Γράφει ο Νίκος Χ. Βαρσακέλης*

Η οικονομική ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας συνδέεται άρρηκτα με τα δικαιώματα περιουσίας (property rights) και την προστασία τους. Ως περιουσία μπορούμε να ορίσουμε οποιοδήποτε υλικό ή άυλο αγαθό που μπορεί να αποφέρει εισόδημα. Περιουσία είναι η ανθρώπινη δύναμη ενός χειρώνακτα που αναλαμβάνει μια εργασία και εισπράττει εισόδημα. Περιουσία είναι η γνώση ενός τεχνίτη  που την χρησιμοποιεί για να αποκτήσει εισόδημα. Περιουσία είναι το αποτέλεσμα της έρευνας ενός πανεπιστημιακού εργαστήριου. Περιουσία είναι το ακίνητο, το χρηματικό κεφάλαιο, κ.α. Η επιστημονική έρευνα έχει δείξει ότι η δυνατότητα να εκμεταλλευθεί ο πολίτης  την περιούσια του, όπως την ορίσαμε παραπάνω, οδηγεί στην καλύτερη αξιοποίηση της με θετικό οικονομικό αποτέλεσμα τόσο για το άτομο όσο και για την κοινωνία. Όλα τα παραπάνω στο πλαίσιο των θεσμών της κοινωνίας.

Η Κίνα είναι το πλέον σύγχρονο παράδειγμα της επίδρασης των δικαιωμάτων περιουσίας. Μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τον Deng Xiaoping, κανείς πολίτης της Κίνας δεν είχε δικαιώματα περιούσιας. Για παράδειγμα, δεν μπορούσε να εργασθεί όπου ήθελε, αλλά εκεί που θα τον τοποθετούσε η κρατική γραφειοκρατία. Δεν αναφερόμαστε βέβαια, για τους γνωστούς λόγους, σε επιχειρήσεις ή ακίνητη περιουσία. Η σημαντικότερη μεταρρύθμιση του Deng Xiaoping ήταν η υιοθέτηση του θεσμού των δικαιωμάτων περιουσίας για τον κάθε πολίτη της Κίνας διότι απελευθέρωσε τεράστιες παραγωγικές δυνάμεις. Η Κίνα είναι σήμερα η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και με σημαντική τεχνολογική εξέλιξη.

Σε αρκετές περιπτώσεις, το αποτέλεσμα του περιουσιακού δικαιώματος δεν αναλαμβάνεται από τον κάτοχό του ως εισόδημα, αλλά μπορεί αποτελέσει περιουσία, δηλαδή, να αυξήσει την  περιουσία του κατόχου ώστε να αποδώσει υψηλότερο μελλοντικό εισόδημα. Για παράδειγμα, το αποτέλεσμα της αξιοποίησης της περιουσίας ενός λογιστή είναι τα ετήσια κέρδη του. Όμως, μέρος των κερδών αυτών δεν καταναλώνονται από τον λογιστή αλλά επενδύονται στο γραφείο του με την προμήθεια ενός νέου Η/Υ. Επομένως, η περιουσία του αυξάνει όπως και το προβλεπόμενο μελλοντικό του εισόδημα. Άρα το αποτέλεσμα του περιουσιακού δικαιώματος μπορεί να λάβει την μορφή εισοδήματος ή νέου περιουσιακού δικαιώματος.

Τα τελευταία χρόνια η συζήτηση για τα μεγάλα δεδομένα (big data) και την δυνατότητα επεξεργασίας τους έχει λάβει σημαντικές διαστάσεις, τόσο στην επιστημονική, όσο και στη  πολιτική συζήτηση. Πέραν του μεγάλου ζητήματος της επεξεργασίας τους, σε πολλές περιπτώσεις σε πραγματικό χρόνο, όπως πχ. αυτόνομα οχήματα, έχει ανακύψει και το θέμα της συλλογής των δεδομένων και της χρήσης τους, κυρίως από εταιρείες όπως η Google, Facebook κλπ. Η συζήτηση, στις περισσότερες περιπτώσεις, αφορά την «κακή» χρήση τους.

Θα ασχοληθούμε με τα δεδομένα που προκύπτουν κατά την παραγωγική διαδικασία. Πολλές επιχειρήσεις σε όλον τον κόσμο έχουν εγκαταστήσει μηχανήματα και  αισθητήρες που συλλέγουν δεδομένα. Η ευφυής γεωργία με την  εγκατάσταση των αισθητήρων και άλλων τεχνολογιών αναμένεται να δημιουργεί σε πραγματικό χρόνο τεράστιο όγκο δεδομένων. Αυτά τα δεδομένα, εφόσον παράγονται κατά την αξιοποίηση του δικαιώματος περιουσίας του βιομήχανου, του εμπόρου, του αγρότη, αποτελούν αποτέλεσμα της περιουσίας τους και επομένως ανήκουν στην  επιχείρηση. Αποτελούν, δηλαδή, περιουσιακό στοιχείο της επιχείρησης.

Η αξιοποίηση από τρίτο

Συνεπώς, αποτελεί απαλλοτρίωση του δικαιώματος περιουσίας του δημιουργού των δεδομένων η οιαδήποτε αξιοποίηση από τρίτο είτε αυτός είναι ο πωλητής ή ο κατασκευαστής των μηχανημάτων και των αισθητήρων είτε η εταιρεία διαχείρισης και επεξεργασίας δεδομένων. Βέβαια μπορεί να τεθεί η αντίρρηση ότι η εταιρεία που έβαλε το μηχάνημα και τους αισθητήρες πρέπει να πληρωθεί, να εισπράξει εισόδημα για τα δικά της δικαιώματα περιουσίας. Η απάντηση είναι ότι θα εισπράξει το κόστος των μηχανήματων και των αισθητήρων. Για παράδειγμα, όταν αγοράζουμε ένα αυτοκίνητο δεν έχουμε συνέταιρο την εταιρεία που κατασκευάζει το αυτοκίνητο. Το επόμενο ερώτημα που θα τεθεί είναι ότι χωρίς την μέθοδο συλλογής των δεδομένων και την τεχνογνωσία της επεξεργασία τους, τα δεδομένα ως περιουσιακό δικαίωμα του αγρότη δεν θα αποφέρει εισόδημα και συνεπώς θα έχει μηδενική αξία. Σωστά. Ενώ λοιπόν η εταιρεία που εγκατέστησε τους αισθητήρες και τα μηχανήματα έχει εισπράξει την αξία τους, η δυνατότητα συλλογής και η επεξεργασίας των δεδομένων αποτελούν διαφορετικό περιουσιακό στοιχείο και η εκμετάλλευση του είναι παροχή υπηρεσίας. Γι’ αυτό το περιουσιακό στοιχείο δικαιούται να λάβει εισόδημα.

Έχοντας λοιπόν ξεκαθαρίσει τα πράγματα, στο περιουσιακό στοιχείο «Δεδομένα» έχουν δικαίωμα και ο αγρότης, βιομήχανος, κλπ., διότι  χωρίς την δική του παραγωγή δεν θα μπορούσαν να δημιουργηθούν τα δεδομένα, και ο πάροχος της υπηρεσίας συλλογής και επεξεργασίας των δεδομένων, διότι χωρίς την δική του παραγωγή δεν θα υπήρχαν τα δεδομένα.

Σήμερα δεν γνωρίζουμε εάν εισπράττουν εισόδημα οι βιομηχανικές επιχειρήσεις, οι έμποροι, οι εταιρείες μεταφορών, κλπ. από την εκμετάλλευση των δεδομένων που παράγουν δηλαδή, συμμετέχουν με περιουσιακό δικαίωμα στην  εκμετάλλευση τους. Επίσης, τουλάχιστον στην Ελλάδα, γνωρίζουμε ότι τα δεδομένα που παράγονται από τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις, που έχουν εγκαταστήσει συστήματα συλλογής δεδομένων, δεν απολαμβάνουν εισόδημα από αυτά τα δεδομένα. Βέβαια μια αντίρρηση που μπορεί να τεθεί είναι ότι ο πάροχος της υπηρεσίας προσφέρει στον αγρότη συμβουλές και έτσι βελτιώνεται η παραγωγικότητα της εκμετάλλευσης. Όμως, αυτά τα δεδομένα χρησιμοποιούνται για την δημιουργία περισσότερου εισοδήματος επειδή δίνεται η δυνατότητα προσφοράς υπηρεσιών σε μεγαλύτερη  κλίμακα που σε αντίθετη περίπτωση δεν θα ήταν δυνατή. Επιπλέον, η επεξεργασία αυτών των  μεγάλων δεδομένων μπορεί να δώσει στον κάτοχό τους την δυνατότητα ανάλυσης και πρόβλεψης των αγορών, που μπορούν να του αποφέρουν σημαντικά κέρδη.

Επομένως, το ζήτημα της οικονομικής εκμετάλλευσης των δεδομένων ως δικαιωμάτων περιουσίας θα πρέπει να λυθεί νομοθετικά σε επίπεδο ΕΕ ή άλλων υπερεθνικών οργανισμών, όπως ο ΠΟΕ. Το μοντέλο των πνευματικών δικαιωμάτων από την ερευνητική δραστηριότητα των πανεπιστήμιων μπορεί να αποτελέσει μια καλή βάση για την επίλυση του προβλήματος.

*Καθηγητής Βιομηχανικής Πολιτικής Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

barsak@econ.auth.gr