Η άνοδος και η πτώση του Τζακ Μα
Ο πλουσιότερος άνθρωπος της Κίνας εκτοξεύτηκε στην κορυφή ξεκινώντας πρακτικά από το πουθενά, αποτελώντας πρότυπο προς προβολή για το Πεκίνο. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, είχε πέσει σε δυσμένεια, ενώ η «αποκαθήλωσή» του ξεκίνησε μετά τη δημόσια κριτική που άσκησε στο καθεστώς
- Νέα καταστροφή υποθαλάσσιου καλωδίου μεταξύ Φινλανδίας και Εσθονίας - Δεν αποκλείεται το σαμποτάζ
- Από τα ιδιωτικά νησιά μέχρι τις βίλες στα βουνά – Πού περνούν τις διακοπές των Χριστουγέννων οι υπερπλούσιοι
- Αράχωβα: Ακόμη και αυτοκίνητο οδικής βοήθειας δεν είχε αλυσίδες – Τι λέει ο δήμαρχος για τις ουρές χιλιομέτρων
- «Μας χτύπησε και μας κλώτσησε»: Αντιδήμαρχος καταγγέλλει τον αστυνομικό που χαιρέτισε ναζιστικά στο Χαλάνδρι
Ηταν 19 Σεπτεμβρίου 2014, όταν ο κινεζικός κολοσσός της Alibaba έκανε πρεμιέρα στο χρηματιστήριο των «κακών», στην αμερικανική Wall Street. Τα 25 δισ. δολάρια που άντλησε ο όμιλος από τη δημόσια εγγραφή του δεν είναι μικρό κεφάλαιο, ενώ αποτέλεσε ρεκόρ μέχρι πέρυσι, όταν το κατέρριψε η σαουδαραβική Saudi Aramco. Ωστόσο, ο ιδρυτής και πρόεδρός της δεν φάνηκε να συγκινείται κυρίως από το μυθικό ποσό, αλλά από κάτι διαφορετικό: «Σήμερα, αυτό που αποκομίσαμε δεν ήταν χρήματα. Ηταν η εμπιστοσύνη των ανθρώπων», είπε ο Τζακ Μα μιλώντας στο δίκτυο CNBC, με αρκετούς να τον χαρακτηρίζουν από τότε ως τον «Τζεφ Μπέζος της Κίνας».
Προφανώς, το Πεκίνο παρακολουθούσε ήδη στενά κάθε κίνηση του Μα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ωστόσο, αυτό που επεδίωκε ήταν κυρίως να τον παρουσιάσει ως πρότυπο επιτυχημένου κινέζου επιχειρηματία. Να δείξει πώς ένας άνθρωπος ο οποίος ξεκίνησε από το μηδέν έφτασε στην κορυφή και να αποδείξει έτσι σε όλο τον κόσμο ότι δεν υπάρχει μόνο το «αμερικανικό όνειρο», αλλά και το «κινεζικό μοντέλο». Ενα μοντέλο ιδιότυπου καπιταλισμού που μπορεί, μάλιστα, να φέρνει εξίσου θαυμαστά αποτελέσματα και να σωρεύει πλούτο στα χέρια ιδιωτών υπό διαφορετικό καθεστώς και με την καθοδήγηση ενός και μόνο κόμματος.
Ο φόβος των ηγεμόνων
Φαίνεται, όμως, πως από εκείνη κιόλας τη στιγμή χτύπησε ένα «καμπανάκι» στο επιτελείο του πολιτικού ηγεμόνα της Κίνας, του Σι Τζινπίνγκ. Η αιτία δεν είναι άλλη από την ανησυχία που χαρακτηρίζει παραδοσιακά όλους τους ηγεμόνες, σε όλα τα επίπεδα: Το ενδεχόμενο, δηλαδή, να βρεθεί κάποιος ο οποίος θα αποκτήσει μεγαλύτερη ισχύ από αυτούς, με κίνδυνο είτε να τους επισκιάσει πολιτικά και να διεκδικήσει τον θρόνο τους είτε να στηρίξει κάποιους τρίτους για να το κάνουν.
