Ανασχηματισμός : Η δύσκολη εξίσωση και οι δύο σχολές σκέψης
Οι μεν εισηγούνται οι αλλαγές να γίνουν και μέσα στον Ιανουάριο και οι δε επιμένουν ότι προέχουν η διαχείριση της πανδημίας και η επιχείρηση εμβολιασμού του πληθυσμού
Την Τρίτη συγκλήθηκε το τελευταίο Υπουργικό της χρονιάς που φεύγει. Στην ημερήσια διάταξή του βρέθηκε κι ο απολογισμός του κυβερνητικού έργου, η αξιολόγηση – για να το πούμε ευθέως – της μεταρρυθμιστικής συνέπειας του καθενός από τους υπουργούς της κυβέρνησης. Οι επιδόσεις τους, δηλαδή, στην υλοποίηση των στόχων που περιλαμβάνονταν στον μπλε φάκελο που πήραν στις αρχές του 2020. Αυτό και μόνο το μέρος της συνεδρίασης θα αρκούσε για να φουντώσουν πάλι τα σενάρια ενός επικείμενου ανασχηματισμού. Θα αρκούσε εφόσον εκείνα δεν είχαν κυκλοφορήσει ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα, μια και όλα δείχνουν ότι στους κόλπους των στενών πρωθυπουργικών συνεργατών επικρατούν δυο σχολές σκέψης. Στην ανάλυση της πρώτης, μια αλλαγή της κυβερνητικής σύνθεσης κρίνεται επιβεβλημένη προκειμένου να σταλεί το μήνυμα της ανανέωσης. Στην ανάγνωση της δεύτερης, μια κυβέρνηση δεν αναδιαρθρώνεται την «ώρα της μάχης» σε πολλαπλά μέτωπα.
Οι μεν λοιπόν εισηγούνται ανασχηματισμό ακόμη και μέσα στον Ιανουάριο του 2021. Οι δε επιμένουν ότι προέχει η διαχείριση της πανδημίας και η επιχείρηση εμβολιασμού του πληθυσμού. Η συζήτηση, βέβαια, δεν είναι καινούργια. Διεξαγόταν πριν καν ανακοινωθεί ο πρώτος ανασχηματισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη – ο οποίος, παρότι είχε σχεδόν προαναγγελθεί, καθυστέρησε αρκετά εξαιτίας της αναζήτησης του περίφημου ουδέτερου πολιτικά χρόνου σε μια περίοδο παράλληλων κρίσεων.
Και συνεχίστηκε ακόμη και μετά τη δημοσιοποίηση του νέου κυβερνητικού σχήματος, αφού αντί των δομικών αλλαγών που είχαν προεξοφληθεί με διαρροές προτιμήθηκαν οι «διορθωτικές κινήσεις» επειδή ο Πρωθυπουργός βρέθηκε αντιμέτωπος με μια επιπλέον κρίση, εκείνη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στις 5 Αυγούστου παρουσιάστηκε το ανασχηματισμένο Υπουργικό συμβούλιο, αλλά από το φθινόπωρο επέστρεψε στην πολιτική αγορά η κουβέντα για έναν επερχόμενο σαρωτικό ανασχηματισμό. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας ωστόσο ανέτρεψε τους όποιους σχεδιασμούς – πάλι με το σκεπτικό πως εν μέσω μιας κρίσης δεν κάνεις αλλαγές.
Το σκεπτικό
Αυτοί που τάσσονται κατά του ανασχηματισμού στο άμεσο μέλλον υποστηρίζουν ότι όσο τρέχει η πιο σύνθετη και απαιτητική υγειονομική επιχείρηση που έχει κληθεί ποτέ να φέρει εις πέρας το ελληνικό κράτος, δεν γίνεται να υπάρχουν ανακατατάξεις στο Υπουργικό Συμβούλιο. Εξάλλου, λένε, στην επιχείρηση των εμβολιασμών εμπλέκονται μια σειρά από υπουργεία.
Η αντίθετη άποψη υποστηρίζει ότι η στιγμή είναι κατάλληλη γιατί για πρώτη φορά ύστερα από έναν σχεδόν χρόνο υγειονομικής και οικονομικής κρίσης έχουν αρχίσει να ακούγονται ελπιδοφόρες ειδήσεις – όπως τα εμβόλια ή οι πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης που θα φτάσουν μέσα στο 2021 στη χώρα. Οπότε το μήνυμα της επανεκκίνησης της κυβέρνησης μέσα από τη διόρθωση των όποιων αστοχιών της θα είχε μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνει αποδεκτό από την κοινή γνώμη. Γι’ αυτό και οι θιασώτες της προτείνουν ανασχηματισμό με το που πέσει ο αριθμός των κρουσμάτων και αποσυμπιεστεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Οι γνώστες των παρασκηνίων αναφέρουν ότι όσοι αυτοτοποθετούνται στην πρώτη σχολή τον εισηγούνταν και το καλοκαίρι και εκείνοι που ανήκουν στη δεύτερη πίστευαν και τότε, όπως και τώρα, ότι δεν είναι καλό το τάιμινγκ. Οι συνομιλητές του Πρωθυπουργού, πάντως, σημειώνουν πως εκείνος έχει όχι μόνο πλήρη εικόνα των αρρυθμιών ανά υπουργείο, αλλά και σχηματισμένη γνώμη για την απόδοση κάθε υπουργού του ξεχωριστά. Με άλλα λόγια, ξέρει και έχει αποφασίσει τις παρεμβάσεις που χρειάζεται να γίνουν. Το κυριότερο κριτήριο, είτε για την παραμονή των νυν μελών του Υπουργικού Συμβουλίου στη θέση τους – ή την αναβάθμιση κάποιων – είτε για την προσθήκη νέων προσώπων γύρω από το δρύινο τραπέζι, συμπληρώνουν οι ίδιες πηγές, είναι «ποιος μπορεί να κάνει τη δουλειά».
Οσοι διαβάζουν πίσω από τις γραμμές των παραπάνω επισημάνσεων αναφέρουν ότι αυτή τη φορά δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο απομακρύνσεων από την κυβέρνηση. Ούτε φυσικά εκείνο των μετακινήσεων. Αυτοί που δεν έχουν ανταποκριθεί στις μητσοτακικές προσδοκίες πρέπει να θεωρούν εαυτούς υποψηφίους και για τα δύο.
Για τους μυημένους στα ενδότερα του Μαξίμου, ως βέβαιη εκλαμβάνεται και η αξιοποίηση μελών της γαλάζιας ΚΟ. Πολλοί στοιχηματίζουν ότι θα μειωθεί ο αριθμός των εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών με στόχο να γίνει πιο σφιχτό το κυβερνητικό σχήμα και να ενταχθούν στις τάξεις του βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος. Τέτοιες εκτιμήσεις ενισχύονται από τις συχνές επαφές του Μητσοτάκη με τους βουλευτές και τα στελέχη της ΝΔ εδώ και κάποιον καιρό, καθώς κι από τη σταθερή προσέγγιση των τελευταίων από τους στενούς συνεργάτες του Πρωθυπουργού, οι οποίοι βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας μαζί τους μέσω μέιλ.
Το στίγμα
Παρεμπιπτόντως, όλες οι σχετικές πληροφορίες συνηγορούν στην πρόβλεψη πως αυτός ο ανασχηματισμός, όποτε και να γίνει, δεν θα έχει έντονο κεντροαριστερό στίγμα. Η μια ερμηνεία θέλει έτσι να απορροφώνται οι οποιοιδήποτε κραδασμοί έχουν προκαλέσει τα κεντρώα ανοίγματα στην ΚΟ της ΝΔ, ενώ η άλλη βλέπει την εν λόγω στρατηγική ως μη απαραίτητη πλέον – αφού δημοσκοπικά η κυβέρνηση δείχνει να έχει προσελκύσει μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων του Κέντρου.
Παραφράζοντας, λοιπόν, τη γνωστή ρήση: το μοναδικό που μένει είναι το προνόμιο του Πρωθυπουργού να αποφασίσει ποια από τις δυο σχολές περί ανασχηματισμού έχει την ορθότερη επιχειρηματολογία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις