Στις 6 Δεκεμβρίου 1990, φεύγει από τη ζωή ο Παύλος Σιδηρόπουλος. Ο ακρογωνιαίος λίθος της ελληνικής ροκ μουσικής σκηνής.

Ήταν 42 ετών και ο θάνατός του προκλήθηκε από υπερβολική δόση ηρωίνης.

Η είδηση του θανάτου του αντιμετωπίστηκε, από τα τηλεοπτικά κυρίως μέσα, περισσότερο διαδικαστικά παρά ως κάτι που θα άξιζε μεγαλύτερης αναφοράς.

«ΤΑ ΝΕΑ», 10.12.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η κριτικός κινηματογράφου και τηλεόρασης Μαρία Παπαδοπούλου, που συνεργάστηκε για χρόνια με την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» και ήταν προσωπική φίλη του Παύλου Σιδηρόπουλου γράφει λίγες ημέρες μετά τον θάνατό του:

«Παρασκευή πρωί ακούσθηκε η θλιβερή είδηση από το ραδιόφωνο. Ο ‘Μπάμπης ο φλού’ έφυγε. Και δεν θα ξανάρθει ποτέ πια…Την επομένη, ημέρα Σάββατο, ο ‘Σκάι’ και πιθανότατα όχι μόνον αυτός, μιλούσε για τον Παύλο Σιδηρόπουλο που πέθανε στο σπίτι μιας φίλης του από υπερβολική δόση ναρκωτικών».

«Η τηλεόραση δεν στάθηκε στο ‘γεγονός’.  Άλλωστε, τι το ιδιαίτερο έγινε; Άλλο ένα θύμα της ηρωίνης έσβησε, στον δρόμο χωρίς γυρισμό. Πασίγνωστο φαινόμενο, κατάσταση τρέχουσα, καθημερινή. Συνηθίζουμε σιγά – σιγά! Εξελισσόμενοι σε τέρατα ανοχής.

»Εμείς στα δικά μας λοιπόν. «Τούτι φρούτι», αυθεντικό, ιταλικό πρόγραμμα κι όχι εκείνο που βλέπαμε στο RTL, με ίδια όμως τροφαντά γυναικεία οπίσθια, ‘Κυριακή στα γήπεδα’, ‘Σφραγισμένα μ’ ένα φιλί’, ‘Το σχόλιο της ημέρας’ με τον κύριο Μέρτζο, ‘Μάγκνουμ’, ‘Μάτλοκ’, ‘Μπούκερ’, ‘Η ΕΤ2 στη Βουλή’, ‘Ροζ Ιστορίες’, ‘Ένα ποίημα – καληνύχτα’.

»Πέμπτη μεσημέρι έσβησε ο Σιδηρόπουλος, ταλαντούχος μουσικός, ρόκερ καθαρός, αυθεντικός και λαμπρός στιχουργός που είχε γράψει για την ηρωίνη:

Θανάτου άγγελος ο σωματοφύλακας της

Πέθανε όπως το είχε προβλέψει, σ’ ένα του τραγούδι:

Ξέρω, πως ανάσκελα θα μας βρούνε ένα πρωί

»Στην πραγματικότητα όμως, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ένα από τα παιδιά που βλέπαμε να μεγαλώνουν δίπλα μας, εκεί που ξεκαλοκαιριάζαμε, είχε αρχίσει να πεθαίνει εδώ και δέκα χρόνια.

»Τον γνωρίσαμε στα Στύρα Ευβοίας γλυκό, τρυφερό αγόρι, να γρατζουνάει στην αρχή μια κιθάρα. Κι έπειτα, από καλοκαίρι σε καλοκαίρι, διαβάζαμε στο πρόσωπό του τα ίχνη και τα σημάδια της καταστροφικής φθοράς των ναρκωτικών.

»Το’ λεγε άλλωστε. Η ηρωίνη είναι ύπουλη. Νομίζεις ότι την ελέγχεις, αλλά σε σκοτώνει.

(…)

»Έρμαιο των ναρκωτικών, χωρίς λόγο και αιτία, χάθηκε έτσι, στο φλού»

Αντί βιογραφικού

Μέλος αστικής οικογένειας, ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε το 1948. Ο πατέρας του, Κώστας, καταγόταν από εύπορη οικογένεια καπνεμπόρων του Πόντου.

Από την πλευρά της μητέρας του Τζένης, ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά, ανιψιός της πεζογράφου, παιδαγωγού και δημοσιογράγφου, Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη, λογοτέχνιδος και πρώτης συζύγου του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη.

Το 1969 σχηματίζει με τον Παντελή Δεληγιαννίδη το μουσικό ντουέτο Δάφων και Φιντίας.

Το 1971 εμφανίζονται στον ιστορικό μουσικό χώρο το Κύτταρο και γνωρίζονται με τον Δημήτρη Πουλικάκο και το συγκρότημα Μπουρμπούλια με το οποίο συνεργαζόταν ο Διονύσης Σαββόπουλος.

Με την πτώση της Δικτατορίας, συνεργάζεται με τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο.

Η κρίσιμη καμπή

Τα μέσα της δεκαετίας του ’70 είναι κομβική περίοδος για τη ζωή του Παύλου Σιδηρόπουλου.

Περίπου στα 1977  γνωρίζει την ποιήτρια Γιόλα Αναγνωστοπούλου. Γίνεται η μούσα του, την ερωτεύεται αλλά μέσω εκείνης γνωρίζει και την ηρωίνη.

Έναν χρόνο αργότερα ο Σιδηρόπουλος θα ηχογραφήσει με το συγκρότημα Σπυριδούλα τον εμβληματικό, για την ελληνική ροκ, δίσκο, «Ο Μπάμπης ο Φλου».

Το καλοκαίρι του 1979 προβάλλεται στις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία του Ανδρέα Θωμόπουλου, «Ο Ασυμβίβαστος» με το σενάριο να έχει προσαρμοστεί στην προσωπικότητα του Παύλου Σιδηρόπουλου.

Tα επόμενα χρόνια ακολουθούν αρκετοί δίσκοι του Παύλου Σιδηρόπουλου  όπως το «Εν λευκώ» (1982) και το Ζorba the freak (1985), ενώ δίσκοι του με ανέκδοτα τραγούδια του θα κυκλοφορήσουν και μετά τον θάνατό του, όπως το «Άντε και καλή τύχη μάγκες» (1991) και «Τα μπλουζ του πρίγκηπα» (1992).

«ΤΑ ΝΕΑ», 26 Μαΐου 1984, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Γράφει ο Δημήτρης Τζάθας στα «ΝΕΑ» του 1984:

«Ο Παύλος Σιδηρόπουλος το 1978 όταν τον συνόδευε το συγκρότημα ‘Σπυριδούλα’ ηχογράφησε το δίσκο «Φλου» και το 1982 με το συγκρότημα ‘Απροσάρμοστοι’ τον δίσκο ‘Εν Λευκώ’ που είναι απαγορευμένος. Τον χειμώνα που μας πέρασε έπαιζε κάθε μέρα με το καινούργιο του γκρουπ., δικό του και ξένο ροκ στο γνωστό σε όλους μας νομίζω, από τον Σαββόπουλο, κλαμπ ‘Ροντέο’ στην πλατεία Βικτωρίας.

«ΤΑ ΝΕΑ», 26 Μαΐου 1984, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

(…) Τις Δευτέρες του τις είχε δώσει στον Στέλιο Πιτταρά και στον επονομαζόμενο Καλλιγούλα, για πανκ-νιου γουέηβ βραδιές, τις βραδιές Cult ( βλέπε Cultura).

»Τώρα ο Σιδηρόπουλος έχοντας δίπλα του τους παλιόφιλούς του Τάσο Φαληρέα και τον Δημήτρη Πουλικάκο για παραγωγό ετοιμάζει σ’ ένα στούντιο τον τρίτο του δίσκο που θα ονομάσει «Zorba the Freak» καθότι δισέγγονος του Ζορμπά. Δίσκος που έχει βέβαια ελληνικό στίχο.

»Ζήσαμε μια πρόβα του Παύλου με τους Απροσάρμοστους στο Κουκάκι. Τέσσερα νέα παιδιά, ο Βασίλης Πετρίδης ηλεκτρική κιθάρα, ο Οδυσσέας Γαλανάκης ηλεκτρική κιθάρα, ο Αλέκος Αράπης ηλεκτρικό μπάσο και ο Κυριάκος Δαρίβας τύμπανα.

»Στην πρόβα ο Σιδηρόπουλος ήταν καταπληκτικός. Αυτός μάλιστα είναι τρα-γου-δι-στής. Και απορείς πως δεν τον διάλεξαν οι μεγάλοι ας πούμε ο «Νιόνιος» να σολάρει σε κάποια τραγούδια του; Μόνο το ένστικτο του Μαρκόπουλου – φοβισμένο και αυτό – μας χάρισε στο «Οροπέδιο» τη φωνή του Σιδηρόπουλου σε ένα σπάνιο τραγούδι του Μιχάλη Κατσαρού.

«ΤΑ ΝΕΑ», 26 Μαΐου 1984, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

»Γιατί δε βρήκαν το δρόμο τους αυτά τα παιδιά να γίνουν στο χώρο του δικού τους τραγουδιού αντίστοιχοι με το Νταλάρα και τον Πάριο; Αφού το δικαιούνται;»

Εννέα χρόνια αργότερα, το 1993, το κείμενο του Δημήτρη Τζάθα δεν αναφέρεται σε ροκ βραδιές που όλοι περνούν όμορφα αλλά σε αυτούς που έφυγαν νωρίς.

«ΤΑ ΝΕΑ», 26 Μαΐου 1984, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το 1990, λες και συνωμότησε το σύμπαν για να κάνει τον Παύλο Σιδηρόπουλο να φύγει.

Οι προσπάθειες του να «καθαρίσει» από τον κόσμο των ναρκωτικών είναι αποτυχημένες και σχεδόν ταυτόχρονα πεθαίνει η μητέρα του, με την οποία είναι πολύ συνδεδεμένος, ενώ παρουσίαζεται και μια μη αναστρέψιμη παράλυση στο αριστερό του χέρι.  Σε συναυλίες του το φθινόπωρο του ΄90, εμφανίζεται με το χέρι δεμένο

Πηγή: ogdoo.gr

Στις 6 Δεκεμβρίου, βρέθηκε στο σπίτι μιας φίλης του στον Νέο Κόσμο, χωρίς τις αισθήσεις του. Το ασθενοφόρο που τον παραλαμβάνει, δεν θα προλάβει να τον μεταφέρει, στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, ζωντανό.

Κατά τραγική ειρωνεία,στο αφιέρωμα του Δημήτρη Τζάθα, «Αυτοί που έφυγαν νωρίς», για τον Παύλο Σιδηρόπουλο μιλάει και ο Βλάσσης Μπονάτσος, που θα τελικά θα έφευγε επίσης νωρίς.

«Από τους ιδιότυπους εκφραστές εκείνης της γενιάς, ο Βλάσσης Μπονάτσος γνώριζε τόσο τον Σιδηρόπουλο όσο και τη Γώγου. Μάλιστα υπήρξε ο άτυχος – τυχερός να περάσει μαζί με τον Σιδηρόπουλο, το προηγούμενο βράδυ του θανάτου του: «Είχαμε πάει σ’ ένα μπαρ. Διασκεδάζαμε. Ήμασταν μια παρέα και ο Παύλος ανέδυε ζωντάνια. Έκανε τα καλαμπούρια του, τις πλάκες του. Μας πείραζε και τον πειράζαμε. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως, την επόμενη μέρα, θα χανόταν…»

«ΤΑ ΝΕΑ», 19 Σεπτεμβρίου 1999, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τον Ιαναουάριο 1992 ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας και ο Διονύσης Τσακνής μιλούν στον Νίκο Παπανικολάου και το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ». Η συζήτηση φτάνει στα τραγούδια του Νικόλα Άσιμου και του Παύλου Σιδηρόπουλου:

Πάνος: Ήταν πραγματικά τραγούδια και διάφορες ‘λουλούδες’, φραμπαλάδες και σε παρακαλώ να το αναφέρεις έτσι, θεωρούσαν τον Σιδηρόπουλο γραφικό και τύπο που κάτι παριστάνει. Έπρεπε να πεθάνει για να καταλάβουν ότι δεν αστειευόταν καθόλου;

Τσακνής: Ακροβατούσε ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο.

Πάνος: Ακροβατούσε συνεχώς πάνω στο σχοινί χωρίς δίχτυ.