Mank: O Ντέιβιντ Φίντσερ αντιμέτωπος με την ιστορία του Χόλυγουντ
Πολύ περισσότερο από μια αναμέτρηση με την κληρονομιά του Πολίτη Κέιν, το Mank, η τελευταία ταινία του Ντέιβιντ Φίντσερ, είναι μια αναμέτρηση με το ίδιο το Χόλυγουντ: τη μυθολογία αλλά και τις σκοτεινές πλευρές του
- Αποκάλυψη in: Έψαξαν τις κάμερες για το ύποπτο «φορτίο» της τραγωδίας στα Τέμπη προ …δύο ημερών
- Μπαίνουν περιορισμοί στη δόμηση κατοικιών και τουριστικών καταλυμάτων στη Σαντορίνη
- 25χρονη στο Ιράν παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από οδηγό - Συνελήφθη επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ
- Νέοι βομβαρδισμοί του Ισραήλ στην Νταχίγια, στα νότια προάστια της Βηρυτού
Δεν υπάρχει σκηνοθέτης που να μην έχει ζηλέψει τον Όρσον Γουέλς για τον Πολίτη Κέιν. Με έναν τρόπο είναι η απόλυτη ταινία του κινηματογράφου: συνδυάζει όλα σχεδόν τα στυλ που μέχρι τότε είχαν διατυπωθεί, από το γερμανικό εξπρεσιονισμό μέχρι τα επίκαιρα και φυσικά όλους τους μεγάλους τεχνίτες του Χόλυγουντ (από τον Γκρίφιθ μέχρι τον Τζον Φόρντ) και με ένα σενάριο που είναι ταυτόχρονα μοντερνιστικό μέσα στην πολυπρισματική οπτική και λαϊκό: δεν παύει να είναι η άνοδος και η πτώση, η τραγωδία εάν προτιμάτε, ενός μεγιστάνα του Τύπου που πάντα νοσταλγεί το παιδικό του έλκηθρο, κοινώς μια ιστορία που συναρπάζει. Δεν είναι τυχαίο ότι η ταινία αυτή εξακολουθεί να κυριαρχεί στις κατά καιρούς ψηφοφορίες για τη σημαντικότερη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου. Ας μην ξεχνάμε ότι ο νεαρότατος Όρσον Γουέλς, στην πρώτη ταινία του, όχι μόνο χρησιμοποιεί όλη τη διαθέσιμη αλφαβήτα του κινηματογράφου, αλλά ανακαλύπτει και μερικά γράμματα ακόμη.
Όμως, ο Πολίτης Κέιν είναι και μια ιστορία, ένα σενάριο, από τις αφηγήσεις μέχρι τους διαλόγους. Και παρότι όλη η ταινία έχει την απόλυτη σφραγίδα του Γουέλς, το σενάριο δεν θα είχε υπάρξει χωρίς τη συμβολή και ενός ανθρώπου ακόμη: του Χέρμαν «Μανκ» Μάνκιεβιτς.
Ο Μάνκιεβιτς – ο νεώτερος αδελφός του Τζόζεφ Μάνκιεβιτς θα είναι επίσης ένας σημαντικός σεναριογράφος, παραγωγός και σκηνοθέτης – ήταν ένας από τους σημαντικότερους σεναριογράφους του Χόλυγουντ, ιδίως όταν τον φώναζαν να διορθώσει ή να «θεραπεύσει» διάφορα σενάρια, ακόμη και εάν δεν εμφανιζόταν το όνομά του στους τίτλους. Παρότι καλοπληρωμένος, με μεγάλη εκτίμηση για το ταλέντο του και με το επιπλέον πλεονέκτημα ότι ο μεγιστάνας του Τύπου Ράντολφ Χιρστ ευχαριστιόταν να συζητά μαζί του (ο ίδιος Χιρστ που θα αποτελέσει το πρότυπο για τον Κέιν), ο Μάνκιεβιτς θα είναι αλκοολικός, αθεράπευτα τζογαδόρος και επί της ουσίας αυτοκαταστροφικός.
Αυτήν την ιστορία διαλέγει να πει ο Ντέιβιντ Φίντσερ, ένας από τους σκηνοθέτες του Χόλιγουντ με την πιο ξεχωριστή αισθητική. Και την λέει χρησιμοποιώντας ένα σενάριο του ίδιου του πατέρα του, του Τζακ Φίντσερ που πέθανε το 2003.
Πολίτης Κέιν
Ο αφηγηματικός πυρήνας της ταινίας αφορά την προσπάθεια του Μάνκιεβιτς να γράψει την πρώτη εκδοχή του σεναρίου του Πολίτη Κέιν, ύστερα από έναν τραυματισμό του απομονωμένος σε ένα ράντσο (κατ’ απαίτηση του Γουέλς) ώστε χωρίς περισπάσεις να γράψει κάτι καλό. Η ταινία όμως διανθίζεται με διαρκή flash-back, όχι απαραίτητα σε χρονολογική σειρά που αφορούν την καριέρα του Μάνκιεβιτς.
Αυτό το σεναριακό εύρημα επιτρέπει στον Φίντσερ να μιλήσει για τη «χρυσή εποχή» του Χόλυγουντ. Τόσο για τον τρόπο με τον οποίο φτιάχνονταν ταινίες για να συγκινείται και να ονειρεύεται μια Αμερική που ακόμη συνερχόταν από την μεγάλη οικονομική κρίση, όσο και για τον τρόπο που η βιομηχανία του κινηματογράφου κυνικά θα υπερασπιστεί τα οικονομικά της συμφέροντα με το να υπονομεύσει (αξιοποιώντας αυτό που σήμερα θα λέγαμε fake news) την υποψηφιότητα του αριστερού Άπτον Σίνκλερ στις εκλογές για κυβερνήτη της Καλιφόρνια το 1934.
Η ταινία γυρισμένη σε ένα εντυπωσιακό ασπρόμαυρο (διευθυντής φωτογραφίας ο Έρικ Μέσερσμιτ) που μιμείται ακόμη και τις ατέλειες των αναλογικών φιλμ, επιτρέπει να δημιουργηθεί μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, παρότι ο Φίντσερ μόνο σποραδικά διαλέγεται με την αισθητική του Όρσον Γουέλς (κυρίως σε σημεία με την κάμερα χαμηλά ή σε παιχνίδια με το βάθος πεδίου και το φωτισμό).
Ούτως ή άλλως, ίσως και ως φόρος τιμής στον ίδιο τον Μάνκιεβιτς που ήταν κατεξοχήν ο τεχνίτης του διαλόγου, η ταινία κυρίως απογειώνεται σε σκηνές με διάλογο, υποβοηθούμενη σε αυτό από τις εξαιρετικές ερμηνείες, με προεξάρχουσα αυτή του Γκάρι Όλντμαν, που κατορθώνει να διαμορφώσει μια πειστική φιγούρα (σε ένα ρόλο που εύκολα θα μπορούσε να ξεφύγει προς την υπερβολή), παρά το πρόβλημα που δημιουργεί το γεγονός ότι είναι αρκετά μεγαλύτερος από την ηλικία του ήρωα που υποδύεται.
Παρότι η ταινία μοιάζει να επικεντρώνει στην υπεράσπιση της άποψης ότι η συμβολή του Μάνκιεβιτς στον Πολίτη Κέιν ήταν πιο καθοριστική από όσο συνήθως αποτυπώνεται στις ιστορίες του κινηματογράφου, άποψη που βέβαια παραβλέπει το πόσο σημαντικό ήταν το συνολικό όραμα του Γουέλς, στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερο ένα σχόλιο για το ίδιο το σινεμά. Ένα σχόλιο για το πώς η σκοτεινή πλευρά, αυτή της βιομηχανίας των εικόνων και της χειραγώγησης του κοινού, μπορεί να συνδυάζεται με την ικανότητα να δημιουργούνται εικόνες αξέχαστες. Ο Φίντσερ δεν είναι φειδωλός ούτε στο πώς παρουσιάζει τις πολιτικές πλευρές και τον κυνισμό, ούτε στην ανατομία των χαρακτήρων, ούτε όμως και σε μια ιδιότυπη νοσταλγία για τη χρυσή εποχή του σινεμά.
Ίσως αυτή να είναι η βασική αδυναμία μιας ταινίας, που κατά τα άλλα είναι συναρπαστική: μια ταλάντευση ανάμεσα στο να ακολουθήσει μια σεξπηρική προσέγγιση της ιδιότυπης φιγούρας του Μάνκιεβιτς και του εγκλωβισμού του στο ίδιο το πλέγμα συμφερόντων και κυνισμού το οποίο θέλει να καταγγείλει (και το οποίο τελικά επιλέγει εμμέσως να εκδικηθεί χτυπώντας έμμεσα τον Χίρστ μέσω της φιγούρας του Κέιν), μια ιστορία για τη σχέση ανάμεσα σε Χόλυγουντ και πολιτική και φυσικά την ίδια τη μυθολογία γύρω από τον Πολίτη Κέιν.
Ανεβασμένη στην πλατφόρμα του Netflix και όχι στην σκοτεινή κινηματογραφική αίθουσα, η ταινία του Φίντσερ ίσως να χάνει την καταλυτική εμπειρία της μεγάλης οθόνης. Όμως, παραμένει μια υπενθύμιση του μοναδικού τρόπου που έχει ο κινηματογράφος να μας αγγίζει.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις