Ερρίκος Σλήμαν : Ο ακαταπόνητος αρχαιοδίφης
Μολονότι υπήρξε αυτοδίδακτος, ο Σλήμαν κατάφερε με την εργατικότητα και το πείσμα του να ξεπεράσει τις παντοειδείς αντιξοότητες και να συνδέσει άρρηκτα το όνομά του με το μυκηναϊκό πολιτισμό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Airbnb: Ρεκόρ ανόδου στις βραχυχρόνιες μισθώσεις το 2024
- Συνελήφθη ένας από τους ανήλικους για την επίθεση με μαχαίρι στα δύο αδέρφια στην Πάρο
- Ζελένσκι: Είχαμε πολλές συναντήσεις με τον διευθυντή της CIA και είμαι ευγνώμων για τη βοήθειά του
Ο γερμανός μεγαλέμπορος Ερρίκος Σλήμαν (Heinrich Schliemann) αποτελεί ασφαλώς μια αξιοπρόσεκτη προσωπικότητα, καθώς το όνομά του έγινε ευρύτατα γνωστό όχι για το επιχειρηματικό του δαιμόνιο, αλλά για το ανασκαφικό του έργο.
Οι ανασκαφές που πραγματοποίησε ο ακαταπόνητος αρχαιοδίφης στην Τροία, στις Μυκήνες, στην Τίρυνθα και στον Ορχομενό (με αμφισβητούμενες πάντως από επιστημονικής απόψεως μεθόδους) έδωσαν ιστορική υπόσταση στα ομηρικά έπη και του χάρισαν τον άκρως τιμητικό τίτλο τού «πατέρα της μυκηναϊκής αρχαιολογίας».
Μολονότι υπήρξε αυτοδίδακτος, ο Σλήμαν κατάφερε με την εργατικότητα και το πείσμα του να ξεπεράσει τις παντοειδείς αντιξοότητες και να συνδέσει άρρηκτα το όνομά του με το μυκηναϊκό πολιτισμό.
Ποιος ήταν ο Ερρίκος Σλήμαν
Γεννημένος στις 6 Ιανουαρίου 1822 στo Νοϊμπούκοφ (Neubukow) του Μεκλεμβούργου (Mecklenburg), ο Σλήμαν, γιος ενός ευαγγελιστή πάστορα, αναγκάστηκε να εργαστεί από νεαρή ηλικία σε ένα παντοπωλείο, πριν αποφασίσει να ξενιτευτεί αναζητώντας μια καλύτερη τύχη.
Ακολούθως εργάστηκε ως υπάλληλος σε έναν εμπορικό οίκο του Άμστερνταμ, ενώ το 1846 μετέβη ως εμπορικός πράκτορας στην Αγία Πετρούπολη.
Εκεί ίδρυσε δική του επιχείρηση και δραστηριοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία στο χώρο του εμπορίου, καταφέρνοντας να αποκτήσει μεγάλη περιουσία κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου.
Τη δεκαετία του 1850 ο Σλήμαν έζησε στις Ηνωμένες Πολιτείες και απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα.
Επιστρέφοντας στη Ρωσία εγκατέλειψε την επιχειρηματική δραστηριότητά του και αφοσιώθηκε έκτοτε στη μελέτη της προϊστορικής αρχαιολογίας.
Προς τούτο ταξίδεψε σε διάφορες χώρες (μεταξύ αυτών, επισκέφθηκε πρώτη φορά και την Ελλάδα το 1868) και έκανε αρχαιολογικές σπουδές στο Παρίσι.
Ο φιλομαθής Σλήμαν αγαπούσε τον αρχαίο ελληνικό κόσμο και είχε έφεση στις ξένες γλώσσες (μεταξύ δεκάδων άλλων γλωσσών, ήταν άριστος γνώστης της αρχαίας και της νέας ελληνικής, της λατινικής και της ρωσικής).
Επίσης, ήταν σε τέτοιο βαθμό παθιασμένος με την αρχαιολογία και συνεπαρμένος από την ιστορία του Τρωικού Πολέμου και την καταστροφή της πόλης του Πριάμου, που αποφάσισε να διαθέσει την περιουσία του, προκειμένου να αποδείξει ότι ο κόσμος του Ομήρου υπήρξε στην πραγματικότητα και δεν ήταν προϊόν μυθοπλασίας.
Ο γάμος του με τη Σοφία
Το Σεπτέμβριο του 1869, μετά το χωρισμό του από την πρώτη σύζυγό του, τη ρωσίδα Γεκατερίνα Λίσιν (την είχε νυμφευτεί το 1852 και είχε αποκτήσει μαζί της τρία τέκνα), ο 47χρονος τότε Σλήμαν νυμφεύτηκε με συνοικέσιο τη 17χρονη Σοφία Εγκαστρωμένου, που έμελλε να αποτελέσει τη σύντροφό του και στις επακολουθήσασες ανασκαφές.
Η αριστούχος αρσακειάδα Σοφία ήταν κόρη του αθηναίου υφασματέμπορου Γεωργίου Καστρωμένου ή Εγκαστρωμένου και της κρητικιάς Βικτωρίας Γελαδάκη.
Παρά το νεαρό της ηλικίας της και τις τρεις ολόκληρες δεκαετίες που τη χώριζαν από τον Σλήμαν, η Σοφία κατάφερε να ανταποκριθεί στις ποικίλες απαιτήσεις και προσδοκίες του πάμπλουτου συζύγου της, αλλά και να προσαρμοστεί επιτυχώς στο νέο, κοσμοπολίτικο τρόπο ζωής, που της επιβλήθηκε εκ των συνθηκών.
Μάλιστα, η Σοφία κατάφερε να στηρίξει παντοιοτρόπως το σύζυγό της και να τον βοηθήσει να πραγματοποιήσει όλους τους στόχους που εκείνος είχε θέσει.
Η ανακάλυψη της πόλης των Τρώων
Παρακινημένος από την πεποίθησή του ότι το Ίλιον, η πόλη των Τρώων, δεν υπήρχε μόνο στη φαντασία του Ομήρου, καθώς και ότι η «Ιλιάδα» βασιζόταν σε ιστορικά γεγονότα, ο Σλήμαν μετέβη το 1870 στα Δαρδανέλλια, προκειμένου να πάρει το πράσινο φως από την οθωμανική κυβέρνηση για την πραγματοποίηση ανασκαφών.
Οι ανασκαφικές έρευνες που πραγματοποίησε στο λόφο Χισαρλίκ οδήγησαν πράγματι στον εντοπισμό της ομηρικής πόλης.
Η Σοφία, αμέσως μετά τη γέννηση (1871) του πρώτου παιδιού της, της Ανδρομάχης, έλαβε την απόφαση να συνδράμει το σύζυγό της στις ανασκαφές που εκείνος πραγματοποιούσε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, φωτογραφίζοντας, σχεδιάζοντας και ταξινομώντας τα μεγάλης αξίας ευρήματα (μεταξύ αυτών, ο λεγόμενος θησαυρός του Πριάμου).
Ενδεικτική του πλούτου των ευρημάτων που ανακάλυψε το ζεύγος Σλήμαν στην Τροία είναι η περίφημη φωτογραφία της Σοφίας με τα αποκληθέντα από τον Σλήμαν χρυσά κοσμήματα της ωραίας Ελένης.
Τα λαμπρά ανασκαφικά ευρήματα των Μυκηνών
Χάρη στα επιτεύγματα της ανασκαφικής δραστηριότητάς του στην Τροία ο Σλήμαν έγινε δεκτός μετά τιμών στην Ελλάδα και έλαβε την πολυπόθητη άδεια να πραγματοποιήσει ανασκαφές και στις Μυκήνες, υπό τον όρο ότι οι εργασίες του θα τελούσαν υπό την επίβλεψη της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Στις ανασκαφές αυτές, παρά τις αντιρρήσεις του επιβλέποντος αρχαιολόγου, Παναγιώτη Σταματάκη, έλαβε μέρος και η Σοφία, η οποία ανέσκαψε μάλιστα εν μέρει, εκτός των τειχών των Μυκηνών, το θολωτό τάφο «της Κλυταιμνήστρας» (1400-1300 π.Χ.).
Ο ίδιος ο Σλήμαν ανακάλυψε εντός των τειχών τους βασιλικούς λακκοειδείς τάφους του Ταφικού Περιβόλου Α (16ος αιώνας π.Χ.) με τα πολύτιμα κτερίσματα (χρυσές νεκρικές προσωπίδες και ποικίλα αριστουργήματα).
Ο μετέπειτα βίος και το τέλος των Σλήμαν
Το 1878 το ζεύγος Σλήμαν απέκτησε ένα γιο, τον οποίον ονόμασε Αγαμέμνονα.
Η οικογένεια Σλήμαν εγκαταστάθηκε το 1880 στη νέα ιδιόκτητη κατοικία της, το σχεδιασμένο από τον Ερνέστο Τσίλερ Ιλίου Μέλαθρον, στην οδό Πανεπιστημίου.
Ο Σλήμαν συνέχισε την ανασκαφική δραστηριότητά του έως το θάνατό του.
Στις 26 Δεκεμβρίου 1890, πριν συμπληρώσει το 69ο έτος της ηλικίας του και αφού πρώτα είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στη Γερμανία, ο Σλήμαν απεβίωσε στη Νάπολη της Ιταλίας.
Η μεγαλοπρεπής κηδεία του πραγματοποιήθηκε δημοσία δαπάνη στην Αθήνα, παρουσία του βασιλιά και πλήθους κόσμου.
Μετά το θάνατο του συζύγου της η Σοφία δεν ξαναπαντρεύτηκε και ανέπτυξε φιλανθρωπική δραστηριότητα.
Έως το τέλος του βίου της, στις 27 Οκτωβρίου 1932, χρηματοδότησε το ανασκαφικό έργο του αρχαιολόγου Ντέρπφελντ στην Τροία, ίδρυσε το σανατόριο «Σωτηρία» επί δημαρχίας Σπύρου Μερκούρη (1902) και προέβη σε σημαντικές δωρεές.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις