί να περιορίζει την όρεξη με αμελητέα τοξικότητα, και θέτουν τα θεμέλια για το επόμενο στάδιο δοκιμών της LCN2 για την κλινική χρήση της».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις