Τα λείψανα του διάσημου Γάλλου ποιητή Αρθούρου Ρεμπώ δεν θα μεταφερθούν στο Πάνθεον. Αυτό αποφάσισε τελικά ο Εμανουέλ Μακρόν παρά την εκστρατεία που είχε διεξαχθεί υπέρ της μεταφοράς και η οποία υποστίριζε πως η συγκεκριμένη κίνηση θα τιμούσε τον Ρεμπώ για το καλλιτεχνικό του έργο αλλά και ως σύμβολο των γκέι δικαιωμάτων.

Μέσα στη περσινή χρονιά υπήρξε ένα αίτημα που υποστηρίχθηκε από αρκετές διάσημες προσωπικότητες καθώς και από την υπουργό Πολιτισμού της Γαλλίας, Roselyne Bachelot. Το αίτημα πρότεινε την μεταφορά του Ρεμπώ στο Πάνθεον όπου βρίσκεται και ο, επίσης ποιητής και πρώην εραστής του Ρεμπώ, Πόλ Βερλαίν.

Σε επιστολή του προς τους εναπομείναντες συγγενείς του Ρεμπώ ο Μακρόν έγραψε ότι θα σεβαστεί τις επιθυμίες τους και πως τα λείψανα του ποιητή θα παραμείνουν στην Charleville-Mézières, την πόλη καταγωγής του στην ανατολική Γαλλία, όπου βρίσκεται θαμμένος από το 1891.

Το Πάνθεον είναι ένα μη θρησκευτικό μαυσωλείο στο Παρίσι όπου φυλάσσονται τα λείψανα σπουδαίων προσωπικοτήτων της γαλλικής ιστορίας από τον κόσμο της πολιτικής, του πολιτισμού και της επιστήμης-ανάμεσά τους ο Βικτώρ Ουγκό, o Ρουσώ και ο Βολταίρος. Μόνο ο πρόεδρος της χώρας μπορεί να αποφασίσει για την μεταφορά κάποιου στον πρώην ναό.

Ρεμπώ και Βερλαίν έμειναν στην ιστορία για τα ποιήματά τους αλλά και για τη θυελλώδη σχέση τους που ήταν γεμάτη σεξ, ναρκωτικά και προβλήματα με τον νόμο.


Βερλαίν και Ρεμπώ (καθισμένοι αριστερά) σε πίνακα του Henri Fantin-Latour’s από το 1872.

Η ιστορία τους, που έχει ειπωθεί με αμέτρητους διαφορετικούς τρόπους, είναι γνωστή. Στη χρυσή καλλιτεχνική δεκαετία του 1870, όταν οι Ιμπρεσιονιστές επανεφεύρισκαν την τέχνη, ο Ρεμπώ, ένας ευφυής, παράξενος 16χρονος από την γαλλική επαρχία στέλνει τους στίχους του στον Βερλαίν. Εκείνος, διακεκριμένος ποιητής της εποχής και δέκα χρόνια μεγαλύτερός του, ερωτεύεται την ποίησή του αλλά και τον ίδιο όταν τον συναντά από κοντά στο Παρίσι, όπου ζούσε ως τότε με την γυναίκα του και τα παιδιά του.

Οι δύο άνδρες ξεκινούν μια θυελλώδη παράνομη ερωτική σχέση. Αψέντι, όπιο, κυνηγητό, κατακραυγή, ακόμα και πυροβολισμοί περιλαμβάνονται στην ιστορία τους.

Ο Βερλαίν στη μέση ενός καυγά είχε πυροβολήσει με περίστροφο τον Ρεμπώ, τραυματίζοντάς τον στον καρπό.

Τελικά ο Βερλείν καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης δύο ετών για εγκληματική επίθεση ενώ αργότερα ασπάστηκε τον καθολικισμό.

Ο Ρεμπώ, είκοσι ετών ακόμα, εγκατέλειψε την ποίηση και αναζήτησε αλλού τη τύχη του, από το Λονδίνο μέχρι και την Αβησσυνία κάνοντας χειρωνακτικές δουλειές. Πέθανε σε ηλικία τριάντα επτά.

Το αίτημα για την μεταθανάτια ένωση των δύο ποιητών στο Πάνθεον ήρθε πριν δύο χρόνια υποστηρίζοντας πως «το γεγονός ότι θα αποκτούσαν οι δύο αυτοί ποιητές, που ήταν εραστές, μία θέση μαζί στο Πάνθεον, θα προσέδιδε μία διάσταση όχι μόνο ιστορική ή λογοτεχνική, αλλά βαθιά σύγχρονη» βάζοντας τέλος στην υποτιθέμενη σιωπηρή ομοφοβία του μαυσωλείου.

Το αίτημα ανέφερε: «Ο Αρθούρος Ρεμπώ και ο Πολ Βερλείν είναι δύο σπουδαίοι ποιητές μας. Με την ιδιοφυΐα τους εμπλούτισαν την κληρονομιά μας. Είναι δύο σύμβολα της διαφορετικότητας. Αναγκάστηκαν να υπομείνουν την φρικτή ομοφοβία της εποχής τους. Είναι οι Γάλλοι Όσκαρ Ουάιλντ.»

Η αντίδραση, άμεση και αρνητική, ήρθε από πολλές διαφορετικές πλευρές. Η δεξιά εφημερίδα Le Figaro ανέφερε πως μια από τους εναπομείναντες συγγενείς του Ρεμπώ, διαφωνούσε με την ιδέα επειδή έκανε τη σύντομη σχέση του με τον Βερλαίν να φαντάζει πιο σημαντική απ’ ό, τι ήταν. «Ο Ρεμπώ δεν ξεκίνησε την ζωή του με τον Βερλαίν ούτε και την τελείωσε μαζί του, ήταν μόνο λίγα απ’ τα νεανικά του χρόνια», ανέφερε η μακρινή ανηψιά του ποιητή.

Η αριστερή Libération έγραψε «Verlaine Et Rimbaud: trop sauvages pour le Panthéon»-πολύ άγριοι για το Πάνθεον- ενώ η Le Monde υποστήριξε πώς μια τέτοια κίνηση θα τιμούσε δύο καταραμένους ποιητές με υπερβολική ευδαιμονία.

Το λογοτεχνικό περιοδικό La Règle du jeu κατάληξε πως κάτι τέτοιο θα τους ακύρωνε μέσω ενός μικροαστικού στερεοτύπου: «η τοποθέτηση των δύο ποιητών στο Πάνθεον θα τους μείωνε σε ένα ακόμα ευτυχισμένο ζευγαράκι, είναι σκληρό και λάθος να πας να τιμήσεις έναν τρελό έρωτα σε έναν συνετό χώρο».

Mε πληροφορίες από: Guardian & New Yorker.