Ο Τζακ Μα σίγουρα δεν ανήκε στην πρώτη κατηγορία. Ποτέ δεν είχε εκδηλώσει προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, άλλωστε, ενώ ήταν σε θέση να γνωρίζει την τύχη που περίμενε τους πάσης φύσης αντιφρονούντες. Φαίνεται, όμως, πως δεν ανήκε ούτε στη δεύτερη, υπό την έννοια ότι δεν είχε δημιουργήσει κάποιο δίκτυο πολιτικών επιρροών, αναμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να το ενεργοποιήσει. Κάτι που είχε επιχειρήσει να κάνει, για παράδειγμα, ο Μιχαήλ Χοντορκόφσκι στη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν, για να πληρώσει βαρύ τίμημα – προς συμμόρφωση και παραδειγματισμό και των υπολοίπων που θα σκέφτονταν να τον μιμηθούν.
Ομως, το καθεστώς και προσωπικά ο Σι – ο οποίος φιλοδοξεί να συνδέσει το όνομά του με την αναγνώριση της Κίνας ως παγκόσμιας υπερδύναμης και να πάρει μια θέση στην ιστορία της δίπλα στον Μάο Τσετούνγκ και τον Ντενγκ Χσιαοπίνγκ – έχουν ανεπτυγμένο το ένστικτο της αυτοπροστασίας και αναγνωρίζουν τις δυνάμει απειλές προτού καν αυτές εκδηλωθούν, καθώς τότε μπορεί να είναι αργά. Ετσι, ο Μα έπαψε πλέον να αποτελεί παράδειγμα προς προβολή και μπήκε στο στόχαστρο, με τους «διώκτες» του να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να χτυπήσουν.
Η αφορμή
Αυτή ήρθε πέντε χρόνια αργότερα. Ηταν στις 24 Οκτωβρίου 2020, όταν ο Μα άσκησε δημοσίως δριμεία κριτική στις ρυθμιστικές αρχές της χώρας επειδή, όπως ισχυρίστηκε, με το πλαίσιο που έχουν επιβάλει και με τις αποφάσεις τους, «πνίγουν» την καινοτομία και τη δυναμική των επιχειρήσεων. Προφανώς δε, εννοούσε κυρίως τη δική του, καθώς έβλεπε να ορθώνονται εμπόδια στην περαιτέρω επέκτασή της.
Το σύνθημα δεν άργησε να δοθεί. Σύμφωνα με την Wall Street Journal, ο πρόεδρος Σι διέταξε προσωπικά να γίνουν «φύλλο και φτερό» οι δραστηριότητες του Μα. Η πρώτη προειδοποίηση ήρθε στις 3 Νοεμβρίου, όταν το χρηματιστήριο της Σαγκάης «πάγωσε» την προγραμματισμένη διαδικασία των δημόσιων προσφορών που αφορούσαν την εισαγωγή της Ant, ενός ομίλου που επίσης ελέγχεται από τον Μα και, μαζί με την Alibaba και τη σημαντικότερη ανταγωνίστριά τους, την Tencent, ελέγχουν πρακτικά ολόκληρη την αγορά του Διαδικτύου στην Κίνα. Το δεύτερο και πιο σημαντικό χτύπημα ήρθε τον Δεκέμβριο. Η ανώτατη εποπτική αρχή της Κίνας διέταξε έρευνα σε βάρος της Alibaba, κάνοντας λόγο για «ενδεχόμενες μονοπωλιακές πρακτικές», ενώ κάτι ανάλογο συνέβη και με την Ant.
Σχεδόν ταυτόχρονα, η Λαϊκή Ημερησία – το επίσημο όργανο του ΚΚ Κίνας – κυκλοφορούσε με ένα κεντρικό άρθρο-φωτιά. Ανάμεσα στα άλλα, σημείωνε πως εάν «οι μονοπωλιακές πρακτικές γίνουν ανεκτές και δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να επεκτείνονται χωρίς τάξη και με βάρβαρες διαδικασίες, τότε η βιομηχανία δεν θα αναπτυχθεί με υγιή και βιώσιμο τρόπο». «Η αντιμονοπωλιακή πολιτική έχει καταστεί επείγον ζήτημα, που αφορά τα πάντα», πρόσθετε.
Πλέον, έχουν περάσει τρεις εβδομάδες περίπου και ο Μα παραμένει άφαντος. Για την ακρίβεια, έχει να εμφανιστεί μετά τις δηλώσεις που έκανε τον Οκτώβριο, αναγκάζοντας πολλούς να κάνουν διάφορα σενάρια για την τύχη του. Δεν αποκλείεται, φυσικά, όπως έχει συμβεί και σε άλλες περιπτώσεις, να επανεμφανιστεί. Ακόμη και έτσι, ωστόσο, θα έχει πάρει το μήνυμα. Ως εδώ και μη παρέκει. Πιο ψηλά δεν υπάρχει.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις